Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Πες το με ποίηση (92ο): «Ελευθερία»…

-«Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη/Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη, Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!»

Μα και…

-«Εάν μισούνται ανάμεσό τους/ Δεν τους πρέπει ελευθεριά.»
(Δ. Σολωμός)

-«Όσοι το χάλκεον χέρι
βαρύ του φόβου αισθάνονται,
ζυγόν δουλείας ας έχωσι.
Θέλει αρετήν και τόλμην
η ελευθερία.»
(Ανδρέας Κάλβος)

-«Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν» (Μ. Κατσαρός)

-«Η ελευθερία έχει δυο κοφτερές όψεις, όπως τα παλιά ξυραφάκια»
(Ελύτης, Εκ του πλησίον)

-Γιάννης Ρίτσος, «Ελευθερία»

«Θα ξαναπείς την ίδια λέξη
γυμνή
αυτήν
που γι’ αυτήν έζησες
και πέθανες
που γι’ αυτήν αναστήθηκες
(πόσες φορές;)
την ίδια.

Έτσι όλη νύχτα
όλες τις νύχτες
κάτω απ’ τις πέτρες
συλλαβή-συλλαβή
σαν τη βρύση που στάζει
στον ύπνο τού διψασμένου
στάλα-στάλα
ξανά και ξανά
κάτω απ’ τις πέτρες
όλες τις νύχτες

μετρημένη στα δάχτυλα
απλά
όπως λες πεινάω
όπως λες σ’ αγαπώ
έτσι απλά
ανασαίνοντας
μπροστά στο παράθυρο

ε-λευ-θε-ρί-α.»
(Γ. Ρίτσος, Ποιήματα, Δ’ Τόμος, Κέδρος)

-Πωλ Ελυάρ, «Ελευθερία»

«Πάνω στα τετράδια του σχολείου
Στα θρανία μου και τα δένδρα
Πάνω στην άμμο και το χιόνι
Γράφω τʼ όνομά σου
Πάνω σ΄ όλες τις διαβασμένες σελίδες
Πάνω σ΄ όλες τις λευκές σελίδες
Στην πέτρα το αίμα το χαρτί τη στάχτη
Γράφω τʼ όνομά σου
Πάνω στις χρυσωμένες εικόνες
Στ΄ άρματα των πολεμιστών
Στην κορώνα των βασιλιάδων
Γράφω τʼ όνομά σου
Στη ζούγκλα και την έρημο
Στις φωλιές και τα σπαρτά
Στην ηχώ των παιδικών μου χρόνων
Γράφω τʼ όνομά σου
Πάνω στα θαύματα της νύχτας
Στο άσπρο ψωμί των ημερών
Στις μνηστευμένες εποχές
Γράφω τʼ όνομά σου
Πάνω σ΄ όλα τα γαλάζια κουρέλια μου
Στο μουχλιασμένο έλος του ήλιου
Στη ζωντανή λίμνη σελήνη
Γράφω τʼ όνομά σου
Στους αγρούς στον ορίζοντα
Στις φτερούγες των πουλιών
και στο μύλο των ίσκιων
Γράφω τʼ όνομά σου
Σε κάθε φύσημα της αυγής
Στη θάλασσα και τα πλοία
Πάνω στο τρελό βουνό
Γράφω τʼ όνομά σου
Στον αφρό απ΄ τα σύννεφα
Στους ιδρώτες της καταιγίδας
Στην βροχή την πυκνή και ανούσια
Γράφω τʼ όνομά σου
Πάνω στα σχήματα που σπιθίζουν
Στις καμπάνες των χρωμάτων
Πάνω στη φυσική αλήθεια
Γράφω τʼ όνομά σου
Στα μονοπάτια που ξύπνησαν
Στους δρόμους που ξεδιπλώθηκαν
Στις πλατείες που ξεχείλισαν
Γράφω τʼ όνομά σου
Στη λάμπα που ανάβει
Στη λάμπα που σβήνει
Στα ενωμένα μου σπίτια
Γράφω τʼ όνομά σου
Στο φρούτο το κομμένο στα δύο
Του καθρέφτη και της κάμαράς μου
Στο κρεβάτι μου άδειο κοχύλι
Γράφω τʼ όνομά σου
Στο λαίμαργο και τρυφερό σκύλο μου
Στα ορθωμένα αυτιά του
Στο αδέξιο πόδι του
Γράφω τʼ όνομά σου
Στο σκαλοπάτι της πόρτας μου
Στα γνώριμά μου αντικείμενα
στο κύμα της ευλογημένης φωτιάς
Γράφω τʼ όνομά σου
Σε κάθε σάρκα σύμφωνη
Στο μέτωπο των φίλων μου
Σε κάθε χέρι που προσφέρεται
Γράφω τʼ όνομά σου
Στο κρύσταλλο των εκπλήξεων
Στα προσεκτικά χείλια
Πολύ πιο πάνω απ΄ τη σιωπή
Γράφω τʼ όνομά σου
Στα χαλασμένα καταφύγιά μου
Στους γκρεμισμένους μου φάρους
Στους τοίχους της ανίας μου
Γράφω τʼ όνομά σου
Στην απουσία χωρίς πόθο
Στη γυμνή μοναξιά
Στα σκαλιά του θανάτου
Γράφω τʼ όνομά σου
Στην υγεία που ξανάρθε
Στον κίνδυνο που εξαφανίστηκε
Στην ελπίδα χωρίς ανάμνηση
Γράφω τʼ όνομά σου
Και με τη δύναμη της λέξης
Ξαναρχίζω τη ζωή μου
Γεννήθηκα για να σε γνωρίσω
Για να πω τ΄ όνομά σου
Ελευθερία!»

-Μιγκέλ Ερνάντεθ, «Για την ελευθερία»

«Για την ελευθερία αιμορραγώ, αγωνίζομαι, επιζώ.
Για την ελευθερία, τα μάτια και τα χέρια μου,
σαν ένα δέντρο σάρκινο, γενναιόδωρο και δέσμιο,
δίνω στους χειρούργους.
Για την ελευθερία πιότερες νιώθω καρδιές
από άμμους στο στήθος μου: οι φλέβες μου γεννούν αφρούς
και μπαίνω στα νοσοκομεία, και μπαίνω στα μπαμπάκια
όπως στους κρίνους.
Για την ελευθερία με πυροβολισμούς απομακρύνομαι
απ’ αυτούς που ρίξαν τ’ άγαλμά της στη λάσπη.
Και με χτυπήματα απομακρύνομαι απ’ τα πόδια μου, απ’ τα μπράτσα μου,
απ’ το σπίτι μου, από τα πάντα.
Γιατί όταν η μέρα χαράξει στα άδεια λεκανοπέδια
εκείνη θα τοποθετήσει δυο λίθους μελλοντικής ματιάς
και νέα μπράτσα και νέα πόδια θα κάνει να μεγαλώσουν
στην υλοτομημένη σάρκα.
Με φτερά σφρίγους θα βλαστήσουν δίχως φθινόπωρο
υπολείμματα του σώματός μου που χάνω σε κάθε πληγή.
Γιατί είμαι σαν το υλοτομημένο δέντρο, που βλασταίνω:
γιατί ακόμα έχω τη ζωή.»

-Κατερίνα Γώγου, [Η ελευθερία μου…]

«Η ελευθερία μου είναι στις σόλες
των αλήτικων παπουτσιών μου.
Φέρνω τον κόσμο άνω κάτω.
Μπορώ να σεργιανίσω ότι ώρα μου γουστάρει.
Π.χ. την ώρα που βάζετε τις μασέλες σας
Στο ποτηράκι με το νερό πριν κοιμηθείτε
την ώρα που απαυτωνόσαστε
την ώρα που κάνετε το χρέος σας
στα παιδιά σας, στο σωματείο σας
την ώρα που σας έχουν χώσει την ιδέα
πως τρώτε αυγολέμονο
και τρώτε σκατά
μπορώ και περπατάω,
με τα αλήτικα παπούτσια μου
πάνω από τις στέγες σας
-όχι ρε παιδάκι μου σαν εκείνη
την ηλίθια με τη σκούπα, τη Μαίρη Πόπινς-
δεν πιάνετε το κανάλι μου
μόνο όσοι έχουμε το ίδιο μήκος κύματος
ανθρωπάκια χέστες, κατά βάθος σας λυπάμαι
αλλά τώρα δε χάνω το χρόνο μου μαζί σας
δεν θέλω παρτίδες με κανέναν σας
η ελευθερία σας
είναι στις σόλες των τρύπιων παπουτσιών μου
θάρθει η ώρα που θα τις γλύφετε
και θα ουρλιάζετε κλαίγοντας «θαύμα, θαύμα»
αυτά τα παπούτσια
ποτέ δεν ξεκουράζονται και ούτε βιάζονται
όταν εγώ καθαρίσω από εδώ
θα τα φορέσει ο Παύλος, η Μυρτώ, φοράμε το ίδιο νούμερο, δεν λειώνουν,
όσες πρόκες και αν ρίχνετε στο δρόμο.
Σας βαράνε στο δόξα πατρί σας
θα έρθει η ώρα
που θα τρέχετε απεγνωσμένα στο στιλβωτήριο
«συνοδοιπόροι» και «αποστάτες»
να βάψετε τα δικά σας
μα η μπογιά
δεν θα πιάνει
ότι και αν κάνετε, όσα και αν δίνετε
τέτοιο άτιμο κόκκινο είναι το δικό μας.»

Single Post Navigation

5 thoughts on “Πες το με ποίηση (92ο): «Ελευθερία»…

  1. AΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    Θελει αρετήν και τόλμην η ελευθερία.
    ΣΟΛΩΜΟΣ

    Μίλα μου για τη λευτεριά, Ρένα Κουμιώτη

    1. Καλή η λευτεριά, πρώτη η λευτεριά,
    μα σου ’χει κάποτε μια σκλαβιά,
    σου ’χει μια σκλαβιά!

    «Στιγμές». Κώστας Μόντης, Ανδρέας Χριστοφίδης, Κυπριακή ανθολογία. Alvin Redman Hellas, 1965. 499.

    2. Ελευθερία

    μόνο τα άνθη αγαπούν αληθινά
    την ελευθερία
    γι’ αυτή μιλούν κρυφά
    στο αυτί του ανέμου
    μα εκείνος δεν κρατά το μυστικό
    κι ευωδιάζει

    ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΣΣΟΣ, Ποίημα από τη συλλογή «Η πείρα του θανάτου»,
    εκδόσεις Ινδικτος 2002

    3. Ελευθερία

    Δεν ξέρω τίποτα,
    δεν έχω τίποτα,
    δεν είμαι τίποτα’
    αν είμαι εδώ,
    μέσα στον κόσμο,
    μ΄ ένα μεγάλο
    φτερό
    καρφωμένο
    στο στήθος,
    αυτό ΄ναι
    που ‘μαθα
    μια λέξη,
    και τη λέω
    και κλαίω:
    ελευθερία-
    αυτήν γνωρίζω,
    αυτήν υπάρχω,
    αυτήν ανεμίζω,
    αυτήν που
    μου ‘μαθαν
    οι σκοτωμένοι
    σε μουγκά νυχτέρια
    κάτω απ΄
    τις πέτρες
    τόσων λιθοβολισμών΄
    -μια λέξη μόνο:
    Ελευθερία.
    Ελευθερία.
    Ελευθερία.
    ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

    Λευτεριά (σε ποίηση Ευαγόρα Παλληκαρίδη)

    4. Για μιαν ελευθερία

    Είμαι χειρότερος απ’ τους αλήτες, τις αρτίστες,
    αυτοί μπορούν και ζουν δεν περιμένουνε
    μα εγώ ό,τι παίρνω γίνεται προπέτασμα καπνού
    για όσα ζητώ –και προπαντός μια εξιλέωση
    στην τέλεια σχέση να σωθώ ή να μαρτυρήσω

    Μα ο άλλος είναι ανέφικτος γιατί
    δεν είναι μόνο σώμα ή κατανόηση
    μα κάποια ανεπανάληπτη φωνή. Κι αν προχωρήσω
    θα ιδώ πως μένει θεατής –δεν είναι
    ετοιμασμένος για μαρτύριο ή για μοίρασμα
    φυλάγεται και σε καλεί μονάχα αν υπογράψεις
    πως όλα θα τα σεβαστείς και το κυριότερο
    τη σίγουρη μικρή του ελευθερία

    ΝΙΚΟΣ ΑΛΕΞΗΣ-ΑΣΛΑΝΟΓΛΟΥ
    (Ο Θάνατος του Μύρωνα, 1960)

    5. Η Λευτεριά του Σολωμού

    Πώς του σπαθιού σου στόμωσεν η κόψη
    και πώς μετράς τη γης με ανύπαρχτη όψη;
    Κλεισμένη στων Ελλήνων τα ιερά
    τα κόκαλά μας, σκούζε, Λευτεριά.

    Αιώνες σε κρατάνε φυλακή
    οι αφεντάδες σου ξένοι και δικοί.
    Και σ’ αμολάνε λίγο, αν είναι χρεία
    να πνίξεις αλλωνών ελευθερία!
    ΒΑΡΝΑΛΗΣ, 28. 11. 1973 («Οργή λαού»)

    Περήφανοι όλοι

    6. Ελευθερία έκφρασης

    Τη πρώτη νύχτα πλησιάζουνε
    και κλέβουν ένα λουλούδι
    από τον κήπο μας
    και δε λέμε τίποτα.

    Τη δεύτερη νύχτα δε κρύβονται πλέον
    περπατούνε στα λουλούδια,
    σκοτώνουν το σκυλί μας
    και δε λέμε τίποτα.

    Ώσπου μια μέρα
    -την πιο διάφανη απ’ όλες-
    μπαίνουν άνετα στο σπίτι μας
    ληστεύουν το φεγγάρι μας
    γιατί ξέρουνε το φόβο μας
    που πνίγει τη φωνή στο λαιμό μας.

    Κι επειδή δεν είπαμε τίποτα
    πλέον δε μπορούμε να πούμε τίποτα
    ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ

    ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΕΣ: Χρήστου Λεοντή – Pablo Neruda

    7. Πάνος Θασίτης, Μαθήματα

    Η λέξη Ελευθερία είναι σχετική, Ελλάς
    επίσης σχετική – αυτό το παραδέχονται όλοι.-
    Κόβοντας κάτι από τη μια, προσθέτοντας στην άλλη κάτι,
    τουλάχιστον φαινόμαστε – κι εν μέρει είμαστε –
    και φιλελεύθεροι κι εθνικοί συνάμα.

    Αν κάποιοι βλάπτονται απ’ τα μέτρα μας, οι άλλοι ωφελούνται
    κι αν μερικοί μεμψιμοιρούν, στραβοκοιτούν ή έστω κάνουν που αντιδρούνε
    αυτό το επιτρέπουμε, το ενθαρρύνουμε αυτό – με μέτρο.-
    Εμείς στενά δεν ερμηνεύουμε τ’ άγια των αγίων!

    Άμα το παρακάνουν όμως κι αρχίσουν τις φωνές
    τα «κλέφτες» «τύραννοι» τα «κάτω» κι άλλα που τα συνηθίζουν
    και βγουν στους δρόμους συν γυναιξί και τέκνοις
    και τα λένε στ’ ανοιχτά και πια δεν παίρνουν από λόγια κι απ’ αστεία,
    ορμούν οι γυμνασμένοι νόμοι σα σκυλιά και τους κατασπαράζουν,
    γονατιστοί στις πλάκες έλεος ζητούν, ομολογούν οι άθλιοι το λάθος
    το διαλαλούνε στις πλατείες.

    – Όχι, θα παίξουμε εν ου παικτοίς!

    Από τη συλλογή Ελεεινόν θέατρον (1980)

    Paul McCartney, Freedom

    8. Ζήτω η ελευθερία!

    Ζήτω η άνοιξη
    που ταξιδεύει ελεύθερα
    από σύνορο σε σύνορο
    χωρίς διαβατήριο,
    μαζί με μια ακολουθία από
    πρίμουλες, αγριόκρινα και κυκλάμινα,
    που διασχίζοντας τα σύνορα
    αλλάζουν όνομα όπως
    οι παράνομοι μετανάστες.
    Όλα τα λουλούδια του κόσμου είναι αδέλφια.

    Gianni Rodari, μτφρ. Μιχάλης Σερέπετσης

    9. Η ελευθερία είναι ο άνεμος

    Του ανέμου δεσμώτης το σύννεφο
    Ας ταξιδεύει
    Το ταξίδι δεν είναι Ελευθερία
    Η Ελευθερία είναι ο άνεμος
    Ο έρωτας στα μάτια της
    Και η θάλασσα
    Πάθος η φουρτουνιασμένη θάλασσα
    Αγάπη, η απαλή βροχή
    Γι’ αυτό κάθε απόγευμα βρέχει
    στα μάτια της
    Όμως κουράστηκε η βροχή
    και οι χείμαρροι φούσκωσαν

    Δεσμώτης το σύννεφο,
    Ο αέρας φυσάει προς το χειμώνα
    Μονόδρομος το ταξίδι

    Και εγώ να γλείφω τις νεροσυρμές
    Που σμίλεψε ο χρόνος
    στο κορμί σου
    Νερό να πίνω
    στα βοερά ποτάμια σου

    Γλυκό το χιόνι στα μαλλιά σου
    Κάποτε θα ‘ρθει και η νύχτα,
    Κάποτε
    Να χαϊδέψει τα μαλλιά σου
    Να ξεπλέξει τα δάχτυλά μας
    Ας έρθει

    Ένα λευκό σύννεφο είναι η ζωή
    Ένα σύννεφο Δεσμώτης
    που ταξιδεύει στον άνεμο
    και γίνεται νιφάδες
    Η ελευθερία είναι ο άνεμος
    Είναι όμορφο το χιόνι, ας έρθει
    Θα ταξιδέψουμε μαζί για το χειμώνα
    Καβάλα στον άνεμο
    Άγριο άτι ο άνεμος, το καταχείμωνο
    Μη φοβάσαι
    Ας διαβούμε μαζί τους ολόλευκους λειμώνες
    Ένα ταξίδι είναι η ζωή
    Ένα απαλό χάδι στα χιονισμένα μαλλιά μας
    η αγάπη

    Γιάννης Ποταμιάνος

    Άμα λευτερωθεί η Κρήτη

    10. ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

    Δεν συναθροίζομαι
    Δεν στοιχίζομαι
    Δεν στέκομαι προσοχή, ημιανάς
    Δεν χειροκροτώ
    Δεν ζητωκραυγάζω
    Δεν έρχομαι με το μέρος σας
    Δεν φεύγω από το μέρος σας
    Δεν πιστεύω τις λέξεις σας
    Δεν πιστεύω τις λέξεις μου
    Δεν πιστεύω τις λέξεις
    Δεν δεν
    Δεν σας βάζω στη βροχή
    Δεν με βγάζω απ΄τη βροχή
    Δεν με βάζω σε τίποτα
    Δεν με βγάζω από τίποτα
    Δεν με λένε Πέτρο
    Δεν με λένε Παύλο
    Με λένε Θωμά

    Τάσος Σκεντερίδης

    11. Πρόλογος

    Ξαφνικὰ μοῦ φασκιώνουνε τὰ μάτια
    γιὰ νὰ βλέπω τὸ φῶς τὸ ἀληθινό!
    Μὲ καρυδώνουν, γιὰ νὰ μὴ φωνάζω:
    «Ὄρσε, Ἑλλάδα Γραικύλων ἀντιχρίστων!»
    Ἄχερα μὲ μπουκώνουν κάθε μέρα.
    Καὶ ποιοί; Τοῦ σκλαβοπάζαρου ἡ σαβούρα.
    Καὶ πῶς; Ἔχουν ἀφέντη τὰ σκυλιὰ
    καὶ δαγκάνουν τὰ πόδια σου, Ἱστορία.

    Πῶς θὰ σωθοῦμε ἀπ᾿ τὴν «ἐλευθερία»
    τῆς σκλαβιᾶς μας κι ἀπὸ τὸν «ὑπὲρ πατρίδος»
    τῶν προδοτῶν; Καὶ πότε ἀπ᾿ τοὺς θεοὺς
    τῶν ἀθέων καὶ τῶν ἀνθρωποφάγων;
    ΒΑΡΝΑΛΗΣ

    The Beatles – Free As A Bird

    12. ελευθερία

    Ίσως η κούραση, ίσως η νυχτερινή ομίχλη
    καθώς επέστρεφα στο σπίτι μου
    από τους γνωστούς δρόμους
    που κάθε τους δέντρο, κάθε στροφή
    είναι φορτωμένη πια τις ίδιες σκέψεις
    τα ίδια συναισθήματα
    ξαφνικά
    αισθάνθηκα ότι δε ξέρω που είμαι.

    εκείνη την ελάχιστη στιγμή
    μέχρι να γίνουν πάλι όλα γνώριμα
    έζησα μια απέραντη ελευθερία.

    Κώστας Ψαράκης
    (Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή Ο Καπετάν Περδίκης και τα συναισθήματα θανάτου)

    Για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά

  2. AΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    ΔΙΟΡΘΩΣΗ:

    Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία

    ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ φυσικά. Ο δαίμων της βιασύνης και της αφηρημάδας έβαλε το χέρι του.

  3. Ciao Aggeliki!… Συμβαίνουν από απροσεξία ή από «κεκτημένη ταχύτητα» και «λάθη»… Αν προσέξεις όμως καλύτερα έχω στην αρχή της ανάρτησης όλη τη στροφή από την «Ωδή: Ες Σάμον» του Κάλβου…

    *Επέλεξα το θέμα «Ελευθερία» στον απόηχο της 25ης Μαρτίου, κατ’ εξοχήν ημέρα της ελευθερίας για τους Έλληνες…

    *Ωραιότατες οι παραθέσεις σου!… Grazie mille!!!

    -«Οι ελευθερωτές» από το «Κάντο Χένεραλ» του Νερούντα σε μελοποίηση Θεοδωράκη…

    -«Αληθής πολίτης είναι όποιος ζει με ελευθερίαν ή αποθνήσκει δια την ελευθερίαν.»
    (ΑΝΩΝΥΜΟΥ, «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ»)

    -«Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
    δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
    Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
    της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !»
    (Α. Σικελιανός)

    -«Παντού, σε πέλαα και σε στεριά
    λαλάτε τη την λευτεριά.»
    (Α. Σικελιανός)

    -ΗΛΙΑΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»

    «Μισώ το νόμο
    που δεν αναγνωρίζω
    που δεν αναγνωρίζει
    πως το μέλλον
    μου ανήκει για πάντα

    Υπερασπίζομαι τα όνειρα
    που στόλισαν τις μέρες
    και τις νύχτες των νεκρών
    τα δάκρια και τα αίματα
    που πότισαν τους δρόμους
    και τα πεζοδρόμια

    Ζω μόνο
    χάρη στις ζητωκραυγές
    που καταλύουν τα σκοτάδια
    και την τόλμη
    που νικά το θάνατο

    Γνώρισα ταπεινώσεις εξορίες
    φυλακές. Δε λύγισα. Μπορώ λοιπόν
    Χωρίς ντροπή να συστηθώ

    -Με λένε: Ελευθερία»

    -ΠΑΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥΝΗΣ, «ΛΕΥΤΕΡΙΑ»

    «Λευτεριά αχ λευτεριά
    με το πορφυρό φόρεμα
    και τα γαλάζια φτερά,

    Πόσο κοντά είσαι, πόσο μακρυά,
    φύγε από τα δίχτυα
    του αίματος

    έλα κοντά μας.»

    -ΣΤΕΛΙΟΣ ΓΕΡΑΝΗΣ, «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΠΛΑΤΥΦΥΛΛΗ»

    Ελευθερία πλατύφυλλη
    ανοιχτή ελευθερία σαν ουρανός
    διάπλατο βορεινό μου παράθυρο
    και νερό τρεχούμενο στα μαλλιά μου!
    παρθένα χαραυγή ως το θάνατο
    και ρίγος φλύαρο στ’ ολόγυμνο κορμί μου!

    Ελευθερία πλατύφυλλη
    μοναδικέ μου αφρέ θαλασσινέ
    πρώτη σελίδα μπρος τα μάτια μου
    και τελευταία χαρά στη δύση της φωνής μου!

    Ελευθερία πλατύφυλλη
    ανοιχτή ελευθερία σαν ουρανός!

    Είμαι τυφλός, χωρίς εσένα, ελευθερία μου!
    Ανάπηρος χωρίς το δεξί σου χέρι στον ώμο μου.
    Η καρδιά μου αμμόλοφος –
    μια πέτρα
    βουλιαγμένη
    στα πιο
    βαθιά μου
    όνειρα!

    Δεν υπάρχει ουρανός, χωρίς εσένα, ελευθερία μου!
    Κούφιο το στήθος μου
    ακατοίκητο
    να το γεμίζουν λάσπες
    και σκουπίδια!

    Είμαι τυφλός, χωρίς εσένα, ελευθερία μου!
    Κι αυτή η καρδιά μου η ραγισμένη
    κι αυτός ο αμμόλοφος στο στήθος μου
    μέρα και νύχτα με κεντούν
    και μου ζητούν
    ανεμοστρόβιλους!

    Είμαι τυφλός, χωρίς εσένα, ελευθερία μου!»

  4. AΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    Είδα το «Εις Σάμον» -γιατί το είχα κι εγώ στα συμπαρομαρτούντα μου.
    Απλώς, θέλησα να δώσω έμφαση με τον πασίγνωστο στίχο του Κάλβου και να τον βάλω ως μότο σε όσα ακολουθούσαν.
    (Κάπου εκεί την έκανα την πατάτα μου.)

    Ή Ελευθερία, ή ησυχία. Πρέπει να διαλέξετε. Ή θα είστε ελεύθεροι, ή θα είστε ήσυχοι. Και τα δύο μαζί δε γίνονται.
    Θουκυδίδης

    1. Κ. Καρυωτάκη,
    Στο άγαλμα της ελευθερίας που φωτίζει τον κόσμο

    Λευτεριά, Λευτεριά, σχίζει, δαγκάνει
    τους ουρανούς το στέμμα σου. Το φως σου,
    χωρίς να καίει, τυφλώνει το λαό σου.
    Πεταλούδες χρυσές οι Αμερικάνοι,
    λογαριάζουν πόσα δολάρια κάνει
    σήμερα το υπερούσιο μέταλλό σου.

    Λευτεριά, Λευτεριά, θα σ’ αγοράσουν
    έμποροι και κονσόρτσια* κι εβραίοι.
    Είναι πολλά του αιώνος μας τα χρέη,
    πολλές οι αμαρτίες, που θα διαβάσουν
    οι γενεές, όταν σε παρομοιάσουν
    με το πορτραίτο του Dorian Gray.

    Λευτεριά, Λευτεριά, σε νοσταλγούνε,
    μακρινά δάση, ρημαγμένοι κήποι,
    όσοι άνθρωποι προσδέχονται τη λύπη
    σαν έπαθλο του αγώνος, και μοχθούνε,
    και τη ζωή τους εξακολουθούνε,
    νεκροί που η καθιέρωσις τους λείπει.

    2. Μάρκου Αυγέρη, Στο άγαλμα της ελευθερίας

    Φωνές, δάκρυα ικεσίας, χέρια υψωμένα,
    φωνές της οργής, της κατάρας και του
    τρόμου.
    Λαοί που μάχονται να ζήσουν στρέφονται σε
    σένα
    που είσουνα υπόσχεση κι ελπίδα.
    Το τεράστιο ανάστημα σου
    είναι τώρα ο τρόμος των λαών.
    Οι πρώτοι κάτοικοι σ’ αυτή τη χώρα
    φυλές αρχαίες όσο κι ο κόσμος
    είναι εξοντωμένοι.
    Μεμιάς στιγμής χειρονομία σου μεγάλες
    πολιτείες
    καίονται σα λαμπάδες.
    Θα κάψει τη γη ο αναμμένος δαυλός σου;
    Οι χώρες που η ρομφαία σου προστατεύει
    πνίγονται στα δάκρυα.
    Στρέφονται σε σένα που είναι τ’ όνομά σου
    υποκρισία κι αίνιγμα το πρόσωπό σου.
    Με τις γκρεμισμένες πολιτείες και την καμένη
    γη
    τον ύμνο σου θα υψώσεις και τη δόξα;
    Είναι τα σπλάχνα σου νεκρά;
    κι είναι κλεισμένες σιδερόδετες οι ακοές σου;
    Σαν πιο θανατερή κι απ’ το τραγούδι των
    Σειρήνων
    είναι η φωνή σου, δολερή.
    «Λάτε σε μένα οι πρόσφυγες της ζωής,
    οι αποδιωγμένοι των εθνών
    όσοι δεν έχετε στον ήλιο μοίρα…».
    Και ν’ ακούω του αητού σου το κρώξιμο
    απάνω σε βουνά πτωμάτων.

    3. Κώστα Χατιάδη, Παράκληση στο άγαλμα της ελευθερίας

    Άγαλμα της Ελευθερίας
    ασπίδα της σημαίας των σαράντα εννιά αστεριών
    εγώ, ένα από τα χιλιάδες παιδιά σου
    που παίζουν με τα πρόβατα στα λιβάδια της γης
    ζητάω τη βοήθειά σου
    όπως ο τυφλός απ’ το θεό το φως του.
    Έλα μανούλα μου να με γλυτώσεις
    προτού με ιδείς σαν τ’ άλλα μου τ’ αδέρφια
    στο στόμα του Μολώχ,
    έλα όσο μπορείς πιο γρήγορα
    να βρεις την πόρτα μου ανοιχτή
    και την καρδιά μου ακόμα να χτυπάει.
    Σήκωσε τα χάλκινα ποδάρια σου
    και πήδησε
    πάνω απ’ τον τρικυμισμένο ωκεανό
    της Μεσογείου τ’ ακρογιάλια
    Ζήτησε συγγνώμη απ’ τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ\
    κι απ’ τους αγαθούς αραπάδες του Λίγκολν
    κι έλα για λίγο στο χώμα που γεννήθηκες.
    Έλα να ιδείς πώς γιορτάζουμε τώρα τη Λαμπρή
    μοιράζοντας μίσος και οβίδες στα μικρά παιδιά
    αντίς για κόκκινα αυγά και παξιμάδια
    Ν’ ακούσεις το τραγούδι του θανάτου
    που σφυρίζουν οι κάμποι και τα βουνά
    Έλα να ιδείς τα σύγνεφα μέσ’ στη ψυχή μας
    μαύρα σαν τα φτερά του κορακιού
    Ν’ ακούσεις τα βήματα της ερημιάς πάνω στο χιόνι
    να τρίζουν σαν ξεραμένα φρύγανα
    σε πολιτείες και σε χωριά.
    Το ξέρω μάνα μου
    πως αυτό που σου ζητάω είναι χάρη τρανή.
    Ξέρω πως προστατεύεις
    τις πορτοκαλιές των περιβολιών της Καλιφόρνιας
    και τα απέραντα βοσκοτόπια του Φαρ Ουέστ.
    Σκέψου όμως,
    πως δεν είναι μόνο τα δικά μου μάτια που σε βλέπουν
    όπως τα χλωρά σπαρτά τον ήλιο
    Σε βλέπουν τα γυάλινα μάτια του Νέγρου
    που τον κρεμάσανε οι διαλεχτοί της ράτσας
    χτες το βράδυ με τη βροχή.
    Τα μάτια του Τζακ Μιλς που ξέχασε τα πόδια στη Μπούρμα
    και τώρα κρυώνει κάτω από τη γέφυρα του Μπρούκλιν.
    Σε κοιτάνε τα μάτια του Νικ Πάτερσον
    που πουλάει έμπλαστρα στο Σόχο.
    Είναι αυτός που έπεσε πρώτος με αλεξίπτωτο στη Νορμανδία.

    4. «ΜΗΝΥΜΑ- Προτροπή προς νέους»

    «Πάντα να πολεμάς και ν’ αντιστέκεσαι, κι ας μένεις μόνος.
    Μονάχος, έρημος, γαλήνιος, να πολεμάς για το καλό του Ανθρώπου….
    Κάνε νέε, τη λευτεριά θούριο, κραυγή, οργισμένα βήματα
    έργο – και όχι πάρεργο. Τους δεσποτικούς να χτυπάς
    να χτυπάς τους χαμαιλέοντας, τους yes men.
    Κι αν κιοτέψεις να χτυπάς – να χτυπιέσαι. Να χτυπάς τους καιροσκόπους
    τους βωβούς φόβω, τους φωνασκούς, τους αδιάφορους.
    Να χτυπάς τους γλεντοκόπους, όταν οι ελεύθεροι σκλάβοι μοχθούν.
    Να χτυπάς τους κερδοσκόπους. Με του λυτρωμού τον πόνο
    να αδερφώνεσαι και να χαίρεσαι. Κι όλο ευθύγραμμα να προχωράς
    τραγουδώντας το τραγούδι το ατραγούδιστο της Λευτεριάς
    ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΣΟΧΕΡΑΣ

    5. Cheryl Clarke, Ελεύθερη σάρκα

    εάν δεν είχες επιλέξει την επικίνδυνη ενασχόληση με την
    ελευθερία ίσως περπατούσες ξυπόλυτη στους
    κόκκινους λόφους της Βόρειας Καρολίνας χέρι χέρι με
    την Κακούγια αντί να αλλάζεις μεταμφιέσεις και ταυτότητες
    διασχίζοντας τους σταθμούς του μετρό κατασκηνώνοντας σε
    ιερά εδάφη ιθαγενών.
    Ίσως να ήσουν αυστηρή δασκάλα
    πτυχιούχος
    ακτιβίστρια
    αντί για οδηγός σκλάβων προς την ελευθερία
    εικόνα σε ταχυδρομείο
    ή σε προχειροσχεδιασμένες αφίσες που λανσάρουν
    ελευθερία.
    ίσως είχες συνεχίσει να μαθαίνεις μόνη
    κιθάρα
    να γράφεις πολιτικά ποιήματα
    ή να ’χες γίνει ρήτορας
    αντί για πρώην πολιτική κρατούμενη
    παράδοξο ειρωνείας φαινόμενο
    σάρκα ελευθερίας.

  5. Καλημέρα, Αγγελική!!!!…

    -Νικηφόρος Βρεττάκος, [Ελευθερία ή θάνατος!]

    «… Και σηκώναμε τα κεφάλια μας όλοι μαζί και βλέπαμε
    τη σημαία μας να κυματίζει ψηλότερα.
    Ο ήλιος, σημαία των αδερφιών.
    Η σημαία μας.
    – Ελευθερία ή θάνατος!»
    (Απόσπασμα από το ποίημα «33 ημέρες» της ομότιτλης Συλλογής [1945]).

    -Κ. Βάρναλης, «Για λευτεριά και δίκιο»

    «Μόχθους, βάσανα και πόνους μάστιγας, σφαγάς και φόνους»
    ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ

    «Και πάλι στον αγώνα σκοτωμένοι,
    αλλ’ όχι νικημένοι. Η φλόγα μένει
    κατάκορφα σε στήθια και σε νου,
    στα πέρατα της γης και τ’ ουρανού.

    Άχαρα νιάτα, αγέλαστα· και γέρα
    σ’ ατέλειωτη σκλαβιά χωρίς αγέρα!
    Στον τοίχο αλυσωμένοι το σκεβρό
    τρέχουν οι σκλάβοι πριν απ’ τον καιρό.

    Μαχαίρι στο λαό, φωτιά, κρεμάλα
    ή περασμένοι αραδαριά με μπάλα!
    Τα θύματα βουνό και στην κορφή,
    ξένοι, ντόπιοι φονιάδες αδερφοί!

    Και πάλι σκοτωμένοι στον αγώνα—
    για λευτεριά και δίκιο στον αιώνα!
    Απ’ τη λάσπη του αιμάτου νά! Παλεύει
    ο Γήλιος στα μεσούρανα ν’ ανέβει.»
    (Κ. Βάρναλης, Ποιητικά, Κέδρος)

    -Κ. Βάρναλης, «Λεφτεριά»

    «Ήρθα σ’ εσένα που δεσμά δεν ξέρεις, Νύχτα ονειρομάνα,
    ψηλά στην ξάγναντη κορφή,
    ρίγος κοινό να κρούει τα πεύκα, την καρδιά μου και τον μέγα
    χορό των άστρων σου, αδερφή.

    Στα νύχια απάνω τρέμουλο τάνυσα το λιανό κορμί μου,
    την αγκαλιά ’νοιξα σταυρό
    κι έκραξα μ’ όση δύναμη μου αφήσαν άφθαρτην οι πόνοι
    κι οι πεθυμιές με τον καιρό.

    Κι έτσι σε κοίταξα πολύ, που γέμισαν νερά και σπίθες
    τα μάτια, όλο στα νύχια τανυστός.
    Κι ένιωσα οι ρίζες μου της ζωής να ξεκολλάν και να βυθάνε
    μες στο καθάριο Πνέμα του Παντός.
    Ως έκραξα, έτσι κι έγινε. Διπλά φτερούγια με σηκώσαν,
    η ίδια μου ανάσα με ύψωνε ώς εκεί·
    σπαράζοντας μέρες πολλές και νύχτες το ’χα μελετήσει:
    ήμουνα λεύτερη ψυχή!

    Μα, ως έκαμα να κατεβώ στον Κόσμο, τη χαρά να σείσω
    δαυλόν, που η φλόγα δεν τον καταλεί,
    τα πόδια αιστάνθηκα στο χώμα καρφωμένα· και στα χέρια
    αλυσίδες τριπλές· βάρος πολύ.

    Κι έκλαψα. Πόσο; Στα βαθιά λάλησε ο κόκορας αλώνια
    κι άκουσα ν’ ανεβαίνει μιαν ηχή:
    «Τη λευτεριά δεν τη ζητάν με παρακάλια, τηνε παίρνουν,
    με τα δικά τους χέρια, μοναχοί.

    Αν δεν υπάρχει όξω από σένα, ούτε και μέσα στην ψυχή σου
    έργο δικό της θα την βρεις.
    Από τους λίγους, που την έχουν, πάρ’ τη να τηνε δώσεις σ’ όλους
    μ’ όλους μαζί να τη χαρείς.

    Όπου κι αν πας, θα κουβαλείς τα σίδερα, που σου τα βάλαν
    οι όμοιοι σου κι όχ’ οι ουρανοί.
    Όσο μαζεύεις την ψυχή σου, την παρθενιά της για να σώσεις,
    τόσο την κάνεις πιο στενή.

    Την ύπαρξή σου την οκνή για να πλαταίνεις, να βαθαίνεις,
    σμίξε με τον αμέτρητο Αριθμό!
    Μέσα στου πόνου, που βογκά, την άσωτη Άβυσσο κατέβα.
    Κει θά βρεις της Αλήθειας το Ρυθμό.

    Της Ιστορίας το Νόμο ακλούθα πρώτος φωτεινά, δεν έχεις
    Μοίρα δικιά σου για οδηγό.
    Από τη Βία δε σε λυτρώνουν παρακάλια, καλοσύνη
    και το ξετύλιμα τ’ αργό…»

    Αντάρ’ από τη γης υψώθη. Η αυγή στον ουρανόν αντίκρα.
    Άκουσα να βαρούν σπαθιά,
    πελέκια και λοστοί. Πηχτό ποτάμι φούσκωνεν αιμάτου.
    Η Πολιτεία σωριάζονταν βαθιά.

    Μέσα σε φλόγες και καπνούς ανάμαλλ’ είδα να ξετρέχει
    τους άνομους γιγάντια Δίκη.
    Και με τρεχάματα τρελά, μ’ αλαλητά του θανατά
    στα Τάρταρα γκρεμίζονταν οι Λύκοι.»
    (Κ. Βάρναλης, Ποιητικά, Κέδρος)

Σχολιάστε