Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Πες το με ποίηση (26ο): «Χαρά»…

 

Φρίντριχ Σίλλερ «Ωδή στη Χαρά»

 

Κόρη εσύ των Ηλυσίων, ω Χαρά, σπίθα πανέμορφη, Θεϊκή,
ένα πύρινο μεθύσι
στο δικό σου το ναό μας οδηγεί.
Η κακιά ό,τι σκόρπισε συνήθεια να τα μάγια σου το δένουνε ξανά,
όλοι οι άνθρωποι, ω θεά, αδερφώνονται, όπου
η φτερούγα η απαλή σου τριγυρνά.
Όλα τα έθνη αγκαλιαστείτε! Σε όλον, όλο
στέλνω εγώ τον κόσμο τούτο το φιλί.
Έναν έχουμε πατέρα, αδέρφια, εκεί
απ’ των άστρων πιο ψηλά το θόλο.

Όποιος ενός φίλου ο φίλος είναι,
όποιος πέτυχε τέτοια έξοχη ζαριά,
όποιος βρήκε μια καλή γυναίκα, ας σμίξει
τη φωνή του στα χαρούμενα βουητά.
Φτάνει μόνο μια ψυχή στον κόσμο τούτον
να μπορεί κανείς δικιά του να την πει.
Αλλ’ αυτός που δεν το πέτυχε ποτέ του,
κλαίοντας έξω από τον κύκλο ας τραβηχτεί.
Τη συμπάθεια να τιμά και να λατρεύει
όποιος ζει σ’ αυτή τη γη.
Προς τ’ αστέρια αυτή οδηγεί
όπου του Άγνωστου είν’ ο θρόνος κι αφεντεύει.

Όλα τα όντα από τα στήθια της μεγάλης
Φύσης τη χαρά ρουφούν,
και οι καλοί μα και κακοί τα ρόδινά της
ίχνη πάντα ακολουθούν.
τα φιλιά και τα σταφύλια αυτή μας δίνει,
ένα φίλο, κι ως το θάνατο πιστό.
Ηδονή και το σκουλήκι ακόμα νιώθει,
στέκει ορθό το Χερουβείμ μπρος στο Θεό.
Έθνη, εσείς χάμω θα πέσετε, εσείς μόνο;
Πες! Τον πλάστη τον μαντεύεις, κόσμε εσύ;
Θα τον βρεις πάνω απ’ των άστρων τη σκηνή.
Πάνω απ’ τ’ άστρα το μεγάλο του έχει θρόνο.

Η φτερούγα η δυνατή στην αιώνια φύση
ονομάζεται χαρά.
Τους τροχούς μες στο τρανό ρολόϊ του κόσμου
η χαρά τους σπρώχνει πάντοτε μπροστά.
Απ’ τα ουράνια, στης χαράς το κάλεσμα ήλιοι
ξεπετιούνται, κι απ’ τα σπέρματα οι ανθοί
Η χαρά μέσα στο χάος γυρίζει σφαίρες
που αστρονόμου δεν τις γνώρισε γυαλί.
Όπως οι ήλιοι αναγαλλιάζοντας πετάνε
στην ουράνια, την υπέρλαμπρη απλωσιά,
μπρος!, αδέλφια, με χαρούμενη καρδιά,
όμοιοι με ήρωες που γραμμή στη νίκη πάνε.

Απ’ τον πέτρινο καθρέφτη της αλήθειας
στον ερευνητή χαμογελά.
Στην τραχιά της αρετής κορφή ανεβάζει
τον που σηκώνει ένα φορτίο και δεν βογκά.
οι σημαίες της κυματίζουνε στης πίστης
το βουνό το φωτερό.
σπάει το φέρετρο και μέσα απ’ τις ραγάδες
λάμπει εκείνη στων αγγέλων το χορό.
Λαοί, θάρρος! η αντοχή να μη σας λείψει,
και για ανώτερο έναν κόσμο υπομονή!
Πάνω εκεί, περ’ απ’ των άστρων τη σκηνή,
ένας θεός στέκει τρανός, και θ’ ανταμείψει.

Με τους θεούς πώς να τα βάλεις; Είν’ ωραίο
να τους μοιάσεις. τούτο αρκεί.
Ας σιμώσουν οι φτωχοί κι οι πονεμένοι
να χαρούν με τους χαρούμενους κι αυτοί.
Όχι εκδίκηση και μίση. ας ξεχαστούνε.
στον θανάσιμον οχτρό συγγνώμη πια.
ας μην πιέζουνε τα μάτια του τα δάκρυα,
κι άλλο τύψη ας μην του τρώει πια την καρδιά.
Μας χρωστούν; Όλ’ ας σκιστούνε τα τεφτέρια!
Συμφιλίωση γενική!
Όπως κρίναμε, αδελφοί,
έτσι κρίνει κι ο Θεός ψηλά απ’ τ’ αστέρια.

Η χαρά σπιθοβολάει μες στα ποτήρια.
μέσα στο αίμα το χρυσό του σταφυλιού
ηρωισμού ρουφούν ορμή οι απελπισμένοι,
κι οι κανίβαλοι γαλήνεμα του νου.
Το ποτήρι όταν το γύρο του θα κάνει,
απ’ τις θέσεις σας αδέρφια μου, όλοι ορθοί!
Ως ψηλά τον ουρανό οι αφροί ας ραντίσουν
προς το πνεύμα του Αγαθού τούτη η σπονδή!
Που γι αυτόν χορός αγγέλων ύμνους ψάλλει
και των άστρων τον δοξάζουν οι χοροί.
Προς το πνεύμα του Αγαθού τούτη η σπονδή
περ’ απ’ τ’ άστρα, μες στου απείρου την αγκάλη.

Αντοχή στα πικρά βάσανα, βοήθεια
όπου ένας αθώος θρηνεί,
σταθερότητα στον όρκο, την αλήθεια
και σ’ οχτρούς μα και σε φίλους αντικρύ.
μπος σε θρόνους ρηγικούς αντρείκια στάση,
κι αν, αδέλφια μου, στοιχίσει ή αίμα ή βιός,
το βραβείο να πάει σ’ αυτόν που δούλεψε άξια,
και στις γέννες της ψευτιάς ξολοθρεμός!
Πιο σφιχτά στον άγιο κύκλο αυτόν πιαστείτε,
όρκο δώστε στο σπιθάτο αυτό κρασί
πως θα μείνετε στο τάξιμο πιστοί.
Στον ουράνιο δικαστή μας ορκιστείτε.

(Μετ. Θρασύβουλου Σταύρου)

 

-Γιάννης Ρίτσος, «Ωδή στη χαρά»

(απόσπασμα)

Ω Χαρά, στα λαμπερά, ιερά νερά
σκέψης νέας, αντιφέγγει τ’ όραμά Σου.
Να φυτρώσεις των ανθρώπων ετοιμάσου
τα φτερά.

Όχι αγέρας, μήτε σύννεφο χρυσό
που τα μάτι’ αλληθωρίζουν να τοξεύουν.
Χέρια μπρούντζινα στο μπρούντζο Σε λαξεύουν
κολοσσό.

Δεν προσέχεις του ζητιάνου το κερί
στα φαράγγια που δακρύων κυλούσε κρήνη
των θαυμάτων Σου θ’ ανθίσουν τώρα οι κρίνοι
δροσεροί.

Τους πυλώνες που τους κράτησαν κλειστούς
– σκλάβα, Εσύ που με θεό Σ’ είχαν κοιμίσει –
τους γκρεμίζουν αλαλάζοντας τα μίση
με λοστούς.

Στων ονείρων τους ναούς γονατιστοί
σε δεήσεις δεν σταυρώνουνε τα χέρια.
Έχεις όποιον τους λυγμούς κάνει μαχαίρια
εραστή. […]

 

Ω Χαρά, θα Σ’ αντικρίσουν οι θνητοί

με το βλέμμα της αγάπης, με το στόμα,

που φιλιέται και φιλά, του ηλίου τ’ όμμα

θ’ ανοιχτεί.

 

Ω Νιότη, ω Χαρά,

Σου σπέρνονται οι κάμποι

μ’ αστέρων σπορά,

και λιώνει την κάμπη

το φως του Βορρά. […]

 

Ο κόσμος ορθός

με στόματα χίλια

θα ψάλλει καθώς

μ’ ενός μόνο χείλια,

σαν ένας ανθός.

 

Θα γλείφει τη γη

σαν κύμα η γαλήνη,

την κάθε πληγή

με φως θα ξεπλύνει

κρυστάλλων πηγή.

 

Ω πρώτη Χαρά

θαρθείς στο πλευρό των

μ’ αγάπης φτερά

και μ’ άνθη χλωρά μεγάλων ερώτων.

(Γιάννης Ρίτσος, Ποιήματα, τ. 1ος, Κέδρος)

 

-Νίκος Καρούζος, «Η χαρά»

 

“Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο στήθος

έρημος ως τα σπλάχνα

δεν τραγουδάς

δεν ανοίγεσαι μες στη λησμονιά κι ολοένα θυμάσαι

χρόνος αδηφάγος οπού σε κάνει αυξανόμενο νεκρό.

Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο στήθος

ή ο λαιμός να καίγεται –

ποιος άλλος θρίαμβος

των ηττημένων…

Α  η χαρά μας είναι τρομερή με τ’ αστέρια

κομματιασμένα σε δροσερό θάνατο.

Κι ο ήλιος κάθε μέρα έρχεται

μ’ ένα παλιό όπλο και πολλές σφαίρες.”

(Ν. Καρούζος, Τα ποιήματα, τ. Α’, Ίκαρος)

 

-Κώστας Καρυωτάκης, «Χαρά»

 

Ελπίζω το λουλούδι και απ’ τα σχίνα.
Γελάει το χλόισμα σαν τον έρωτά μου.
Το πεύκο παίζει αβρό με την αχτίνα.
Θα ευώδιασαν οι τάφοι, κλίνες γάμου.

 

Παλμός του δάσους, φεύγει μια ελαφίνα.
Και δίπλα που ξαπλώσαμε δω χάμου,
την ψυχούλα τους στάζουν άγρια κρίνα
κι ανοίγει, ρόδο αιμάτινο, η χαρά μου.

 

Τη βλέπω — στα μαλλιά σου πνέει — την άυρα.
Είναι βαθιά τα μάτια σου όπως να ‘βρα
το δρόμο της ζωής μου, τον Απρίλη.

 

Πια δεν πονώ μηδέ την ανεμώνη,
στης γης η ερωτοπάλη που τη λειώνει,
καθώς ορμάω για να σου πιω τα χείλη.

(Κ. Καρυωτάκης, Άπαντα ποιήματα και πεζά, εκδ. Πέλλα)

Single Post Navigation

8 thoughts on “Πες το με ποίηση (26ο): «Χαρά»…

  1. XAΡΑ
    Χαρά, Χαρά, ζεστὴ ἀγαπημένη
    Τραγούδι ἀστείρευτο σὲ χείλια χιμαιρικὰ
    Στὰ γυμνά μου μπράτσα τὸ εἴδωλό σου συντρίβω
    Χαρὰ μακρινή, σὰν τὴ θάλασσα ἀτέλειωτη
    Κουρέλι ἀκριβὸ τῆς πικρῆς ἀναζήτησης
    Ἄσε νὰ φτύσω τὸ φαρμάκι τῆς ψεύτρας σου ὕπαρξης
    Ἄσε νὰ ὁραματιστῶ τὶς νεκρὲς ἀναμνήσεις μου
    (Ἀνελέητο κύμα τῆς νιότης μου).
    Ὢ ψυχὴ τὴν ἀγωνία ἐρωτευμένη!
    (Μανώλης Αναγνωστάκης)

    Χαρά

    Διάλειμμα χαράς

    Πεντέλη, ἄνοιξη
    Εἴμασταν χαρούμενοι ὅλοι ἐκεῖνο τὸ πρωὶ
    θεέ μου πόσο χαρούμενοι.
    Πρῶτα γυάλιζαν οἱ πέτρες τὰ φύλλα τὰ λουλούδια
    ἔπειτα ὁ ἥλιος
    ἕνας μεγάλος ἥλιος ὅλο ἀγκάθια μὰ τόσο ψηλὰ στὸν οὐρανό.
    Μιὰ νύμφη μάζευε τὶς ἔνοιές μας καὶ τὶς κρεμνοῦσε στὰ δέντρα
    ἕνα δάσος ἀπὸ δέντρα τοῦ Ἰούδα.
    Ἐρωτιδεῖς καὶ σάτυροι παῖζαν καὶ τραγουδοῦσαν
    κι ἔβλεπες ρόδινα μέλη μέσα στὶς μαῦρες δάφνες
    σάρκες μικρῶν παιδιῶν.
    Εἴμασταν χαρούμενοι ὅλο τὸ πρωΐ
    ἡ ἄβυσσο κλειστὸ πηγάδι
    ὅπου χτυποῦσε τὸ τρυφερὸ πόδι ἑνὸς ἀνήλικου φαύνου
    θυμᾶσαι τὸ γέλιο του: πόσο χαρούμενοι!
    Ἔπειτα σύννεφα βροχὴ καὶ τὸ νοτισμένο χῶμα
    ἔπαψες νὰ γελᾶς σὰν ἔγειρες μέσα στὴν καλύβα
    κι ἄνοιξες τὰ μεγάλα σου τὰ μάτια κοιτάζοντας
    τὸν ἀρχάγγελο νὰ γυμνάζεται μὲ μία πύρινη ρομφαία-
    «Ἀνεξήγητο» εἶπες «ἀνεξήγητο
    δὲν καταλαβαίνω τοὺς ἀνθρώπους
    ὅσο καὶ νὰ παίζουν μὲ τὰ χρώματα
    εἶναι ὅλοι τους μαῦροι».
    ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

    Τρελὴ Χαρά

    Μὲ γυμνὸ πόδι στὰ πλούσια τὰ λουλούδια,
    μὲ ξέπλεγα στὶς αὖρες τὰ μαλλιά της,
    πετᾷ ἡ τρελὴ Χαρὰ μὲ τὰ τραγούδια,
    παιδούλα δροσερὴ σὰ μοσχομπάτης.
    Σὰν πεταλούδα βελουδένια χνούδια
    τινάζει ἀπ᾿ τὰ πολύχρωμα φτερά της
    καὶ στὰ τετράξανθά της τὰ πλεξούδια
    κάτι ἀντιφέγγει σὰ μεσημεριάτης.
    Καὶ τὴ χαρά της δὲν κρατάει στὰ στήθια,
    μὰ ἐκεῖ ποῦ τρελὰ κράζει: τί μοῦ λείπει;
    νὰ σοῦ πετιέται ἀπὸ τὰ κουφολίθια
    ἡ γριὰ ἡ Ἠχὼ καὶ τῆς φωνάζει: ἡ λύπη!
    εἶμαι γριὰ καὶ ξέρω· μόνον ἂν πάθῃς,
    μπορεῖς καὶ τί ῾ναι ἡ χαρὰ νὰ μάθῃς.
    ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΡΥΠΑΡΗΣ

    Γιατί ἡ χαρά

    Γιατί ἡ χαρά, ἡ λίγη μας χαρὰ
    σὲ λύπη θὰ μᾶς βγάλει;
    Σὰ σύννεφο θλίψη μᾶς σκέπασε
    καὶ γέρνουμε στὴ θλίψη τὸ κεφάλι.

    Λιώνω ἀδερφὴ κι ἀπόκρυφη
    σὲ σῴνει ψυχοπόνια.
    Φεύγουν οἱ μαῦροι γερανοὶ καὶ παίρνουνε
    στὰ μαῦρα τους φτερὰ τὰ χελιδόνια.

    Γιατί ἡ χαρά, ἡ λίγη μας χαρὰ
    σὲ λύπη νὰ μᾶς βγάλει;
    Ἐξεχειμωνιαστήκαμε
    σὲ ξένους τόπους πάλι.

    ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΡΥΠΑΡΗΣ

    Ένας κόμπος η χαρά μου

    Ποίημα που του λείπει η χαρά αφιερωμένο σε γυναίκα υπέροχη δωρήτρια πόθου και γαλήνης

    αφού το θέλεις
    γυναίκα αρμονική κι ωραία
    έτσι καθώς ένα βράδυ του Μαϊού ετοποθέτησες απλά κι ευγενικά μιαν άσπρη ζωντανή γαρδένια
    ανάμεσα στα νεκρά λουλούδια
    μέσα στο παλιό – ιταλικό μού φαίνεται – βάζο με παραστάσεις γαλάζιες τεράτων και χιμαιρών
    έλα
    πέσε στα χέρια μου
    και χάρισέ μου
    – αφού το θέλεις –
    τη θλίψη τού πρασίνου βλέμματός σου
    τη βαθειά πίκρα των κόκκινων χειλιών σου
    τη νύχτα των μυστηρίων που είναι πληγμένη μέσα στα μακρυά μαλλιά σου
    τη σποδό του υπέροχου σώματός σου
    (Νίκος Εγγονόπουλος)

    Η χαρά

    Είναι ώρα, στιγμή Παραδείσου,
    ότε φάσματα παύουν θολά,
    και τα πάντα θεάται καλά
    η ψυχή σου.

    Φεύγει τότε ο νους και η κρίσις.
    Η καρδία γλυκύθυμος ζει,
    και μ’ αυτήν εορτάζει μαζί
    όλ’ η φύσις.

    Πλημμυρίς αισθημάτων ωραίων.
    Αναπάλλει το στήθος γλυκύ,
    και καλείσαι και είσαι εκεί
    ανακρέων.

    Η νεότης λαμπρά σε ποτίζει
    θείον νέκταρ αφάτου χαράς,
    και των πόθων ευώδης βορράς
    παιανίζει.

    Η ψυχή αναλύετ’ εις μύρον.
    Και θανάτους, θεούς λησμονείς,
    και μεθύσκεις εντός ηδονής
    ως ονείρων.

    Πλην πριν έτι καλώς εννοήσω
    ότι έχαιρον, φεύγ’ η χαρά!
    Φευ! Καθώς αστραπή τις περά…
    Πώς θα ζήσω;

    Η χαρά μας εδώ η βραχεία
    αντανάκλασις είναι αυτής,
    ην συ άνω, Θεέ μου, κρατείς;
    Φαντασία…

    Την χαράν θεωρώ ειρωνείαν.
    Μετά μέλιτος γεύσιν πολλήν,
    τα λοιπά ανευρίσκεις χολήν
    και ανίαν.
    ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

    HΔONH
    Χαρά και μύρο της ζωής μου η μνήμη των ωρών
    που ηύρα και που κράτηξα την ηδονή ως την ήθελα.
    Χαρά και μύρο της ζωής μου εμένα, που αποστράφηκα
    την κάθε απόλαυσιν ερώτων της ρουτίνας.
    ΚΑΒΑΦΗΣ

    ἵνα ἡ χαρὰ ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη (Α’ Ιωάν.1,4)

    Κοίτα τη χαρά σου
    για να μπορέσεις
    να την δώσεις
    και στους άλλους
    δίχως μιζέρια
    δίχως δισταγμό

    και για να χαρείς
    μετά τη χαρά
    που θα προσφέρεις
    και θα δεις
    πάνω στο βλέμμα
    των αθώων
    για να δουν
    στη συνέχεια
    την αντανάκλαση

    γιατί το έργο
    πρέπει να παράγει
    τελειότητα
    αν δεν μπορεί
    πληρότητα
    για την απόλαυση
    της Ανθρωπότητας.
    (Ν. Λυγερός)

    Της χαράς μαγαζί –ΤΡΙΦΩΝΟ

    Σκοντάφτει στην Χαρά

    Ποια είναι η διαφορά
    Ανάμεσα στη δική σου εμπειρία της Ύπαρξης
    Και αυτήν ενός αγίου;

    Ο Άγιος ξέρει
    Ότι το πνευματικό μονοπάτι
    Είναι ένα μεγαλειώδες παιχνίδι σκακιού με τον Θεό

    Και ο Αγαπημένος
    Μόλις έκανε μια τόσο Φανταστική Κίνηση

    Που ο άγιος τώρα συνεχώς
    Σκοντάφτει στη Χαρά
    Και ξεσπά σε Γέλια
    Και λέει: «Παραδίνομαι!»

    Ενώ εσύ, αγαπητέ μου,
    Φοβάμαι ότι ακόμα νομίζεις

    Ότι έχεις χίλιες σοβαρές κινήσεις.
    Hafiz (c. 1320-1389)
    (Shams-ud-din Muhammad)

    Όλα με τη γλώσσα της χαράς

    Το πιοτί του πόνου που πονώ
    σε κερνώ, ψυχή, για να μεθύσεις
    τ’ άλικα τα ρόδα στο βουνό
    στο χλομό ξεψύχισμα της δύσης,

    Τ’ αυγινό που δίνει το φιλί
    απαλά στη μάγισσα την πλάση,
    η γλυκιά του ήλιου ανατολή
    που ξυπνά τ’ αηδόνια μεσ’ τα δάση,

    Η σαν ρόδου φύλλον απαλή
    η γλυκιά, η ασύγκριτή μου αγάπη,
    που σκορπά το φως της και διαλεί
    μεσ’ από τη σκέψη μου τα θάμπη,

    Κι όλα τ’ αστρανάμματα μαζί
    κι όλα τα τραγούδια των κυμάτων
    κι ό,τι υπάρχει ακόμα κι ότι ζει
    έξω από τη νάρκη των μνημάτων,

    Όλα με τη γλώσσα της χαράς
    με καλούν να ζήσω, μα ώ, τι κρίμα
    άμοιρη ψυχή, μη σπαρταράς
    κάτι με τραβά σε κάποιο μνήμα

    Του πιοτού του πόνου που πονώ
    στην υγειά του κόσμου που θ’ αφήσεις
    πιές και το ποτήρι το στερνό,
    άμοιρη ψυχή, για να μεθύσεις.
    (Φώτης Αγγουλές)

    Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά
    Μετά τη θλίψη ν’ αποφεύγει
    Κι έπειτα εκείνα τα μικρά παυσίπονα
    Που ξεγελούν τον πόνο.

    Ύστερα, να πάει να κοιμηθεί
    Και τελικά, αν είναι δυνατόν,
    Το θέλημα τ’ Αφέντη της
    Την άδεια να πεθάνει.
    Έμιλυ Ντίκινσον (μετάφραση: Σπύρος Δόικας)

    Θέλω να βγω να γελάσω να πιω απ’ της λήθης τη χαρά

    ΑΝΟΙΞΗ

    Ζητώ λίγη χαρά και ευτυχία.
    Περιπατώ στους δρόμους.
    Αναζητώντας το νόημα
    της ζωής.

    Συναντώ ανθρώπους
    σκυθρωπούς.
    Μελαγχολικούς αμίλητους.
    Η θλίψη θλίψη θα φέρει.
    Στο σκοτάδι δεν ανθίζουν
    τα λουλούδια.
    Σταματώ σ`ένα ανθισμένο
    κήπο.

    Είναι άνοιξη και η φύση
    ευωδιάζει μυρωδιές.
    Απλώνω το χέρι και κρυφά
    σαν κλέφτης διαμαντιών
    από κεντρικό κοσμηματοπωλείο.
    Κόβω ένα ανθισμένο λουλούδι.

    Δεν ξέρω το όνομα του.
    Βλέπω μόνο
    την ανθισμένη καρδιά του.
    Και ευφραίνομαι.

    ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ

    Πῶς νὰ σᾶς πῶ; Σᾶς θέλω ἀνθοὺς δροσάτα παληκάρια,
    Τώρα καθὼς ἁπλώνεται ἁπαλὴ
    λίμνη ἡ καρδιά μου ἀνήσκιωτη, διάφανη καὶ καθάρια
    καθρεφτισμένες μέσα της τὶς ὄψεις σας νὰ κλῆ.

    Ὡραία χαρά, σὰ γέρνετε καθένα τὸ κεφάλι
    πρὸς τὴν καρδιά μου ἀνύποπτα, καθὼς
    σᾶς λούζει μὲ τὰ ξωτικά, μ᾿ ὅλα τὰ πλάνα κάλλη
    τοῦ ὀνείρου μου τὸ μυστικὸ καὶ τὸ γαλήνιο φῶς.
    ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ

    ΜΙΚΡΗ ΧΑΡΑ

    Ύστερα από βαρυχειμωνιά,
    η Άνοιξη.
    Τέλος της καταιγίδας,
    η Γαλήνη.
    Μετά τη νύχτα,
    το Φως.

    Ήσουν κάμπια
    και έγινες φανταχτερή πεταλούδα.
    Ήσουν πηλός
    και έγινες χρωματιστό βάζο.
    Ήσουν σπόρος
    και βλάστησες λουλούδια.

    Γι’ αυτό δε δίνω σημασία στη λύπη,
    ξέρω, θα σ’ αντικρύσω χαρά.

    (Στέλιος Σαριβασίλης)

    Brian Crain: Joys of the Heart

    Διάφορα αποσπάσματα:

    1. …Εζυγίσανε τη χαρά μου και τη βρήκανε, λέει, μικρή
    και την πατήσανε χάμου σαν έντομο.
    Τη χαρά μου χάμου πατήσανε και στην πέτρα μέσα την κλείσανε
    και στερνά την πέτρα μου αφήσανε
    τρομερή ζωγραφιά μου.
    Με πελέκι βαρύ τη χτυπούν, με σκαρπέλο σκληρό την τρυπούν
    με καλέμι πικρό τη χαράζουν, την πέτρα μου.
    Κι όσο τρώει την ύλη ο καιρός τόσο βγαίνει πιο καθαρός
    ο χρησμός απ’ την όψη μου
    ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΝΑ ΦΟΒΑΣΤΕ
    ΚΑΙ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ Τ’ ΑΓΑΛΜΑΤΑ!
    (ΕΛΥΤΗΣ)

    2. Ἄλλη χαρὰ
    δὲν εἶναι πιὸ μεγάλη
    ἀπ᾿ τὴ χαρὰ ποὺ δίνεις
    Νὰ τὸ θυμᾶσαι κοριτσάκι.
    ΡΙΤΣΟΣ

    3. Η λιγοστή διάρκεια της ζωής
    Αν πιο γλυκιά την έκανε ακόμα,
    Όσοι μέρα-τη-μέρα ζουν
    Τόσο δοσμένοι θα’ταν στη χαρά
    Που οι τροχοί οι πριονωτοί θα στόμωναν
    Της στρόβιλης τούτης λογικής
    Που ο εσωτερικός ιμάντας της
    Του νου μας προστατεύει την υγεία.
    ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ

    4. Είμαι ρολόι τσέπης, δουλεύω μια χαρά.
    Οι δρόμοι, σαυροειδείς σχισμές
    Απόκρημνες, με τρύπες για να κρυφτείς.
    Καλύτερα ν ανταμώνεις σε αδιέξοδο,

    Σ ένα παλάτι από βελούδο
    Με παράθυρα καθρέφτες.
    Εκεί κάποιος είναι ασφαλής,
    Δεν υπάρχουν οικογενειακές φωτογραφίες,
    ΣΥΛΒΙΑ ΠΛΑΘ, απόσπασμα

    5. Διαλέγουμε τις χαρές μας και τις λύπες μας
    πολύ προτού τις ζήσουμε.
    (Καχίλ Τζιμπράν)

    6. Πάρε μου το ψωμί, αν θες,
    πάρε μου τον αγέρα, μα
    μη μου παίρνεις το γέλιο σου.
    Μη μου παίρνεις το ρόδο,
    τη λόγχη που τινάζεις,
    το νερό που ξάφνου
    χυμά απ’ τη χαρά σου,
    το απότομο κύμα
    ΝΕΡΟΥΔΑ, απόσπασμα

    7. Είναι η χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μας βα-
    στάει στη ζωή.
    ΕΛΥΤΗΣ

    8. Χαρές και πλούτη κι αν χαθούν, και τα βασίλεια κι όλα,
    τίποτα δεν είναι σαν στητή, μένει η ψυχή κι ολόρθη.
    (Διονύσιος Σολωμός)

    9. Λογαριάζω να γράψω λοιπόν το Αναγνωστικό της χαράς.
    Το «Ήλιος και ζωή» για τ’ αγράμματα παιδιά του αιώνα μου.
    Ένα βιβλίο – βουνό, να γυρίζουν
    στον ήλιο τη μέρα ανάμεσα στ’ άστρα
    τη νύχτα οι σελίδες του.
    ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ

    10. Δεν τραγούδησα τις απαγορεύσεις.
    Μόνον αυτά που εισέπραττα.
    Τραγούδησα το λυγμό μου
    που είχε το βάθος ενός χαμόγελου.
    Τραγούδησα την απροσδόκητη χαρά
    που κρύβει μέσα της βαθειά
    κόκκινο άγριο χρώμα,
    το αίμα που έφτυσα
    όσο μακριά μπορούσα
    να δω προς τα πού φυσάει
    ο άνεμος να καθορίσει
    την κατεύθυνση
    τον προσεχή προορισμό μου.
    (ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ από τη συλλογή «Παραπάτημα στη χαρά»)

    PERFECT DAY

    • Ciao, Aggeliki!!!!…. Απλόχερα κι αφειδώλευτα μου δώρισες τη «χαρά»! Πόσα ποιήματα (αρκετά άγνωστα σε μένα), στίχοι και τραγούδια: ωκεανός χαράς και θα πνιγώ (από χαρά)!… Grazie moltissimo!!!!
      Ό, τι απόμεινε για μένα:

      -Ένα ακόμη ποίημα του Νίκου Καρούζου….
      Νίκος Καρούζος, «ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ»
      «Είπα την ψυχή μου με μαύρο ψωμί και μέλι
      στα χαράματα
      στους δρόμους
      στην Αθήνα.
      Τότε που ο αέρας έδενε τα σύννεφα
      σαν πεταλούδα έχασα το χνούδι.
      Τώρα δεν έχω δρόμους ουράνιους
      φεύγοντας απ’ τη θύμηση το θάνατο μαγεύω
      είν’ ο κόσμος ενάντιος
      είν’ ο Ιησούς
      τριήμερος ολοένα σκάβει την Ιστορία
      δίχως φωνή
      δίχως αγγέλους.
      Είναι μόνος ωσάν χρωματιστό πουλί
      αιωρούμενος απάνω στα νερά της κακίας
      χορηγός των ψιχίων
      ωραίος φίλος των δύο Λάζαρων —
      έδωσε τον ένα στην πείνα
      έδωσε τον άλλο στην ανάσταση.
      Κ’ εγώ γράφοντας αγγίζω τ’ αστέρια
      θνητός
      εναγκαλίζομαι την εσπέρα
      θνητός
      και μέσ’ στη νύχτα κλαίω.
      Χαίρετε σεις αηδόνια του καλού
      με διώχνουν τα χαράματα δεν έμεινε αγάπη
      τ’ άνθη της λησμονιάς —
      είπα την ψυχή μου με μαύρο ψωμί και μέλι.»

      -Ανδρέας Εμπειρίκος, «Οργανική διάσωσις της χαράς»:
      «Όντως το βαρύτιμο μετάξι που προσεδόθη στην αντλία του
      νεόκτιστο δρυμού ανταποκρίνεται στις κραυγές μα και στις θω-
      πείες των αγγέλων. Κόνικλοι πανηγυρίζουν και στη χλόη λάμ-
      πουν τα κρύσταλλα των φανοκόρων και οι σπερματοσταλίδες
      των ερωτευμένων. Η καθέλκυσις ενός σφρίγοντος λαού πλησιά-
      ζει. Μία ριπή ταχεία σαν αίλουρος ιπτάμενος μας έφερε την
      μαρμαρυγή του θριάμβου των χρυσαλλίδων ενός επαναυρεθέν-
      τος κόσμου. Στα άχυρα της απεράντου ευνής των μελλονύμφων
      θα συντελεσθή και η καθιέρωση των διαυγών και επιτέλους
      ελευθερωμένων μηχανών. Στάρι και καλαμπόκι στους δυστυχείς
      βελούδο στα κρόταλα των χορευόντων με δορκάδες κεχρί
      και κεχριμπάρι στους ανθούς αυτού του κήπου.»
      (Α. Εμπειρίκος, Ποιήματα, εκδ. Γαλαξία)

  2. Φίλε Γιάννη, πολύ αισιόδοξη (και το χρειαζόμαστε) η ανάρτηση σου περί χαράς και σε συνδυασμό με τον Μπετόβεν, αλλά και το υπέροχο συμπληρωματικό σχόλιο της φίλης Αγγελικής, απλά απογειώθηκε! Εκείνο που με εξέπληξε ήταν ότι για τη χαρά είχε γράψει κι ο Καρυωτάκης! Οποία (ευχάριστη) έκπληξη! Καλό απόγευμα!

    • Καλημέρα, joan petra, καλή Κυριακή!….
      Μες σε τούτους τους δύστηνους καιρούς μας είναι απαραίτητη η αισιοδοξία, γιατί αν «μας πάρει από κάτω», καήκαμε!
      Μας είναι αναγκαίες οι στιγμές χαράς, να τις απολαμβάνουμε και κυρίως να τις μοιραζόμαστε με τους άλλους, κυρίως αυτό, γιατί όπως έγραψε και ο Ρίτσος: «Άλλη χαρά δεν είναι πιο μεγάλη/ απ’ τη χαρά που δίνεις…»!
      Και κάτι ακόμα του Γιάννη Ρίτσου:

      Γιάννης Ρίτσος, «Εαρινή συμφωνία XVI»
      (απόσπασμα)

      «Χαρὰ χαρά.
      Δὲ μᾶς νοιάζει
      τί θ᾿ ἀφήσει τὸ φιλί μας
      μέσα στὸ χρόνο καὶ στὸ τραγούδι.
      Ἀγγίξαμε
      τὸ μέγα ἄσκοπο
      ποὺ δὲ ζητᾷ τὸ σκοπό του.
      Ὁ Θεὸς
      πραγματοποιεῖ τὸν ἑαυτό του
      στὸ φιλί μας.
      Περήφανοι ἐκτελοῦμε
      τὴν ἐντολὴ τοῦ ἀπείρου.
      Ἕνα μικρὸ παράθυρο
      βλέπει τὸν κόσμο.
      Ἕνα σπουργίτι λέει
      τὸν οὐρανό.
      Σώπα.
      Στὴν κόγχη τῶν χειλιῶν μας
      ἑδρεύει τὸ ἀπόλυτο.
      Σωπαίνουμε κι ἀκοῦμε
      μὲς στὸ γαλάζιο βράδι
      τὴν ἀνάσα τῆς θάλασσας
      καθὼς τὸ στῆθος κοριτσιοῦ εὐτυχισμένου
      ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ χωρέσει
      τὴν εὐτυχία του.
      Ἕνα ἄστρο ἔπεσε.
      Εἶδες;
      Σιωπή.
      Κλεῖσε τὰ μάτια.»

  3. @joan petra:
    Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια.

    @ Γιάννη,

    επειδή
    η χαρά φέρνει χαρά κι ο πόνος πάντα πόνο (υπέροχη Αλεξίου),

    να μια

    Μικρὴ εὐτυχία

    – Ὄνομα δὲν ἔχω,
    εἶμαι μιὰ σταλιά!
    – Πῶς νὰ σὲ φωνάζω;
    – Εἶμαι ὅλο χαρά.
    Λέγε με χαρά.
    – Νά ῾σαι πάντα μιὰ χαρά,
    ὄμορφη χαρούλα
    ποὺ εἶσαι μιὰ σταλιά!
    Γλύκα θὰ σὲ λέω,
    θὰ σὲ λέω χαρά.
    Γέλα μου γλυκά,
    νά ῾σαι πάντα μιὰ χαρά!
    (ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΑΤΛΕΡ ΜΠΛΕΗΚ)

    Κλείνω με τους εκπληκτικούς στίχους του Μαρίνου Σιγούρου:

    Στη θλίψη μας και στη χαρά συχνά οι νεκροί γυρίζουν.
    Κι οι ζωντανοί πεθαίνουνε χωρίς να το γνωρίζουν.

    • Ευχαριστώ πολύ και πάλι Αγγελική! Υπέροχοι οι στίχοι, υπέροχη και συ!…
      Καλό υπόλοιπο Κυριακής με δυο αρχαιοελληνικές ρήσεις:

      -“Αλλ’ η γαρ εκτός και παρ’ ελπίδας χαρά
      έοικεν άλλη μήκος ουδέν ηδονή.
      (Μα η ξαφνική και ανέλπιστη χαρά
      απ’ όλες τις χαρές έχει περίσσια γλύκα.)
      (Σοφοκλής, από την «Αντιγόνη»)

      -“Μια φορά υπάρχουμε, δεν υπάρχει τρόπος να υπάρξουμε δυο φορές και μάλλον δεν θα υπάρξουμε ξανά ποτέ. Κι εσύ που δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις τη χαρά. Και η ζωή πάει χαμένη με τις αναβολές και ο καθένας πεθαίνει απασχολημένος.”
      (Επίκουρος, 341-270 π.Χ.)

  4. ΥΠΕΡΟΧΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΜΑΤΟΣ

Σχολιάστε