Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Φεγγάρια και πανσέληνοι: Καρούζος, Σεφέρης, Βαρβέρης, Λεοντάρης…

Γιάννης Μόραλης- Πανσέληνος

Γράφει ο Νίκος Καρούζος:

«Ψηλά η νύχτα μοιάζει έρωτας…/ Ελκύομαι απ’ τα φεγγάρια

τι δρόμους ανοίγουν για να βρεις αγαπημένη.»

 

Και σ’ άλλο ποίημά του:

 «Το φεγγάρι κατευνάζει κάποτε/ συνήθως όμως αναστατώνει

θρασύνεται διαστέλλεται στη λαγνική του μαύρου κοινοκτημοσύνη.

Γιατί να μας εφευρίσκει ο θάνατος; …»

 

Και ο Γ. Σεφέρης στο ποίημά του «Τελευταίος σταθμός»:

 «Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσαν.

Τ’ αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις

όπως το φέρνει ο κόπος της τελειωμένης μέρας

και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,

πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.

Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω

λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη….

Σιωπές αγαπημένες της σελήνης…»

 

Ο Γιάννης Βαρβέρης πάλι γράφει για «Φεγγάρια πανσελήνου»:

 

«Κάποια γυναίκα όλο κοιτά φεγγάρια Πανσελήνου.

 

Εσύ είσαι όρος/ όταν θεριεύει ύψος

μυρίζει μέλλον φθινοπωρινό/ απαλό της μνήμης.

Σε ζωογονούνε/ ήλιος/ μ’ όσους πυρπόλησε η σκιά

θάλασσα/ με τα παγωμένα χαμόγελα στο βυθό

κι ο άνεμος/ που μας πετάει βότσαλα ευτυχίας.

 

Όμως κοιτάς φεγγάρια Πανσελήνου.

 

Μα εσύ είσαι όρος./ Ρίξε τα ξύλα και νερά σου κρουνηδόν

πάνω στα χορταράκια/ και στα πεπρωμένα/ της πανίδας

με το καλό/ με τον καιρό/ γίνε πεδιάδα

και τότε τόλμησε και τότε κοίτα.

 

Γυναίκα ήταν και κοίταζε φεγγάρια Πανσελήνου.»

Κατά τα άλλα, πανσέληνος σήμερα και έχω επιπλέον ένταση. Εκεί που με κατήντησαν εφέτος, ακόμα και το αυγουστιάτικο φεγγάρι που κάποτε το πολυπαινεύαμε, σαν… μνημόνιο το νιώθω να κάθεται πάνω από το κεφάλι μου. Βαρύ! Δυσοίωνο! Ανέλπιδο!…

«Αμα δείτε το φεγγάρι να του πείτε να μη βγει, να μη δει τα δάκρυά μου που πλημμύρισαν τη γη», η Μαρινέλλα δεν το έλεγε αυτό; Προσυπογράφω!….

 

Ας διαβάσουμε όμως τι γράφει κι ο Βύρων Λεοντάρης για τούτο το φεγγάρι το ανέλπιδο, που έλεος δεν έχει…

 

Βύρων Λεοντάρης, [Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι]

 

«Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι

απλώνει απλώνει αδιάκοπα στο δέρμα του καλοκαιριού

πήζει τον ουρανό πήζει τον άνεμο

κερώνει την καρδιά και τις χαραματιές της θύμησης

και τα σκιαγμένα πρόσωπα ψηλά στις πολεμίστρες….

 

Πεσμένοι πάνω στα καμένα βράχια με το θρυμματισμένο

πρόσωπο της ανταρσίας αναστραμμένο στο αύριο

μ’ ένα τραγούδι αλλουλούδιστο στα μάτια μας

με τα κεραυνωμένα χέρια σωριαστά

κι απ’ τα χαλαρωμένα δάχτυλα φευγάτα όλα τα ελάφια

πόσες φορές θα σκοτωθούμε ακόμα;

 

Το αίμα στο αίμα πάνω πέτρωσε δεν δίνει πια χρησμό

άδειος εδιάβηκε ο καιρός χωρίς κανένα θάμα…

πεσμένοι πάνω στα καμένα βράχια

πόσες φορές θα σκοτωθούμε ακόμα

ρωτώντας πάντα αμετανόητα ρωτώντας πού τραβάει

αυτός ο δρόμος πού περνάει

ανάμεσα σε σκοτωμένους και φονιάδες.»

 «Ω καρδιά μου- τρομαχτικότερη ΣΕΛΗΝΗ», (Ν. Καρούζος)…

 

Single Post Navigation