Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Πες το με ποίηση (73ο): «Καθρέφτης»…

«….Μεσ’ στον καθρέφτη η αγάπη μας, πως πάει και λιγοστεύει,
μέσα στον ύπνο τα όνειρα, σχολειό της λησμονιάς.
Μέσα στα βάθη του καιρού πως η καρδιά στενεύει,
και χάνεται στο λίκνισμα, μιας ξένης αγκαλιάς»
(Γ. Σεφέρης)

-Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ»

«Από παιδί φοβόμουνα πως ο καθρέφτης
θα μου ’δειχνε άλλο πρόσωπο ή μια τυφλή
απρόσωπη προσωπίδα που θα ’κρυβε
κάτι ασφαλώς φοβερό. Φοβόμουνα επίσης
πως ο σιωπηλός χρόνος του καθρέφτη
θα ξέφευγε από τη συνηθισμένη ροή του,
τις ώρες του ανθρώπου, και θα εγκαθιστούσε
στα ακαθόριστα φανταστικά όριά του
όντα, μορφές και χρώματα καινούργια.
(Δεν το ’πα σε κανέναν, ντρέπονται τα παιδιά.)
Τώρα φοβάμαι ότι ο καθρέφτης περικλείνει
το αληθινό πρόσωπο της ψυχής μου,
χτυπημένο από ίσκιους και λάθη,
και που το βλέπει ο Θεός• ίσως κι όλος ο κόσμος.»
(Χ.Λ. Μπόρχες, Ποιήματα, μτφ. Δημήτρης Καλοκύρης, Ελληνικά Γράμματα)

-Σύλβια Πλαθ, «Καθρέφτης»

«Είμαι ασημένιος και σωστός. Χωρίς προκαταλήψεις.
Ό,τι κι αν δω το καταπίνω αμέσως
Έτσι όπως είναι, αθάμπωτο από αγάπη ή απέχθεια.
Δεν είμαι σκληρός, μονάχα ειλικρινής-
Το μάτι ενός μικρού θεού, τετρα-γωνιασμένο.
Τον πιο πολύ καιρό στοχάζομαι στον τοίχο απέναντι.
Είναι ρόδινος, με πιτσιλιές. Τον έχω δει τόσο πολύ
Που λέω ότι είναι μέρος της καρδιάς μου. Μα τρεμολάμπει.
Πρόσωπα και σκοτάδι μας χωρίζουν πάλι και πάλι.

Μια λίμνη είμαι τώρα. Μια γυναίκα σκύβει πάνω μου,
Ψάχνοντας στις εκτάσεις μου αυτό που πράγματι είναι.
Στρέφει μετά σ’ αυτούς τους ψεύτες, το φεγγάρι ή τα κεριά.
Βλέπω τη ράχη της, και πιστά την καθρεφτίζω.
Με δάκρυα μ’ ανταμείβει κι ένα τρέμουλο χεριών.
Είμαι γι’ αυτήν σημαντική. Έρχεται και φεύγει.
Κάθε πρωί παίρνει η μορφή της του σκοταδιού τη θέση.
Μέσα μου έχει πνίξει αυτή ένα κορίτσι, και μέσα μου
μια γριά
Μέρα με τη μέρα ορθώνεται εμπρός της, σαν ψάρι τρομερό.»
(απο το: Sylvia Plath, Ποιήματα, Κέδρος)

– Ράινερ Μαρία Ρίλκε, “Κυρία μπροστά στον καθρέφτη”

«Σάμπως μες σε μια ζάλην από βαριά μύρα,
λύνει σιγά-σιγά μες στον διαυγή, νερένιο
καθρέφτη της, την κουρασμένη κίνησή της,
ρίχνοντας πάνω του ακέριο το χαμόγελό της

και περιμένει η νερένια επιφάνεια να φουσκώσει
απ’ αυτό το χαμόγελον∙ ύστερα, τα μαλλιά της
μες στον καθρέφτη χύνει κ’ ενώ τον εξαίσιον
ώμον, από την βραδινή τουαλέττα βγάζει,

Σιωπηλά πίνει απ’ την εικόνα της. Και πίνει
ότι ένας εραστής θα έπινε, σε μια μέθη,
ερευνητικά, δυσπιστία γιομάτος. Και δεν νεύει

στην καμαριέρα της παρά μόνον όταν
στο βάθος του καθρέφτη της βρει φώτα, ντουλάπες
και τη θαμπάδα μιας νυχτωμένης ώρας.»
(Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα, Ελληνικά γράμματα)

-Μίλτος Σαχτούρης, «Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ»

«Ένας κρύος αγέρας φύσηξε μέσ’ απ’ τα πρόσωπα του Μεγά-
λου Καθρέφτη μου. Τα πήρε ύστερα ο ήλιος κι ησύχασαν
Είναι μέσα στον καθρέφτη, ζωντανοί μαζί και νεκροί: Εγώ
ο Κάφκα, μια μεταβυζαντινή αγία κι ο Ντύλαν Τόμας.
Ο Ντύλαν Τόμας φούσκωσε, έβγαλε μια κραυγή κι έσκασε
με κρότο. Οι στίχοι του όμως μείναν ανέπαφοι, ωραίοι, μα-
ζί με τους δικούς μου αγκαλιάζονται. Ο Κάφκα έβγαλε μέσ’
απ’ τα μάτια του δυό ψάρια και δυό αναμμένα κάρβουνα.
Τα πέταξε κατ’ επάνου μας για να μας κάψει.
Η αγία όπως και άλλοτε είναι δεμένη πάνω στον τροχό που
γυρίζει. Τρέχουν τα αίματά της.
Στο τέλος τους παίρνει όλους ο διάβολος
και ησυχάζουν.»
(ἀπὸ τὴ συλλογή ΚΑΤΑΒΥΘΙΣΗ, 1990)
-Λευτέρης Πούλιος, «Για το πρόσωπό του στον καθρέφτη»
«Ποιος είσαι σύ που με κοιτάζεις μέσα απ’ τον καθρέφτη
ω πανάθλια συντροφιά
ω ανεξιχνίαστο πρόσωπο
Πόσα χρόνια κουβαλήσαμε μαζί το φορτίο της μοίρας;
ω εχθρέ ω τρελέ μου
τρέχεις; κι αν τρέχεις τι;
Άραγε ποιος θα φτάσει πρώτος
εσύ; εσύ; εσύ;
η εγώ;»
(Από το «Γυμνός ομιλητής», Κέδρος)

Single Post Navigation

11 thoughts on “Πες το με ποίηση (73ο): «Καθρέφτης»…

  1. Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη

    Α’
    Μπρος στον καθρέφτη, εγώ. Και μέσα στον καθρέφτη, ποιός
    είν’ αυτός που μου γυρνάει την πλάτη μέσα στον καθρέφτη,
    που αρνείται να ‘ναι είδωλό μου; Ποιός είν’ αυτός που τον
    φωνάζω και δεν στρέφεται, που όσο πιο πολύ τον πλησιάζω
    τόσο αυτός απομακρύνεται στο βάθος του γυαλιού, προς μια
    προοπτική απεριόριστη, άσχετη με τις περιορισμένες διαστά-
    σεις του δωματίου μου; Ή μήπως και δεν είναι το δωμάτιό
    μου αυτό, αλλά το άυλο σκηνικό ενός ονείρου όπου μέσα του
    κινούμαι, πρόσωπο ανύπαρκτο, σύμβολο αξεδιάλυτο αυτού
    του ονείρου που κάποιος άλλος βλέπει και θα σβήσω μόλις
    αυτός ξυπνήσει;
    (AΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ)

    JAN GARBAREK – Mirror Stone II

    Σήμερα τυχαίνει να ξέρω τα υπέροχα ποιήματα που διάλεξες, Γιάννη, και σκέφτηκα να παραθέσω κάποια άλλα. Πάμε λοιπόν.

    Ένας άλλος καθρέφτης του Σαχτούρη:

    Ο καθρέφτης

    Στη Νόρα Αναγνωστάκη

    Σα γύρισε ο καθρέφτης μου
    στον ουρανό
    φάνηκε
    ένα φεγγάρι μισοφαγωμένο
    από τα κόκκινα μυρμήγκια
    της φωτιάς
    κι ένα κεφάλι πλάι του
    να καίει κι αυτό μέσα σε πύρινη
    βροχή
    να λάμπει το κεφάλι
    να φέγγει
    καθώς το έπαιρνε το έκανε κάρβουνο
    η φωτιά
    να ψιθυρίζει:
    — Τα δέντρα καίνε φεύγουνε σαν τα μαλλιά
    ο άγγελος χάνεται με καψαλισμένα
    τα φτερά
    κι ο πόνος
    σκύλος με σπασμένο πόδι
    μένει
    μένει
    ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

    «Ο Καθρέφτης» – Δημήτρης Λάγιος

    Οι καθρέφτες του Ρίλκε:

    ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΟΥ ΟΡΦΕΑ IΙΙ

    Καθρέφτες: κανείς ακόμα δεν περιέγραψε σωστά,
    Ποια είναι η ουσία σας πραγματικά.
    Εσείς, σαν τόσες τρύπες από κόσκινα
    Γεμίζατε του χρόνου τα κενά.
    Άσωτοι εσείς, ακόμα και της άδειας αίθουσας-,
    Εσείς απέραντα, όταν αχνοφέγγει, δάση…
    Και σαν δασυκέρατο ελάφι ο πολυέλαιος τον κόσμο σας
    Τον απροσπέλαστο τον περπατήσει.
    Καμιά φορά είστε γεμάτοι ζωγραφιές
    Κάποιοι φαίνεται μέσα σας να έχουν διεισδύσει-,
    Και άλλους από φόβο τους έχετε αποκλείσει.
    Όμως η ομορφότερη θα μείνει-, έως ότου
    Εκεί κάτω στα εγκρατή της μάγουλα
    Φωτεινός ο διαλυμένος
    Νάρκισσος μέσα της εισχωρήσει.

    Ράινερ Μαρία Ρίλκε

    Yanni: «In the Mirror»

    Και του Μπόρχες:

    «Οι καθρέφτες»

    Σήμερα, ύστερα από τόσα αμήχανα έτη
    Που κάτω απ’ το φεγγάρι περιπλανιέμαι
    Ποια τύχη και ποια μοίρα, αναρωτιέμαι
    Μ’ έκανε τάχα να φοβάμαι τον καθρέφτη…
    Ο θεός έφτιαξε τις νύχτες που γεμίζουν
    Όνειρα, σχήματα στου κάτροπτου τα βάθη
    Πως είναι είδωλο, ο άνθρωπος να μάθει,
    και ματαιότητα. Γι’ αυτό και μας φοβίζουν
    ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙ ΜΠΟΡΧΕΣ

    Άλλοι ποιητές τώρα:

    Παιδούλα μπροστά στον καθρέφτη

    Η σιωπή του καθρέφτη την φοβίζει:
    μια τέτοια μέσα του ομορφιά
    και να ‘ναι έτσι σκεφτικός!
    Κάτι θα βλέπει αυτός.
    ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ

    Δωμάτιο με καθρέφτες-Μίλτος Πασχαλίδης

    Ο καθρέφτης

    Μισόφωτο στην αίθουσα
    μονάχος
    άγνωστο τι γυρεύοντας
    κοιτάζω
    τεράστια κάδρα γύρω μου
    πορτρέτα
    νεκρών παιδιών
    και πένθιμα τοπία
    τόπων αγνώστων ή
    λησμονημένων
    Τέλος διακρίνω τον
    βαθύ καθρέφτη
    καθώς τεράστιο κάδρο δίπλα στ’ άλλα
    και μέσα εκεί
    παιδί
    τον εαυτό μου
    στη μέση μιας απέραντης ερήμου
    Κρατώντας θυμιατήρι και λαμπάδα

    (Ορέστης Αλεξάκης)

    Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ –Άλκηστη Πρωτοψάλτη

    έτσι ξαφνικά

    κάτω από την επιφάνεια του νερού όπου γέρνω
    σαν σε καθρέφτη και κοιτάζομαι
    ώρες πολλές πως να περάσω μέσα
    να περάσω από
    την άλλην όψη των πραγμάτων…

    …Ω μουσική ω Κυριακή συννεφιασμένη
    στον μέσα κόσμο του καθρέφτη εκεί που βηματίζω
    ψάχνοντας την αληθινή μου μέρα•
    που κρατώ και ανοίγω σαν ομπρέλα παλαιή τη θάλασσα
    πάνω από το κεφάλι μου
    λάμπει ο βυθός με τα χρωματιστά του βότσαλα
    σαν άστρα.

    Οδυσσέας Ελύτης, Μαρία Νεφέλη, Through the Mirror

    Απόπειρα Προσαρμογής

    Απόπειρα Προσαρμογής

    Στο δωμάτιο εδώ με τους καθρέφτες
    οι εικόνες σου παραμορφωτικές
    με χαμένες συνυπάρχουν μουσικές
    μ’ ανθοδέσμες με λικέρ και με αγάπες
    συμπτωματικές

    Στο δωμάτιο εδώ με τους καθρέφτες
    ενεδρεύει ένας ήχος συμπαγής
    και γελάς και γελάς ευτυχισμένος και μιλάς
    γι απόπειρα προσαρμογής

    Στο δωμάτιο εδώ με τους καθρέφτες
    τα πολύφωτα σου εκτυφλωτικά
    να φωτίζουνε αποκαλυπτικά
    τις ρυτίδες τις ουλές και τις σιωπές σου

    (Νένα Βενετσάνου )

    Το πολλαπλό σου είδωλο

    Παλιός καθρέφτης

    Και έπειτα όλα οδηγούν στην απόγνωση.
    Στην τρέλα ή στον αυτόχειρα.
    Όταν μια μέρα διαπιστώσεις
    πως παρά τις τόσες σου προσπάθειες
    έμεινες πάντα μόνος.

    Οι άνθρωποι είναι πάντα μόνοι και φοβούνται
    Και κάθε ένας τους κρύβει έναν κόσμο
    ή μια πολιτεία ή μια φυλακή.

    Φοβούνται.

    Το βλέπεις καθαρά στις πόρτες των ματιών τους
    όπως όταν μετά από χρόνια
    Βλέπεις το πιο καλό παλιό συμμαθητή
    και δεν ξέρεις τι να πείτε.

    Όλοι είναι «τρίτοι», έλεγε ο φίλος μου Χρηστάκης.

    Όταν τους ερευνάς.

    Όταν ζητάς από αυτούς
    αυτό που δεν σου έδωσε ποτέ η μάνα όταν ήσουν παιδί
    ή έστω ο αδελφός σου όταν ήσουν νέος
    που σκέφτηκε κι αυτός με τη σειρά του
    αλήθεια, τι μου έδωσε εμένα ο αδελφός μου;

    – Στην παραλία μένουν οι πέτρες των πνιγμένων
    και οι μνήμες από τα φωταγωγημένα καράβια που έφυγαν.

    Γιώργος Μαρκόπουλος
    από τη συλλογή Οχτώ συν ένα εύκολα κομμάτια
    και η κλεφτουριά του κάτω κόσμου, 1980

    Tarkovsky’s Mirror Set to Arvo Pärt’s Mirror in the Mirror

  2. Καλημέρα, Αγγελική!… Καλή Κυριακή!… Ωραίο θέμα ο «καθρέφτης» και πλούσια τα «δώρα» σου… Grazie mille!

    “Τον ξένο και τον εχθρό τον είδαμε στον καθρέφτη” Γ. Σεφέρης

    -Τάκης Βαρβιτσιώτης, «Η μαρτυρία του καθρέφτη»

    Πάνω στην όψη του αποκοιμίζει
    Τη λάμψη ενός κεριού
    Όμως βαθύτερα μέσα του
    Ανακαλύπτει πολλά πράγματα
    Που τραγουδούν

    [Όπως όλα τα πράγματα τραγουδούν
    Όταν κλείνουμε μέσα μας
    Κάτι από την ψυχή τους]

    Κι είναι τα πράγματα τούτα
    Κρύσταλλα των ονείρων
    Λείψανα φτερών
    Και χιόνια
    Πολλά χιόνια

    Κι είναι τα πράγματα τούτα
    Γύψινα χέρια κοριτσιών
    Μια κόμη που χλωμιάζει
    Πολλαπλασιασμένες ανταύγειες
    Παιχνιδίσματα ματιών

    Κι ακόμα βαθύτερα μέσα του
    Κάποιο θανάσιμο ψύχος
    Ένα παράξενο σκληρό βλέφαρο
    Που όλο τεντώνεται
    Για να φυλάξη το μοναδικό
    Υδάτινο μάτι του που τρέμει.
    (Από τη συλλογή Το πέπλο και το χαμόγελο)

    (Loreena McKeenitt, «The mask and the mirror»)

    -Μάνος Ελευθερίου, «Σ’ έναν καθρέφτη μαγαζιού»

    «Γυρνώντας από κάποιο θάνατό μου
    το κάτι λίγο βλέποντας από τον εαυτό μου
    σ’ έναν καθρέφτη μαγαζιού
    (αυτό το κάτι που ήταν κάποτε αλλιώς
    ή που εγώ το νόμιζα)
    είδα πως είχα δύο γκρεμούς στο πρόσωπό μου.
    Οι παλαιοί μου τρόμοι πια δεν φαίνονταν.
    Το σώμα, όσο κοίταξα, μάλλον ακόμη στέρεο
    στο αναμενόμενο χωρίς μορφή και ήχους.
    Έχω θάψει πολλές αγάπες και πολλούς φίλους.
    Η φωνή τους κι η μυρωδιά τους μ’ ακολουθούν.
    Ίσως να ζω το μέλλον μου, ως φαίνεται, αλλά ποτέ
    δεν το σκέφτηκα σαν αυταπάτη.»
    (Μάνος Ελευθερίου, Το νεκρό καφενείο, Καστανιώτης)

  3. «Καθρεφτίζω το νου
    Σε φεγγαριού σπηλιές
    Κι άμα σε δω να κλαις
    το πρωί θα φύγω αλλού»…

    Καλημέρα σε όλη την παρέα και καλή Κυριακή! 🙂

  4. Γεια σας, παρέα της Ποίησης και της Μουσικής. Δηλαδή, Γιάννη και Πέτρα.
    Συνεχίζω ακάθεκτη (εγώ η «κολλημένη»).

    «Οι δαίμονες του καθρέφτη»

    Κάποτε, πολύ παλιά, την εποχή του θρυλικού Κίτρινου Αυτοκράτορα… ο κόσμος των καθρεφτών και ο κόσμος των ανθρώπων δεν ήταν όπως σήμερα, χωρισμένοι ο ένας απ’ τον άλλον. Ήτανε πολύ διαφορετικοί, ούτε τα όντα ούτε τα χρώματα ούτε τα σχήματα συνέπιπταν. Τα δύο βασίλεια,, κείνο των καθρεφτών και το ανθρώπινο, ζούσαν ειρηνικά και μπαινοβγαίναν στους καθρέφτες.
    Μια νύχτα ωστόσο, τα όντα του καθρέφτη κατέλαβαν τη γη. Η δύναμή τους ήτανε μεγάλη αλλά, μετά από αιματηρούς αγώνες επικρατήσαν τελικά οι μαγικές δυνάμεις του Κίτρινου Αυτοκράτορα. Ο μέγας αυτός μάγος απώθησε τους κατακτητές, τους φυλάκισε μες στους καθρέφτες και τους επέβαλε να επαναλαμβάνουν, σαν μέσα σ’ ένα είδος ονείρου, όλες τις πράξεις των ανθρώπων. Τους στέρησε τη δύναμη και τη μορφή τους και τους κατάντησε απλές δουλικές αντανακλάσεις…
    Θα έρθει μια μέρα όμως, που αυτά τα όντα θα αποτινάξουν τον μαγικό αυτό λήθαργο. Κείνη τη μέρα, θα διακρίνουμε, στο βάθος του καθρέφτη, μια λεπτή γραμμή με χρώμα που σε κανένα άλλο χρώμα δεν θα μοιάζει. Ύστερα, θ’ αρχίσουν να ξυπνούν οι μορφές που, σιγά σιγά, θα διαφέρουν από μας κι όλο λιγότερο θα μας μιμούνται. Τελικά, θα συντρίψουν τα σύνορα του γυαλιού και, αυτή τη φορά, θα είναι ανίκητες.

    Αρχαίος κινέζικος θρύλος(;)
    (Αργύρη Χιόνη: Όντα και μη όντα)

    Arvo Part – Spiegel im Spiegel (Καθρέφτης σε καθρέφτη)

    Α. Roberto Juarroz επί 2:

    1. ΚΟΙΤΑΖΟΜΑΙ Σ’ ΕΝΑΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ

    Κοιτάζομαι σ’ έναν καθρέφτη
    και εικόνα μου δεν υπάρχει.
    Κοιτάζομαι σ’ έναν καθρέφτη που δεν υπάρχει
    και υπάρχει εικόνα μου.
    Η εικόνα δημιουργεί τον καθρέφτη.
    Ο καθρέφτης είναι της εικόνας εικόνα.

    Roberto Juarroz, μετ: Γιώργος Κεντρωτής

    2. ΛΕΩ ΛΟΓΙΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ

    Λέω λόγια μπροστά στον καθρέφτη.
    Μερικές φορές πετούν και δραπετεύουν στον αέρα.
    Άλλοτε πάλι αντιγράφουν τον καθρέφτη
    και συναντάω δύο καθρέφτες ν’ αλληλοκοιτάζονται.
    Μερικές φορές όμως
    οι λέξεις μπαίνουν στον καθρέφτη.
    Δεν έχουν μάθει οι λέξεις πώς ν’ αντανακλώνται
    γιατί αντανακλώμαι σημαίνει διατηρούμαι έξω.
    Η αντανάκλαση οι απαρχές είναι της απώλειας.

    Roberto Juarroz, μετ: Γιώργος Κεντρωτής

    Καθρέφτες και όνειρα

    Β. ΘΕΜΕΛΗΣ επί 4 (καθρέφτες):

    1. Το πρόσωπο και το είδωλο

    (Ωσπερ εν κατόπτρω εαυτόν ορών – Πλάτων)

    Όταν ξημερώνει και πέφτει το φως,
    Όταν ανοίγεται το φως μες στον καθρέφτη,
    Αισθάνομαι να ‘μ’ εγώ το φως, εγώ ο καθρέφτης.
    Οι σκιές σκορπούν και τα φαντάσματα,
    Τα μάτια ξαναπαίζουν τα βλέφαρά τους.

    Φεγγοβολούν τα χέρια, σπιθίζουν τα μαλλιά.

    Είμαστε από φως, δεν μας αγγίζει ο θάνατος,
    Σαν ένα αλλοτινό ταξίδι ή ένα όνειρο,
    Όνειρο ύπνου, περιπλάνηση σκιών μέσα στη νύχτα.

    Κοιτάζομαι στο πρόσωπο να γνωριστώ,
    Γεμάτος ακόμα σκοτάδια στα μαλλιά,
    Φθορά και σκόνη μες στα μάτια.

    Αυτό θάναι το δικό σου ανάστημα,
    Το σχήμα μου, τ’ ανάστημά μου.
    Τα ρούχα, τα μαλλιά, τα μάτια και τα χείλη.

    Αυτός ο ήλιος θάναι ο ήλιος σου.

    Φιλώ τα χείλη μου, αγγίζω το αίμα,
    Σηκώνω το σώμα μου και περπατώ.

    Δεν τόξερα πως ήμουνα τόσος, και τέτοιος,
    Δε με χωράν τα ρούχα μου τα καθημερινά.
    Είμαι ένα ζώο ή ένας Άγγελος;
    ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ

    2. Ήθελα νάσουν

    Ήθελα νάσουν καθρέφτης μου, πράγμα μου.

    Νάσουνα πράγμα να μου ανήκεις
    Μες στην ακέρια σου ομορφιά,
    Όπως η ακατάτμητή μου θλίψη.

    Καθρέφτης μου να σε μαθαίνω,
    Και πράγμα μου να σε κρατώ.

    Νάσουν πράγμα μου: το πράγμα
    Το πιο ακριβό, το πιο θαμμένο
    Μες στην αγάπη μου, μέσα στην κρύπτη.

    Μέσα στα μάτια μου να σ᾽έχω.

    Ήλιος τη μέρα, άστρο τη νύχτα,
    Φεγγάρι μου στη μοναξιά.

    Το κάθισμα νάσουν που κάθομαι, το μαξιλάρι,
    Το φυλαχτό μου στο λαιμό, το τίμιο ξύλο.

    Στ᾽όνειρά μου ουράνιο τόξο.

    Και πέτρα στο θάνατο, πέτρα μου,
    Πέτρα μητρική.

    Ήθελα νάσουν καθρέφτης μου, πράγμα μου…

    ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ, Από το Δίχτυ των Ψυχών I

    3. Tα πράγματα που σε καθρέφτισαν

    Να πιάσω να μαζέψω ένα-ένα
    Όλα τα πράγματα που σε καθρέφτισαν.

    Να τα φυλάξω σπίτι μου να τάχω.

    Να τα κρεμώ στους τοίχους, να τ᾽αγγίζω,
    Μήπως σ᾽αγγίξω, μήπως και σε δω,
    Σα μια σκιά πεσμένη απάνω τους.

    Τα πράγματα δεν έχουν οίκτο.

    Σκεπάζονται μαύρη θλίψη και στέκουν
    Αμίλητα, αδιάφορα, ακαθρέφτιστα.

    Είναι από ύλη, ύλη πυκνή,
    Ύλη τυφλή, σκοτάδι, άγρια σιωπή.

    Να βάλω μια τρανή φωτιά και να τα κάψω.

    ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ, Από το Δίχτυ των Ψυχών I

    4. Δεν είμ’ εγώ – δεν είμαστε,
    Κρυβόμαστε
    Πίσω από τα θυρόφυλλα, πίσω
    Απ’ τον καθρέφτη δεν φαινόμαστε
    Ο ένας στον άλλο, χανόμαστε
    Ο ένας απ’ τον άλλον

    ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ

  5. Ciao, Petra!!!… Καλή Κυριακή επίσης… Ευχαριστώ!!!

  6. Καλησπέρα, Αγγελική!… Και πάλι πλούσια κι ωραιότατη η «συγκομιδή» σου!..

    «Ο καθρέφτης των σκέψεών μου»

    -Κ. Π. Καβάφης, «Ο καθρέπτης στην είσοδο»

    «Το πλούσιο σπίτι είχε στην είσοδο
    έναν καθρέπτη μέγιστο, πολύ παλαιό•
    τουλάχιστον προ ογδόντα ετών αγορασμένο.

    Ένα εμορφότατο παιδί, υπάλληλος σε ράπτη
    (τες Κυριακές, ερασιτέχνης αθλητής),
    στέκονταν μ’ ένα δέμα. Το παρέδοσε
    σε κάποιον του σπιτιού, κι αυτός το πήγε μέσα
    να φέρει την απόδειξι. Ο υπάλληλος του ράπτη
    έμεινε μόνος, και περίμενε.
    Πλησίασε στον καθρέπτη και κυττάζονταν
    κ’ έσιαζε την κραβάτα του. Μετά πέντε λεπτά
    του φέραν την απόδειξι. Την πήρε κ’ έφυγε.

    Μα ο παλαιός καθρέπτης που είχε δει και δει,
    κατά την ύπαρξίν του την πολυετή,
    χιλιάδες πράγματα και πρόσωπα•
    μα ο παλαιός καθρέπτης τώρα χαίρονταν,
    κ’ επαίρονταν που είχε δεχθεί επάνω του
    την άρτιαν εμορφιά για μερικά λεπτά.»
    (Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)

    -Γιάννης Ποταμιάνος, «Ο καθρέφτης»

    «Βλέπω ένα πρόσωπο
    Πίσω από τον γυαλιστερό καθρέφτη
    Με βλέμμα απειλητικό
    Να τοξοβολεί ερωτηματικά
    Ένα μέτωπο ρυτιδιασμένο
    Να απαιτεί την ταυτότητά του.
    Κουνώντας απειλητικά
    Το μαχαίρι της σιωπήςΡωτάει
    Ποιός είμαι;
    Και ακούω την ηχώ της σιωπής
    Να γίνεται φωνή
    Στην χαράδρα των χειλιών μου
    Ποιος είμαι;

    Και επειδή φοβάμαι την μοναξιά
    Πάντα βοηθάω τις εικόνες
    Αλλάζοντας μαζί τους θέση
    Μπαίνω μέσα σε παλιέςφωτογραφίες
    Μιλάω με παλιούς φίλους
    Κάνοντας περιπάτους
    Σε εξαίσια τοπία της νιότης μας

    Έτσι σχίζοντας το γυαλιστερόγυαλί
    Περνώ στην εικονικήπραγματικότητα
    Κοιτάζω απειλητικά απέναντί μου
    Και σιωπηλά ρωτώ
    Ποιος είμαι;
    Και ακούω την σιωπή μου
    Να γίνεται αλλότρια φωνή
    Στην χαράδρα των απέναντιχειλιών
    Ποιος είμαι;

    Και επειδή φοβάμαι τις εικόνες
    Και τις σιωπηλές ερωτήσεις τους
    Πάντα αλλάζω μαζί τους θέση
    Για να βρουν μόνες τους τις απαντήσεις
    Έτσι πολλές φορές μπερδεύω»

  7. ο καθρέφτης του Μπαγιαντέρα με τη Γαλάνη…

  8. Καλησπέρα, Lysippe!!!!… Υπέροχο!!!… Ευχαριστώ πολύ!!!

  9. ΤΟ ΚΑΤΟΠΤΡΟ

    Τα χέρια της άσπρα λουλούδια στη βροχή
    Βροχή που άστραψε μες στο σκοτάδι σχηματίζοντας
    Λίμνες χρυσές που μέσα τους βυθίστηκες
    Ζητώντας το θάνατο να θανατώσεις ανοίγοντας
    Χιλιάδες κύκλους που διαστέλλονταν φανερώνοντας
    Το σημείο του υποθετικού σου πνιγμού

    Όταν ανέβηκες στην επιφάνεια είχαν διαβεί
    Αιώνες τρυφερής σιωπής ήσουν αναίσθητος
    Κορυδαλλοί βουίζανε στ’ αυτιά σου χέρια
    Και πόδια ήταν σφαγμένα απ’ τις κλειδώσεις
    Κι όμως γελούσες μες στην ακεραιότητά σου

    Ήταν ο μόνος τρόπος ν’ αγαπήσεις
    (Από το βιβλίο: Κλείτος Κύρου, «Εν όλω, συγκομιδή 1943-1977», Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1997, σελ. 144.)

    Αυτή τη φορά, Γιάννη, κατάφερες να με εκπλήξεις με όλα: Και με την ποίηση και τη μουσική.

    Καθρέφτη-καθρεφτάκι μου, ποιος βρήκε άλλα ποιήματα για σένα;

    Ο Δαίμονας στον καθρέφτη

    του Ιάσωνος Παλαντίνη

    Πότε κοίταξες τον εαυτό σου τελευταία και ένιωσες άξιος;
    Πότε ένιωσες να αγαπάς και να σ’ αγαπούν;
    Πότε ένιωσες αξιοπρεπής;
    Πότε ένιωσες ότι κρατάς τα ηνία της ζωής σου,
    πως έχεις ελεύθερη βούληση και σκέψη;
    Πότε έχτισες τον κόσμο που θα ήθελες μέσα στα όνειρά σου;
    Πότε ρίσκαρες για αυτά που αγαπάς, για το δίκαιο, για το χώμα που πατάς;

    Αναλογίστηκες ποτέ πως η ζωή θα έπρεπε να είναι μια απορία
    που περιμένει να τη λύσεις κάθε δέκατο του δευτερολέπτου;
    Φέρε στη μνήμη σου πότε χαμογέλασες
    στο άγνωστο χωρίς να φοβάσαι το μετά …
    Να νιώσεις την φλογερή ανάσα της μάχης στα μέσα σου …
    Να πεθάνεις και να αναστηθείς στο πεδίο της …
    Να στοιχειώσεις το ψεύδος, να γίνεις Φώς …

    Σε κοιτάζω κατάματα στον καθρέφτη μα δεν τρομάζω πια …
    Γίνομαι παράλογος στη δική σου λογική …
    Με μια υπόσχεση σαν λεπίδα χαράζω το πρόσωπο σου …
    Η παρακμή σου γίνεται λάβαρο μου …
    Ο χρόνος τέλειωσε … αναρωτιέσαι …
    Τέλειωσε Δαίμονα Εαυτέ μου …

    Καθρέφτης, Μητροπάνος

    συζυγία ειδώλων

    ξαφνικά τον πήρα είδηση
    μέσα από τον καθρέφτη

    φορούσε δεξιά
    το αριστερό μου μάτι

    και το δεξί μου αριστερά
    ή μήπως ήμουνα εγώ

    που τον καθρέφτιζα
    αριστερά φορώντας

    το δεξί του μάτι
    και το αριστερό του δεξιά

    όμως μπορεί να είμασταν
    κι οι δυο μαζί

    μια σιαμαία σύνθεση
    αξεχώριστη

    με ένα μάτι αριστερό/δεξί
    κι ένα δεξί/αριστερό

    (Βασίλης Πολύζος, από το βιβλίο Ηλιακό Ποδήλατο, εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2003)

    Θα σπάσω τους καθρέφτες σου σαράντα δυο κομμάτια
    Να βλέπεις να χτενίζεσαι μες τα δικά μου μάτια

    ΑΡΠΑΓΗ
    Το ραγισμένο ύφος μου στον καθρέφτη
    Χαρακτηρίζει την κρυστάλλινη μορφή.
    Αρπαγή του χρόνου.
    Στο μέτωπό μου λάμπει
    Ο πολύτιμος μύθος του κενού.
    Ο αδιόρατος ύλης λίθος.
    ΝΑΝΑ ΗΣΑΪΑ

    Ο καθρέφτης, Γκόγκος (Μπαγιαντέρας)-Σαββόπουλος μαζί

    Η επιμονή του καθρέφτη, o Vermeer
    Μ’ εμπόδιζε το είδωλό μου να δω
    (που στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη)
    κι ευγενικά του ζήτησα να παραμερίσει
    Τίποτα, να επιμένει ακίνητο εκείνο
    Όχι δεν άφησα την υπομονή μου
    να εξαντληθεί
    πήρα το σφυρί και ήσυχα έσπασα
    τον καθρέφτη.
    Έφυγε άπρακτος και απογοητευμένος
    ο Jan Vermeer που ΄ρθε μετά
    να φτιάξει κοιτώντας τον καθρέφτη
    την προσωπογραφία του
    Κι αυτό που τον είχε πειράξει περισσότερο
    δεν ήταν τόσο ο σπασμένος καθρέφτης
    όσο το άδειο δωμάτιο.

    ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΤΣΗΣ, Νερό στο κύμα, Φαρφουλάς, Αθήνα 2013

    SARAH KIRSCH σε 2 μεταφράσεις. Διαλέγεις όποια σου αρέσει:

    1. ΟΙ ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ

    Άδειοι καθρέφτες στο σπίτι.
    Και κανενός η όψη η ωραία. Σύννεφα
    πάνε όλο πάνε μέσα τους. Απαλά μαύρα
    κεραυνηφόρα. Λες και είναι
    στον πόλεμο.
    (Μετ: Γιώργος Κεντρωτής._

    2. Οι καθρέφτες

    Καθρέφτες αδειανοί του σπιτιού.
    Όμορφο πρόσωπο εσύ του Κανένα. Σύννεφα
    Τραβούνε πέρα. Βαμβακερά, γκριζωπά
    Ανελέητα κεραυνοβολημένα. Σαν να ’ταν
    Του πολέμου μέρα.

    ΣΑΡΑ ΚΙΡΣ, Μετ: Έλενα Σταγκουράκη

  10. Ciao. Aggeliki!… Μάλλον εσύ με εκπλήσσεις περισσότερο για το εύρος των γνώσεών σου και την επιμονή σου για ψάξιμο!!!

    «Θα ’χουμε σε παλιό καθρέφτη γνωριστεί κι έμεινε αυτό το ράγισμα στα μάτια»
    (Μιχάλης Γκανάς)

    -Τσέζαρε Παβέζε. [Μονάχη στον καθρέφτη]

    «Ο θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
    αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
    απ’ το πρωί ως το βράδυ, άγρυπνος,
    κρυφός, σαν μια παλιά τύψη
    ή μια παράλογη συνήθεια. Τα μάτια σου
    θα ‘ναι μια άδεια λέξη.
    Κραυγή που έσβησε, σιωπή.
    Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωινό
    όταν μονάχη σκύβεις
    στον καθρέφτη. Ω, αγαπημένη ελπίδα,
    αυτή τη μέρα θα μάθουμε και εμείς
    πως είσαι η ζωή κι είσαι το τίποτα.

    Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα
    O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
    Θα’ ναι σαν ν’ αφήνεις μια συνήθεια,
    σαν ν’ αντικρίζεις μέσα στον καθρέφτη
    να αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
    σαν ν’ ακούς ένα κλεισμένο στόμα.
    Θα κατέβουμε στην άβυσσο βουβοί…»
    (απόσπασμα από το, «O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου»)

Σχολιάστε