Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Πες το με ποίηση (292ο): «ΠΗΓΑΔΙ – ΠΗΓΗ»

ΡΙΧΝΩ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

 

 

1.ΠΗΓΑΔΙΑ  ΚΑΙ  ΑΝΘΡΩΠΟΙ

 

Είχαμε τα πηγάδια  μας μέσα στα σπίτια μας.

Πίναμε το νερό της βροχής, λουζόμασταν,

κρατάγαμε μια τάξη και μια πάστα. Μια νύχτα

κάποιος σηκώθηκε, άδειασε μες το πηγάδι

την κούπα του με το φαρμάκι. Οι άλλοι κάναν

πως κοιμόνταν βαθιά. Μετά, ένας ένας

σηκώνονταν με τη σειρά τους, άδειαζαν

την κούπα τους με το φαρμάκι. Σαν ξημέρωσε

κανένας δεν έπινε νερό. Ώσπου, τέλος,

βούλιαξε η σκάλα μέσα στο πηγάδι. Οι ένοικοι

ανέβηκαν στη στέγη, ανοίξανε το στόμα

ασάλευτοι εκεί πάνω ώρες ολάκερες μην πέσει

μια σταγόνα βροχής. Ο πλανόδιος φωτογράφος

πέρασε κάτω στο δρόμο. Δεν τους είδε. Κοιτούσε

τα πένθιμα αγγελτήρια κολλημένα στους στύλους

και στις μεγάλες πόρτες των κλειστών  μαγαζιών.

 

Αθήνα 31/ΙΙΙ/71. ΓΙΑΝΝΗΣ  ΡΙΤΣΟΣ

 

***

 

2.ΣΤΟΥ ΙΑΚΩΒ ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

Πόλεμος ανάμεσα στα νερά.

Σηκώνει τον κάδο η Σαμαρείτιδα.

Είν’ ωραία ωσάν νεράκι.

 

Για άλλο ωστόσο νερό τής

τραγούδησε

ο έρμος Ναζωραίος.

 

ΝΙΚΟΣ  ΚΑΡΟΥΖΟΣ

 

 

***

 

3.ΤΑ  ΠΗΓΑΔΙΑ

 

Τί περιμένουμε κόμα μπροστά σ’ ατά τά χαλάσματα;

Παράφοροι κάποτε ραιοθρες, τί λπίζουμε πιά;..

 

Πολύ ργά ζητήσαμε, σως, τόν κόσμο.

 

Περάσαμε πόνους καί θάνατους, χτυπντας τήν πέτρα,

νοίγοντας πηγάδια στό σμα μας,

ναζητντας πετράδια μέχρι σήμερα γνωστα,

σπαταλώντας τά μάτια μας

σέ λαγούμια βαθιά.

 

Δέ μένει λλος χρος νά σκάψουμε.

σως κιόλας τό σμα μας νά τόχαν σκάψει λλοι πρωτύτερα,

πρίν γεννηθομε κόμα·

γι’ ατό καί ,τι λέμε, ,τι φτιάχνουμε, δέν εναι παρά νάμνηση

π’ τά σχέδια πού γγίξαν τά χέρια μας

καθώς ψηλαφούσαμε γυρεύοντας μιά διέξοδο

πό τήν λλη πλευρά…

 

Πολύ ργά ζητήσαμε, σως, τόν κόσμο.

 

ΘΑΝΑΣΗΣ  ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ, « γυρισμός», 1963

 

***

 

  1. ΤΟ ΕΒΔΟΜΟ ΠΕΠΛΟ VII

 

Τό βδομο πέπλο κρύβει

τό πηγάδι.

Σκύβω στο φιλιατρό

και ρίχνω πέτρα – κρότος τίποτα

ούτε νερό ούτε τέλος

είμαι στον κούφιο άξονα

του κόσμου, ο άλλος πόλος

 

κάτω από θόλους και ψαλμούς

το μαύρο ξεγεννάει τους ποιητές του

τρις στον αέρα

τους σηκώνει ο Διονύσιος.

 

Δοκιμή Ανάστασης.

ΧΡΗΣΤΟΣ  ΜΠΡΑΒΟΣ, ΟΡΕΙΝΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ 1983

 

Το πηγάδι -Νίκος Παπάζογλου

 

 

 

5.ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

Πώς βρέθηκα λοιπόν ανεβασμένος

πάνω σε τούτο το

κωδωνοστάσι;

Νύχτα κι αγέρας σκοτεινός φυσάει

κι όπως βαριά στενάζουν οι καμπάνες

με διαπερνά το ρίγος της αβύσσου

 

Κατρακυλώ στη σιδερένια σκάλα

Κι αν όμως είν’ η θύρα κλειδωμένη;

Κι αν ίσως δεν μπορώ να ξεκλειδώσω;

 

Νιώθω νερά στα πόδια μου

κοάζουν

τριγύρω μου βατράχια

με φωτίζει

ξάφνου ο θαμπός φανός του νεωκόρου

που σκύβει από ψηλά και μου φωνάζει

 

Ανέβα πάλι επάνω, χριστιανέ μου

τι θέλεις τέτοιαν ώρα στο πηγάδι

θα σε τραβήξουν κάτω τα τελώνια

 

Κι απορημένος κάνει το σταυρό του

 

ΟΡΕΣΤΗΣ  ΑΛΕΞΑΚΗΣ, Ο ληξίαρχος (1989)

 

***

 

6.Η ΠΗΓΗ

 

Τέλος, μετά από μια κοπιαστική διαδρομή έφθασα κάποτε στο τέρμα. Πού ακριβώς είναι το τέρμα δεν γνωρίζω κι ούτε κανείς εκεί με περιμένει. Γκρίζο τοπίο σεληνιακό, γυμνό και άνυδρο. Χώμα σκληρό και ραγισμένο σαν απολιθωμένος πηλός

Μηδέ κελάηδισμα πουλιού μηδ’ ερπετού σημάδι

Και μόνο μια μικρή πηγή διακρίνω που το νερό της βράζει κι εξατμίζεται. Πλησιάζω και κοιτάζω σιωπηλός. Βλέπω τις φυσαλίδες, τον ατμό, ακούω τον ήρεμό της κοχλασμό. Ξέρω καλά – κι ας μην καταλαβαίνω – πως είναι η μόνη λύση του αινίγματος

 

ΟΡΕΣΤΗΣ  ΑΛΕΞΑΚΗΣ, Υπήρξε (1999)

 

***

 

7.ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

Κοιμισμένο πηγάδι

σιγανό

και σπασμένο βιβλίο

 

το χέρι μου άγγιζε ψηλά την

κάλτσα σου

κοντά στ’ όνειρό της

η γλώσσα μου σκεφτότανε τα

δόντια σου

 

το χέρι μου αγαπούσε το θάνατο

το άλλο μου χέρι ήταν από κερί

και έλιωνε

τα μάτια σου ήταν από κερί

και έλιωναν

 

κι έξω ήταν νύχτα

και έβρεχε

κοιμισμένο πηγάδι

σιγανό

και σπασμένο βιβλίο.

 

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, «ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ 1952»

 

***

 

8.ΣΤΑΓΟΝΕΣ

 

Μη πετάς ποτέ πέτρα σε πηγάδι

Που κάποιο μεσημέρι σε ξεδίψασε.

 

ΜΑΝΟΛΗΣ ΠΡΑΤΙΚΑΚΗΣ

 

Η σιωπή μες το πηγάδι,  Μπάμπης Στόκας

 

 

9.Η  ΣΙΩΠΗ  ΜΕΣ  ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

Έριξα όλη τη σιωπή μου

σ` ένα πηγάδι στην αυλή μου

πέταξα αγάπες και φωνές

κι ό,τι είχα αφήσει μες στο χθες μαζί μου.

 

Έφυγες και πας, πίσω δε γυρνάς

είν` η καρδιά μου πια γεμάτη απ` αγάπη.

 

Πέταξα όλη τη σιωπή μου

σ` ένα τσιγάρο στην αυλή μου

άφησα πάθη κι ενοχές

κι ό,τι είχα κλείσει μες στο χθες μαζί μου.

 

ΜΠΑΜΠΗΣ   ΣΤΟΚΑΣ

 

***

 

10.ΑΚΟΜΗ ΕΝΑ ΠΗΓΑΔΙ ΜΕΣΑ  ΣΕ ΜΙΑ  ΣΠΗΛΙΑ

 

Ακόμη ένα πηγάδι μέσα σε μια σπηλιά.

Άλλοτε μας ήταν εύκολο ν’ αντλήσουμε είδωλα και στολίδια

για να χαρούν οι φίλοι που μας έμεναν ακόμη πιστοί.

 

Έσπασαν τα σκοινιά μονάχα οι χαρακιές στου πηγαδιού το στόμα

μας θυμίζουν την περασμένη μας ευτυχία:

τα δάχτυλα στο φιλιατρό, καθώς έλεγε ο ποιητής.

 

Τα δάχτυλα νιώθουν τη δροσιά της πέτρας λίγο

κι η θέρμη του κορμιού την κυριεύει

κι η σπηλιά παίζει την ψυχή της και τη χάνει

κάθε στιγμή, γεμάτη σιωπή, χωρίς μια στάλα.

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ, Μυθιστόρημα, Β’

 

***

 

11.Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΩΝ

 

Τι με ταράζει στις απεικονίσεις της ερήμου;

Το φως λέω, έτσι όπως πέφτει εκεί

ελεύθερη ουσία, χωρίς να το σταματάει καμιά ιδέα

 

Τα ζώα της στερεή γνώση της επιβίωσης

και τ’ άστρα σε μιαν άλλη διάταξη

ασκοί σιωπής που πέφτοντας

μεταμορφώνουν την άμμο

σε ανεξίτηλη μοίρα.

 

Οι αρσενικοί της είναι άνθη σκουροπέταλα

τυλιγμένα στ’ άσπρα κι ακούν σε πνιχτά ονόματα

θηλυκά όντα δεν έγιναν ποτέ

μονάχα η ανεμοθύελλα.

 

Τα μάτια μπαίνουν στο κουκούλι της ζέστης

και στο εσωτερικό της σκέψης

λάμπει το τελευταίο νερό.

 

Εισχωρώ εκεί που γεννιέται η σκιά μου

κάποιος στέκεται δροσερός.

Μ’ αγγίζει αυτός ο απών

δάκρυα τρέχουν

η πηγή τους στο κέντρο μου ποτέ δεν θα ’ναι.

άδειο στη μέση.

 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ  ΑΓΓΕΛΑΚΗ  ΡΟΥΚ

 

Της Λήθης Το Πηγάδι – Γιάννης Χαρούλης

 

 

12.ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

Φορές βυθίζεσαι, πέφτεις

στην τρύπα σου της σιωπής,

στην άβυσσό σου από περήφανη οργή,

και μόλις που μπορείς

να γυρίσεις, ακόμα με κουρέλια

εκείνου που βρήκες

στο βάθος της ύπαρξής σου.

 

Αγάπη μου, τί συναντάς

στο κλειστό σου πηγάδι;

Φύκια, βάλτους, πέτρες;

Τί βλέπεις με μάτια τυφλά,

πικρή και πληγωμένη;

 

Ζωή μου, δεν θα βρεις

στο πηγάδι που πέφτεις

αυτό που εγώ φυλάω για σένα στα ύψη:

ένα μάτσο γιασεμιά με δρόσο,

ένα φιλί πιο βαθύ απ’ την άβυσσό σου.

 

Μη με φοβάσαι, μην πέφτεις

στην πικρία σου πάλι.

 

Τίναξε τη λέξη μου που ήρθε να σε πληγώσει

κι άστην να πετάξει απ΄το ανοιχτό παράθυρο.

Αυτή θα με ξαναπληγώσει

χωρίς εσύ να την κατευθύνεις

μια και ήταν γεμάτη από μια στιγμή σκληρή

κι αυτή η στιγμή θα αφοπλιστεί στο στήθος μου.

 

Χαμογέλασέ μου ακτινοβόλα

αν το στόμα μου σε πληγώνει.

 

Δεν είμαι ένας γλυκός βοσκός

όπως στα παραμύθια με νεράιδες,

αλλά ένας καλός ξυλοκόπος που μοιράζεται μαζί σου

γη, άνεμο κι αγκάθια των βουνών.

 

Αγάπα με, χαμογέλα μου,

βοήθα με να ‘ μαι καλός.

Μην πληγώνεσαι για μένα, θα είναι άχρηστο,

μη με πληγώνεις γιατί μου πληγώνεσαι.

 

PABLO NERUDA, Μετ: Γιώργος Μίχος.

 

***

 

13.ΠΛΗΡΩΜΗ

 

Στη μέση του μεσημεριού

η δίψα σου

στης δίψας σου τη μέση

ένα πηγάδι

δίχως νερό,

γιομάτο σαύρες

και ψοφίμια

 

Κι έσκυψες

πάνω απ’ το πηγάδι

κι έκλαψες

κι εκείνο σου ’πε,

«ευχαριστώ για τη δροσιά».

 

ΑΡΓΥΡΗΣ  ΧΙΟΝΗΣ, ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΦΩΤΟΣ 1966

 

***

 

14.Κολυμβητής μεγάλων αποστάσεων μέσα σ΄ένα πηγάδι

ΑΡΓΥΡΗΣ  ΧΙΟΝΗΣ

 

***

 

15.ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

 

Τη σκοτεινή δοκιμασία ζω του ποιήματος,

το φόβο που δεν είναι φόβος,

ένα πηγάδι π’ ανεβαίνω πέφτοντας.

κάτι ανάμεσα χαμό

κι ελπίδα.

 

ΧΡΙΣΤΟΣ  ΛΑΣΚΑΡΗΣ

 

***

 

16.ΤΟ  ΠΗΓΑΔΙ

 

Έριχνε ποιήματα σ’ ένα πηγάδι μέσα.

Θα το εξαφανίσω,

είχε πει κι απλώνοντας το χέρι του στον ουρανό,

έκοβε κάθε τόσο κι από ένα.

Ώσπου ο ουρανός άδειασε.

 

ΧΡΙΣΤΟΣ  ΛΑΣΚΑΡΗΣ

 

***

 

17.ΕΤΣΙ ΕΖΗΣΑ

 

Μέσα σ’ ένα πηγάδι έζησα

και πάνω μου περνώντας

το φεγγάρι μακρινό.

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ

 

 

ΒΑΘΥ ΠΗΓΑΔΙ – ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΚΟΤΑΣ

 

 

18.ΒΑΘΥ  ΠΗΓΑΔΙ

 

Μέσα μου ανοίχτηκε

βαθύ πηγάδι

σκοταδερό

μέσα του κάθε φωνούλα

βόγγισμα λυπητερό

 

μέσα μου ολάνοιχτο

βαθύ πηγάδι,

χωρίς νερό

 

κι η πέτρα μέσα του

πάει, πέφτει, χάνεται

και δε χτυπά

 

βαθειά όλα μέσα μου

και άδεια

και τίποτε

και τίποτε δε φέγγει τίποτε

που ν’ αγαπώ

 

ΚΩΣΤΗΣ  ΠΑΛΑΜΑΣ

 

*Η ανάρτηση είναι της καλής φίλης και συνεργάτιδας του μπλογκ, Αγγελικής.

 

 

Single Post Navigation

7 thoughts on “Πες το με ποίηση (292ο): «ΠΗΓΑΔΙ – ΠΗΓΗ»

  1. -«Στο κέντρο της πλατείας η σπασμένη κεφαλή του ποιητή είναι πηγή…Η πηγή τραγουδάει για όλους.»
    (Οκτάβιο Παζ)

    -Γ. Μαρκόπουλος, Μ. Μητσιάς, «Κι όλο πηγαίνω στις πηγές»

    -Ν. Καρούζος, «Κι όλο πηγαίνω στις πηγές»

    «Τώρα μαθαίνω το σώμα μου,
    τώρα σε βλέπω δρόμε του καλού
    με το σακούλι του αναστεναγμού
    κι όλο πηγαίνω στις πηγές.

    Ποτάμια, δάση και νερά,
    ποτάμια, δάση με καλούν.
    Ποτάμια, δάση και νερά
    και το κελάηδισμα είμαι εγώ
    κι όλο πηγαίνω στις πηγές.

    Κινώντας φύλλα και πουλιά,
    υμνώντας φύλλα στη σιωπή.
    Υμνώντας φύλλα και πουλιά
    και το φτερούγισμα είμαι εγώ
    κι όλο πηγαίνω στις πηγές.»

    *Ο ΤΟΠΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΣ – ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

    -Γιώργου Σεφέρη, «[Ο τόπος μας είναι κλειστός]»
    Ο τόπος μας είναι κλειστός, όλο βουνά
    που έχουν σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα.
    Δεν έχουμε ποτάμια δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές,
    μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές, που ηχούν και πού
    τις προσκυνούμε.
    Ήχος στεκάμενος κούφιος, ίδιος με τη μοναξιά μας
    ίδιος με την αγάπη μας, ίδιος με τα σώματά μας.
    Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε μπορέσαμε να χτί-
    σουμε
    τα σπίτια τα καλύβια και τις στάνες μας.
    Κι οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάχτυλα
    γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας.
    Πώς γεννήθηκαν πώς δυναμώσανε τα παιδιά μας;
    Ο τόπος μας είναι κλειστός. Τον κλείνουν
    οι δυο μαύρες Συμπληγάδες. Στα λιμάνια
    την Κυριακή σαν κατεβούμε ν’ ανασάνουμε
    βλέπουμε να φωτίζουνται στο ηλιόγερμα
    σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τέλειωσαν
    σώματα που δεν ξέρουν πια πώς ν’ αγαπήσουν.
    [πηγή: Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 1998 (19η έκδ.), σ. 55]

    -Ε. Α. Πόε, «Μόνος»
    Από την πρώτη μου στιγμή, εγώ δεν ήμουν σαν παιδί
    Όπως οι άλλοι · δεν έβλεπα
    Όπως οι άλλοι · δεν έβγαινα
    Τα πάθη μου από πηγή συνηθισμένη.
    Από τέτοια κοινή πηγή εγώ τη θλίψη δεν αντλούσα
    Ούτε και την καρδιά μου να ξυπνώ
    Στον τόνο της χαράς μπορούσα.
    Κι ό,τι αγαπούσα, μόνος το αγαπούσα.
    Τότε -παιδί ακόμα- στην αυγή
    Μιάς όλο θύελλες ζωής -ξεπήδησε
    Απ” τα βάθη του καλού και του κακού
    Ένα μυστήριο που και σήμερα δεσμώτη με κρατά
    Από τον χείμαρρο ή από την κρήνη
    Απ’του βουνού τον κόκκινο γκρεμό
    Από τον ήλιο που ολόγυρά μου έκανε δίνη
    Στη φθινοπωρινή του χρυσαφένια ανταύγεια
    Από την αστραπή στον ουρανό
    Καθώς πετώντας με προσπέρασε-
    Από την καταιγίδα και τον κεραυνό
    Κι από το σύννεφο που πήρε μια μορφή
    (“Οταν γαλάζιοι ήταν κατά τ’άλλα οι Ουρανοί)
    Στα μάτια μου δαιμονική.
    *Η μετάφρασή του έγινε από την Λητώ Σεϊζάνη.
    (https://3pointmagazine.gr/)

    -«Πηγάδι» – του Γρηγόρη Σακαλή

    Σ’ ένα πηγάδι καθρεφτίστηκα
    μα ήταν πολύ βαθύ
    δεν φαινόμουν καλά
    άρχισα να κατεβαίνω μέσα του
    λίγο στην αρχή
    ύστερα περισσότερο
    μα πάλι δεν φαινόμουν
    μόνο κάτι σκιές έβλεπα
    που μου μοιάζανε
    ένα βουητό ακουγόταν
    κι είπα να φύγω
    να επιστρέψω στον έξω κόσμο
    κι άρχισα να σκαρφαλώνω
    σιγά-σιγά
    έκανα χρόνια να φτάσω
    στην κορυφή
    όταν πια έφτασα
    άκουσα μια φωνή να μου λέει
    «μη κοιτάς μέσα σου
    είναι βαθύ πηγάδι
    θα τρελαθείς».

    [Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

    -Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος | Το πηγάδι

    Ζήσαμε σε μιαν άλλη εποχή
    ψιθυρίζοντας στίχους του ουρανού και της θάλασσας.
    Καθόμαστε στην πλατεία με τα χαμόσπιτα
    χαζεύοντας τις γελαστές πόρτες
    που ανοιγόκλειναν δειλά.
    Τώρα οι τοίχοι έχουν ψηλώσει.
    Η πλατεία βάθυνε σιγά – σιγά,
    λιγοστεύοντας πάνω μας τον ουρανό.
    Κάποιος θα μίλαγε για πηγάδι.
    Για ένα πηγάδι
    ξερό.
    (https://www.monocleread.gr/2019/11/18/antwnhs-tha-papadopoulos-to-phgadi/)

  2. ΑΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    19. ΠΗΓΑΔΙ

    Εκεί κάτω είναι σκοτεινά…
    Γιάννης Κοντός, Το χρονόμετρο

    Υπάρχει ένα πηγάδι μέσα στο σπίτι σου
    που ώρες ατέλειωτες στα βάθη του με πνίγει.

    Δεν θέλω πια να ξαναρθώ τα Σαββατόβραδα.
    Ούτε τις Κυριακές. Δεν θέλω πια να ξαναρθώ.

    Υπάρχει ένα πηγάδι μέσα στο σπίτι σου.

    Κι εσύ, που με αγνοείς,
    ξεχνάς να με ανασύρεις στην επιφάνεια πάλι.

    ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ, Η θλίψις του προαστίου 1976

    Στην πηγή μια κοπέλα – Poll

    20. ΚΑΣΤΑΛΙΑ ΠΗΓΗ

    γαλάζιο σύννεφο
    μικρό πουλί
    δώρο της τύχης και της άνοιξης
    σαν ινδιάνος ονομάζω το παιδί μου

    ζεστή φωτιά
    αρκούδας γούνα απαλή
    ανθισμένο καλύβι σ’ ένα κόσμο ερημιάς
    σαν εσκιμώος ονομάζω το παιδί μου

    πρωινή δροσιά του χόρτου
    φτερουγίζει στο μέτωπό του
    η ανάσα του σαν κόκκινο μπαλόνι
    υψώνει επίκληση στον ουρανό
    με δέος η απεραντοσύνη
    αγγίζει τα δυο του χρόνια

    κι εγώ ισοβίτης από τοίχο σε τοίχο
    τα βήματά μου που μετρούσα
    λούζομαι τώρα στις μυστικές του λέξεις
    με τα νύχια στην πέτρα ζωγραφίζω το φως

    Τόλης Νικηφόρου

    ***

    21. ΟΙ ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

    με ένα ααα μακρόσυρτο
    εκπέμπεται το δέος της αγάπης
    από το χάος
    ως την καρδιά του κεραυνού

    με ένα εεε μακρόσυρτο
    αναθρώσκει η καθολική οδύνη
    από την άβυσσο των πόλεων
    ως την αρχέγονη έρημο της νύχτας

    με ένα ωωω μακρόσυρτο
    εγγράφεται η απαλή καμπύλη
    στο βλέμμα ενός παιδιού
    συντίθεται η ωκεάνια αγωνία του τέλους

    ααα εεε ωωω
    προφέρουν έκθαμβοι οι πρωτόγονοι
    αγγίζοντας τις παρυφές της μουσικής
    διακρίνοντας ένα μοναδικό φωτόνιο
    στις μυστικές πηγές του κόσμου

    ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ

    ***

    22. ΟΤΑΝ ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ ΜΙΛΑ

    Όταν το πηγάδι μιλά δεν φεύγεις
    συνήθως δεν μιλάει· το άνοιγμα
    στόμα βουβό σιωπηλά σε κοιτάζει
    σε έλκει σε μαγνητίζει να κατεβείς
    στης μύησης τα μυστήρια στον πάτο.

    Όταν το πηγάδι μιλά, εσύ ακούς
    και προσπαθείς να καταλάβεις
    είναι λόγια βαθιά απ’ τον βυθό παρμένα
    αφηγήσεις από τα έγκατα, παραμύθια
    ξένα παράξενα και τόσο γοητευτικά.

    Όταν το πηγάδι μιλά, εσύ γράφεις
    ευαγγελιστής τον λόγο μαρτυράς
    στην επιφάνεια βγήκε από το στόμιο
    τον σιγανό, έκανε δρόμο μεγάλο
    και τον διασώζεις για το μέλλον.

    Όταν το πηγάδι μιλά, σιωπά η κτίση
    οι φωνές της γης το δοξαστικό λένε
    και την αρχή και το τέλος, το νόημα
    το γιατί και το πώς, το άλφα ωμέγα
    και οι ουρανοί αφουγκράζονται.

    Όταν το πηγάδι σταματήσει να μιλά
    η μαγεία χάνεται ο μαγνητισμός
    ξεχνάει ο κόσμος πάλι και τρέχει
    σαν τα νερά απ’ την πηγή στο αλάτι
    κ’ εσύ στο μαγγανοπήγαδο της ζήσης.

    Βάλτερ Πούχνερ. Το χώμα των

    ***

    23. Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΗΓΑΔΙ ΕΙΝΑΙ

    Η θάλασσα πηγάδι είναι, σκότος,
    τα αστέρια απλώς πηλός που λαμπυρίζει,
    η αγάπη όνειρο και τρέλας κρότος,
    η νύχτα κίτρινη μεμιάς γυρίζει.

    Τα αστέρια απλώς πηλός που λαμπυρίζει,
    η θάλασσα πικρού νερού πηγάδι,
    η νύχτα κίτρινη μεμιάς γυρίζει,
    η νύχτα με του ψύχους το ψεγάδι.

    Η θάλασσα πικρού νερού πηγάδι,
    παρά τις στιχουργίες των ανθρώπων,
    η θάλασσα πηγάδι είναι, σκότος.

    Η νύχτα με του ψύχους το ψεγάδι,
    παρά τις στιχουργίες των ανθρώπων,
    η αγάπη όνειρο και τρέλας κρότος.

    Idea Vilariño, Μετ: Έλενα Σταγκουράκη

    Μάρθα Φριντζήλα – Σε Βαθύ Πηγάδι

    24. ΤΟ ΦΑΡΔΥ ΠΗΓΑΔΙ

    Το πηγάδι ήταν φαρδύ.
    Όλη τη Γη χωρούσε μέσα του.
    Μαζί και τον ουρανό.
    Κι όλη τη θάλασσα της Γης μέσα του χωρούσε.
    Κι όλον τον κόσμο του πηγαδιού ο ήλιος θέρμαινε.

    Μέσα από το στόμιό του διαθλώμενες
    όλες τις ακτίνες του περνώντας.
    Κανένα φως ηλιακό
    έξω από το στόμιο του πηγαδιού
    να μη φαίνεται.
    Πάνω από το στόμιο του πηγαδιού
    κενός από φως του κόσμου όλου ο όγκος.

    Να αιωρείται σκοτεινός
    ανάμεσα σ’ έναν ανύπαρχτο ουρανό
    και μια Γη
    που στον πυθμένα ενός και μόνο πηγαδιού
    βρισκόταν αφομοιωμένη.

    Γιάννης Πιπίνης

    ***

    25. ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΜΟΥ

    Νερό και πηγάδι αδελφέ μου
    δεν είχαμε άλλη έγνοια
    παρά για τη στάθμη του
    που όλο κατέβαινε
    που όλο σκάβαμε τα καλοκαίρια
    που όλο μιλάγαμε για ένα υπόγειο ποτάμι.

    Θυμήσου αδελφέ μου
    τον κουβά με τους βράχους
    θυμήσου την τροχαλία
    την κραυγή του πατέρα βαθιά
    την αστοχία
    που στοιχίζει πληγές.
    Κι εσύ να υποφέρεις τον πόνο
    Σπόρους γλυκείς συκομουριάς
    θυμήσου τη μυρωδιά
    το καμωμένο χωράφι.

    Όταν αδειάσεις αδελφέ μου
    να δεις τη γη μας
    εκεί όπου τα πράγματα
    είναι πάντα
    χώμα νερό και πηγάδι

    Σωτήρης Π. Βαρνάβας, Διαστάσεις του Χωροχρόνου, Γαβριηλίδης 2018

    Γιάννης Κούτρας -Στο πηγάδι

    26. ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Κάθε φορά που είμαι βαθιά μες στο πηγάδι
    Έρχεσαι εσύ και μου πετάς ένα σχοινί
    Με βγάζεις έξω, με φιλάς και μ’ ένα χάδι
    Αλλάζει ο κόσμος κι ανατρέπεται η σκηνή
    Αλλάζει ο κόσμος κι ανατρέπεται η σκηνή

    Είμαι δικός σου
    Στο μαγικό σου το βυθό ο στρατηγός σου
    Κι είσαι δικιά μου
    Παραμυθένια αλλοτινή βασίλισσά μου
    Κι είμαι δικός σου
    Στο μαγικό σου το βυθό ο στρατηγός σου

    Κι είσαι δικιά μου
    Παραμυθένια αλλοτινή βασίλισσά μου
    Μάγισσα που σηκώνεις τον τοίχο και με κλείνεις
    Έξω απ’ τον κόσμο μακριά απ’ τη ζωή
    Φυλακισμένο με κρατάς χωρίς να δίνεις
    Ούτε απάντηση μα ούτε και κλειδί
    Ούτε απάντηση μα ούτε και κλειδί

    Μες στη βροχή μονάχος, κανένας δε μ’ αγγίζει
    Κι όλα στο τέλος κάθε σκέψης σκοτεινά
    Το ξέρω ο χρόνος πια ανάποδα γυρίζει
    Αυτός ο δρόμος δε με βγάζει πουθενά
    Αυτός ο δρόμος δε με βγάζει πουθενά

    Θωμόπουλος Ανδρέας

    ***

    27. ΠΗΓΑΖΟΝΤΑΣ

    Από μία βάρκα σε μια λίμνη όπου ο ήλιος έχει σηκωθεί είμαστε παρατηρητές.

    Να κολυμπάμε άσκοπα είναι πολυτέλεια το ίδιο όπως το να περπατάμε
    μεγαλόφωνα προς την πηγή ενός ρηχού ρέματος.

    Όπως σκύβουμε πάνω από το βαθύ πηγάδι, ψιθυρίζουμε.

    Τους φίλους στα σπίτια τούς έλκει ο ένας ζεστός αέρας·
    Τους ξένους που συναντιούνται σε αμμουδιές τούς έλκει η μία υγρή θάλασσα.

    Πώς θα ήταν να είμαστε νερό, ένα σώμα από νερό
    (νερό τι είναι είναι άλλο μυστήριο) (Είμαστε
    νερό διαιρεμένο.) Θα ήταν ένας εαυτός χωρίς τοίχους,
    με επιφανειακή τάση, ειδική βαρύτητα μια τοπική
    ανταλλαγή ανάμεσα σε βράχο και σε σύννεφο από πτώση και ανύψωση,
    ανύψωση για να πέσουμε, πτώση για να υψωθούμε.

    Μαρί Πόνσοτ (μετ: Μαρία Θεοφιλάκου)

    ***

    28. ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Μη μου παίζεις τον τρελό
    Ήμουν στο βάθος του πηγαδιού
    όταν σε γνώρισα
    Ήσουν η αντανάκλασή μου
    στην επιφάνεια

    Ένας ήλιος μας τύφλωσε
    Κι ήταν η όψη του
    που έφερε σκοτάδι

    Μείνε μόνος
    Να έρχομαι τα βράδια
    σκαρφαλώνοντας στις λέξεις
    τους τοίχους να γκρεμίζω
    και κείνα τα σχέδια να βλέπω
    που μόνο εμείς γνωρίζαμε
    πως έδειχναν το δρόμο

    Για ζωή να μιλάς
    και όχι για θάνατο
    δοξαστικό

    Μαρία Καρδάτου, Αβλαβής διέλευση (2009)

    ***

    29. ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Άκουσα την ηχώ μου στο πηγάδι έφερε πίσω το «σ’ αγαπώ»
    μόνο που είχε ντυθεί το άρωμά σου
    κ’ είχε το τσιμπιδάκι των μαλλιών
    που έχασες προχθές στο απογευματινό μας το παιγνίδι
    πλάι στο πηγάδι

    όπως έβγαζα νερό με τον κουβά κι έριχνα
    μικρές γουλιές στο κλείσιμο των μοιρών σου
    άνοιγαν σιγά σιγά
    κι έτσι ντροπαλά
    και γέμιζε χρώματα ο ουρανός.

    ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΙΟΥΡΑΚΗΣ

    Στα φιλιατρά του πηγαδιού-Γεράσιμος Ανδρεάτος

    30. ΣΤΑ ΦΙΛΙΑΤΡΑ ΤΟΥ ΠΗΓΑΔΙΟΥ

    Στα φιλιατρά του πηγαδιού
    τα λιθαρένια χείλη
    ποιος έγραψε τη λέξη αυτή
    μ`αθάνατο κοντύλι.

    Όσες φορές εδίψασα
    πάνω απ`τα γράμματά της
    τόσες φορές επνίγηκα
    στ’ αυλάκια, στα νερά της.

    Στα φιλιατρά του πηγαδιού
    πέντε σχοινιά κυλάνε
    πέντε σχοινιά και ποιος θα πει
    ποια χέρια τα κρατάνε.

    ΘΟΔΩΡΗΣ ΓΚΟΝΗΣ

    ***

    31. ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Ετούτο το πηγάδι είναι βαθύ, καλοθεμελιωμένο.
    Κρούσταλλο το νερό του, μα δεν πίνεται:
    Υπάρχουν φλέβες μες στη γη που ‘ναι φαρμάκι.
    Γι’ αυτό κανένας δεν το συντηρεί,
    κανένας δε γυρεύει τη δροσιά του.

    Στέκεται μέρα-νύχτα σκεπασμένο,
    γεμάτο αράχνες και σκουριά,
    στοιχειό που διώχνει από κοντά του τους διαβάτες

    Μονάχα ο γυμνοσάλιαγκας δε το φοβάται:
    σπίτι πιο σκοτεινό, πιο υγρό,
    για το τεφρό κορμί του δεν υπάρχει.

    Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, Πηγάδια και πηγές (1960).

    ***

    32. ΠΗΓΕΣ

    Οι πηγές μου δεν είναι καθάρια νερά
    σας ξεγελούν
    τα γελαστα ρυάκια
    στα χλωρά τοπία.

    Οι πηγές μου κρυμμένες σε βράχους κλειστούς
    σε σπηλιές που παγίδεψαν γλάρους
    κι αγριοπερίστερα
    κι ύστερα η σήψη ταξίδεψε με τα νερά
    που δροσίζουν κλεισούρες ανύποπτες

    οι πηγές μου χαμένες σε βράχους κλειστούς
    από χρόνια παλιά
    μολυσμένες.

    ΑΜΑΛΙΑ ΤΣΑΚΝΙΑ

    ***

    33.ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Στον πάτο ενός πηγαδιού μπορεί να κρύβεται
    όλο το νόημα της ζωής σου,
    ένα νόημα που δυστυχώς θα πρέπει να το ανακαλύψεις
    βλέποντας όχι μόνο τις ευχές,
    αλλά και τους εφιάλτες σου να πραγματοποιούνται.

    Μάριος Καρακατσάνης

  3. -«Στις φλέβες μου μέσα ποτάμι οι πηγές απ’ όπου αναβλύζει το κρυσταλλωμένο αίμα.
    Μια σπίθα ανάβει τη ροή προς τη καρδιά η ίδια που την καίει
    Όταν καίγομαι η φωτιά μου φταίει»

    (Νίκος Σμυρνάκης)

    -Σάκης Αθανασιάδης, «Γυμνοί μου Άγγελοι»

    Βρήκα πηγή για να πλυθούνε οι ψυχές
    Βαγόνια που έπιασαν σκουριά μες το χειμώνα
    Που λέρωσαν με αρρώστιες δυτικές
    Και έμειναν στην έρημο αιώνια

    Πέφτει φωτιά στη γειτονιά μα εσύ
    Στης τηλεόρασης ο δύτης στα σκοτάδια
    Σε μια πισίνα που έχει αίμα από παιδιά
    Και από αυτόχειρες που φύγανε τα βράδια

    Περνάω το δρόμο και χτυπάω με φωνές
    Χτυπάω με πέτρες τα κορμιά τα σκουριασμένα
    Βρήκα πηγή για να πλυθούνε οι ψυχές
    Βρήκα νερό να βγάζω τα όνειρα απ’ το ψέμα

    Απ’ του Αχέροντα τις άγριες τις πηγές
    Που ξεκουράζονται οι ψυχές για το ταξίδι
    Παίρνω το κέρμα που ξεχάστηκε εχθές
    Γυμνοί μου άγγελοι σε ένα πανηγύρι

    Πέφτει φωτιά στη γειτονιά μα εγώ
    Ξυπνάω με ήχους τα όνειρα τα νυσταγμένα
    Βρίσκω πηγή για να πλυθούνε οι ψυχές
    Βαγόνια που έμειναν στα χρόνια σκουριασμένα

    (http://www.24grammata.com/wp-content/uploads/2014/11/Athanasiadis-ta-paputsia-tu-magu-xrony-24grammata.compdf.pdf)

    -Ν. Βρεττάκος, «Ἂν σοῦ λείψω μιὰ νύχτα»

    Ἂν σοῦ λείψω μιὰ νύχτα μὴν ἀνησυχήσης
    ὡς τὸ ἄλλο πρωί, ὡς τὸ ἄλλο βράδυ, ὡς τὴν Κυριακή,
    Ἐδῶ κάπου θὰ βρίσκομαι σ᾿ ἕναν ἄρρωστο δίπλα,
    μ᾿ ἕνα πικρὸ ραβδὶ θὰ ψάχνω νὰ βρῶ μία πηγή.
    πόρτα σὲ πόρτα θὰ γυρνῶ μ᾿ ἕνα ψωμὶ στὴ μασχάλη.
    Ἔχε ἀναμμένη τὴ φωτιὰ πάντοτε, γιατὶ πάντοτε
    θὰ σοῦ γυρίζω μουσκεμένος- Ἔχω ζεσταμένο
    στὰ γόνατά σου ἕνα πουκάμισο κι ἔχε τὸ νοῦ σου
    στὴν πόρτα καὶ στὴ δημοσιὰ μὴν ἀκουστῶ, γιατί,
    δίχως λειψὸ ἀποφέγγαρο κι ἄστρι, κάθε φορά,
    ἀπὸ τὴν ἄκρη θά ῾ρχομαι τὸν κόσμου.

    (http://www.mentality10.com/art-category/poihsh/item/2068-diavaste-10-poiimata-tou-nikiforou-vrettakou)

    -«…Πολλά ποιήματα βουλιάζουν μες στην ίδια τους τη λάμψη,
    περήφανα ποιήματα∙ δεν καταδέχονται τίποτα να πουν.
    Ξέρω πολλά ποιήματα που πνίγηκαν στο χρυσό πηγάδι τής σελήνης…»
    (Γ. Ρίτσος)

    -«Αδέλφια μου / ακούστε καλά / μια μέρα θα φτιάξουμε / τον γυάλινο κήπο που ονειρευόμαστε / μια μέρα από το γυάλινο πηγάδι του / θα αντλήσουμε / ζεστή σοκολάτα / και λουλούδια εντελβάις.»

    (Γιώργος Φιλιπίδης)

    -«Ύψος ανάστροφο του πηγαδιού το βάθος
    Καγχάζει από το στόμιο ο πυθμένας»

    (Ειρήνη Ρηνιώτη)

    -Σταύρος, Τραγάρας, «Μια συκιά μέσα στο πηγάδι»

    Στην αρχή ήταν τρυπανιά. Μετά έγινε πηγάδι με καλούπια τσιμεντένια. Πότιζε μπαμπάκια στην Αγιακατερίνη.Ύδρευμα, κρατήρας ζείδωρος. Με μια πετρελαιομηχανή «Μαλκότση» με μόνιμη βάση και ιμάντα. Ο αφέντης του πηγαδιού έφυγε για πάντα. Τα μπαμπάκια τελείωσαν. Στη θέση τους στάρια και καλαμιές. Το πηγάδι «μούλωσε». Μέσα φύτρωσε μια συκιά. «Η φύσις κρύπτεσθαι φιλεί» έλεγε ο Ηράκλειτος. Μακριά από την ύβριν των ανθρώπων. Κι όταν και της συκιάς ήρθε το τέλος, μετατράπηκε σε θεϊκό γλυπτό, που απλώνει τους ορφανούς κορμούς της χέρια ικεσίας στον ουρανό.

    (https://lemnosnet.eu/LemnosMag/)

    *Κατερίνα Παπαδοπούλου ~ Το Γυάλινο Πηγάδι

    -Παραδοσιακό, «Το γυάλινο πηγάδι»

    -«Άιντες κι αμάν αμάν, το μάθατε τι έγινε,
    το μάθατε τι έγινε στο γυάλινο πηγάδι;
    Θεριό εφανερώθηκε τον κόσμο για να φάει.
    Γυναίκας ρούχα φόρεσε, γυναίκας πασουμάκι,
    γυναίκα πάει και κάθεται στο γυάλινο πηγάδι.
    Ξεπλέκει τα σγουρά μαλλιά και κάθεται και κλαίει
    κι ο γιος του ρήγα πέρασε και τηνε χαιρετάει.
    − Τι έχεις κόρη μου και κλαις και βαριαναστενάζεις;
    − Η αρρεβώνα μου ’πεσε στο γυάλινο πηγάδι
    κι όποιος θα πέσει να τη βρει γυναίκα θα με πάρει.»

    (https://www.domnasamiou.gr/?i=portal.el.songs&id=297)

  4. ΑΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    34. Η ΠΗΓΗ

    Φεγγάρι πεθαμένο μου
    γιὰ ξαναβγὲς καὶ πάλι
    θέλω νὰ δῶ τὸ αἷμα σου
    δὲν ἔκαιγες λυχνάρι
    φώτιζες
    τὸ φοβισμένο πρόσωπο

    θέλω νὰ δῶ
    τὸ φοβισμένο πρόσωπο
    τώρα
    πάλι καὶ πάλι
    τότε
    ὅλο τὸ σῶμα μου ἦταν
    μιὰ πληγὴ

    φεγγάρι
    μιὰ πηγὴ
    καὶ φώτιζε
    τῆς νύχτας τὸ σκοτάδι
    Φεγγάρι πεθαμένο μου
    θέλω νὰ δῶ τὸ αἷμα σου
    τώρα
    πάλι καὶ πάλι

    ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, Όταν σας μιλώ

    ***

    35. Η ΠΗΓΗ

    Νερό, άφθονο νερό
    μέρα και νύχτα.
    Συνωστισμένοι οι άνθρωποι.
    Ομιλίες συχνές,
    φωνές.

    Βγαίνει από τα έγκατα,
    θα τρέχει, απόρησα.
    Όλοι το πίστεψαν
    πως δε θα στερέψει.

    Χρήστος Ντάλιας, Στην εφαπτομένη (1976)

    ***

    36.ΟΤΑΝ ΦΤΥΝΩ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Θα πετσοκόψω μέσα μου κάτι λέξεις
    που μου έδωσες
    και θα φτύσω τον πόθο μου
    σε ένα πηγάδι
    απύθμενο και θεοσκότεινο
    να μην ακούω τον αντίλαλό τους πια
    στον αγύριστο να πάνε κι αυτές
    μαζί με τα κομμάτια μου.

    Αυγή Λίλλη

    ***

    37. ΤΟ ΕΡΩΤΟΠΗΓΑΔΟ

    Το Νιχωρίτικο πηγάδι
    που στέκει μες στην αντηλιά,
    μια ιστορία έχει παλιά.
    Εδώ ποτίζαν πρωί-βράδυ
    τα ζωντανά κρύο νερό
    — μία φορά κι έναν καιρό —
    άντρες που φύγαν από χρόνια.
    Έρχονταν κι όμορφες κοπέλες
    με στήθια άσπρα σαν τα χιόνια,
    για να γεμίσουν τις βαρέλες…

    Στο Νιχωρίτικο πηγάδι
    αν μόλις πέσει το σκοτάδι
    ακούσεις δροσερές φωνές,
    μην πεις πως είναι αληθινές.
    Αν δεις τα δέντρα να σαλεύουν
    και τα κλαδιά τους μοιάζουν χέρια,
    νεράιδες θα ᾿ναι που χορεύουν
    πάνω απ’ την γη — κάτω απ’ τ’ αστέρια!
    Κι αν στο πεζούλι αντικρίσεις
    σκιές ανθρώπων καθισμένων,
    κάν’ το σταυρό σου, μην μιλήσεις —
    είν’ οι ψυχές των πεθαμένων!

    Το Νιχωρίτικο πηγάδι
    δεν έχει πια νερό στην στέρνα,
    μοιάζει καντήλι δίχως λάδι,
    μα ξένε, με ευλάβεια πέρνα
    μπροστά απ’ τις πέτρες τις φθαρμένες,
    γιατί παντού, απ’ άκρη σ’ άκρη,
    όλες τις άγιασε το δάκρυ
    από καρδιές ερωτευμένες.

    Στο Νιχωρίτικο πηγάδι
    ο μύθος πλέκει το υφάδι
    με του αέρα την βοή
    και τ’ αγριάγκαθα — βελόνια! —
    τρυπούν τα δάχτυλα απ’ τα χρόνια.
    Κεντήστρα σύγχρονη ζωή,
    ντροπή σου, που έκανες ρημάδι
    το Νιχωρίτικο πηγάδι!

    Δημήτρης Ε. Σολδάτος

    Απόγευμα στο δέντρο(Βαθαίνουν τα πηγάδια)-Αλκίνοος Ιωαννίδης

    38. ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΣΤΟ ΔΕΝΤΡΟ

    Ο κόσμος ξεμακραίνει
    ωραία στιγμή μου ξένη
    Βαθαίνουν τα πηγάδια
    ζωή μου που ‘σαι άδεια

    Ο κόσμος ξεμακραίνει, είναι βράδυ
    ωραία στιγμή μου ξένη, στάσου λίγο
    Βαθαίνουν τα πηγάδια, το φεγγάρι
    ζωή μου που ‘σαι άδεια, γέλα λίγο αν μ’ αγαπάς

    Ο κόσμος ξεμακραίνει, είναι βράδυ, μη μιλάς
    ωραία στιγμή μου ξένη, στάσου λίγο αν μ’ αγαπάς
    Βαθαίνουν τα πηγάδια, το φεγγάρι όταν κοιτάς
    ζωή μου που ‘σαι άδεια, γέλα λίγο αν μ’ αγαπάς

    Ανθίζουνε τ’ αστέρια ,όνειρό μου
    όταν περνάς
    δώσ’ μου τα δυο σου χέρια
    και τον κόσμο αν μ’ αγαπάς

    ΑΛΚΙΝΟΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

    ***

    39. ΠΗΓΑΔΙ

    Έμαθες σ’ ένα γρήγορο τρόμο
    Ζουν πάνω μου τα σημάδια σου
    αλλά σαν κορμί έχεις φύγει
    Βουτώντας με σε άνοιξη εφιαλτική
    Mixing memory and desire

    Κι είναι και τα δικά μου που με παίζουν
    Σαξόφωνα και κραυγές παιδιού
    Τις νύχτες μπαίνω στο πηγάδι
    Μου λείπεις και λείπει το νερό

    Τζανετάκης Γιάννης, Με φώτα ερήμου, Γαβριηλίδης, 2002

    ***

    40. ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΤΑ ΠΗΓΑΔΙΑ

    Ας μείνουνε στη γη οι αυταπάτες μου. Εγώ
    τους φόβους μου θέλω να στοιβάξω σε τσουβάλια.

    Αφού εσύ ανακοίνωσες σοφά πως θα τους πάρεις.
    Θα κατεβείς κάτ’ απ’ τη γη

    και θα επιστρέφεις χωρίς αυτούς στο τέλος.
    Να σε περιμένω με μεγάλη υπομονή.

    Σαν τσόφλι απ’ αμύγδαλο θα σπάσεις,
    μ’ ένα μάρμαρο, όσα βλέπουν τα μάτια μας.

    Γιατί θέλω να διασχίζω το διάδρομο
    χωρίς να κοιτώ πίσω μου.

    Για ένα ποτήρι νερό να φτάνω στην κουζίνα
    και να το πίνω ήρεμα γουλιά γουλιά.

    Χωρίς να υποψιάζομαι πως βγήκε με κουβάδες
    από κείνα τα πηγάδια

    Από πηγάδια όπου σώματα αδέσποτα υποτίθεται
    πετάχτηκαν μ’ όλες τις ιστορίες τους.

    ΣΕΝΕΜ ΓΚΙΟΚΕΛ, Μετ: Ανθή Καρρά

    ***

    41. Η ΖΩΗ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΣΤΟ ΒΑΘΥ ΠΗΓΑΔΙ

    Η ζωή δεν τελειώνει στο βαθύ πηγάδι
    αν σημαδέψεις το πέρασμα σου με αγώνες
    αν αφήσεις πίσω σου
    ριζωμένο το σπόρο της αγάπης
    αν αναστήσεις στο μικρό κήπο
    τα δέντρα της δικαιοσύνης και της Λευτεριάς.

    Ν. Κρανιδιώτης

    ***

    42. ΤΑ ΠΗΓΑΔΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

    …Τα πηγάδια μας
    πολλών χιλιάδων χρόνων
    τα μπαζώσαμε
    με κουφάρια εχθρών
    ανεπάρκειες
    και βλακεία.

    Τώρα αφυδατωμένοι
    ρακένδυτοι
    χωρίς δυνάμεις
    προχωράμε
    ασθμαίνοντας
    κι αυτάρεσκα
    στο μέλλον.

    Χρίστος Χατζήπαπας, Γαβριηλίδης, 2012

    ***

    43. […]Όταν ωστόσο αργεί να με επισκεφθεί η Σκοτεινή Κυρία,
    είναι η ζωή μου ένα πηγάδι δίχως πάτο,
    ένα ρολόι δίχως δείχτες,
    μία σελίδα ανυπόφορα λευκή

    Αργύρης Χιόνης

    ***

    44. ΤΟ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟ ΠΗΓΑΔΙ

    Ήτανε τρεις φίλοι… ο Βρασίδας, ο Χαρίλαος κι ο Λούλης.
    Τις προάλλες λοιπόν
    που από προχθές είχανε κανονίσει να πάνε για πικνίκ
    συναντηθήκανε στο καφενείο στη γειτονιά και ξεκινήσανε
    χαρούμενοι
    Αλλάξανε τρία λεωφορεία και φτάσανε στην ποθητή τοποθεσία

    Η μέρα ήτανε ζεστή κι ο ήλιος ψηλά
    Ααααααααααααα τί ωραία μέρα για εκδρομή! είπε ο Βρασίδας
    Ο Χαρίλαος κι ο Λούλης συμφώνησαν
    κουνώντας σοβαρά το κεφάλι
    Κανείς δεν υποψιαζόταν την τραγωδία που θα επακολουθούσε

    Γελαστοί μπήκανε στο δάσος
    Οι ηλιαχτίδες διαπερνούσαν τα παχιά φυλλώματα και παιχνίδιζαν στην πάχνη
    Ο Βρασίδας έκθαμβος κοιτούσε τα πουλάκια που τιτίβιζαν
    Ο Χαρίλαος παρακολουθούσε με επιστημονικό ενδιαφέρον τα μυρμήγκια που μάζευαν τη σοδειά τους
    Ο Λούλης χοροπηδώντας έτρεχε μπροστά μαζεύοντας μαργαρίτες και βιολέτες

    Κανείς δεν υποψιαζόταν
    Είχαν προχωρήσει περίπου εικοσιπέντε λεπτά

    Το ξεχασμένο πηγάδι καραδοκούσε το θύμα του
    Το ξεχασμένο πηγάδι καραδοκούσε το θύμα του
    Ο Βρασίδας, ο Χαρίλαος κι ο Λούλης
    Χαρούμενος και πηδηχτούλης ο Λούλης έπεσε μέσα στο πηγάδι
    Κανείς δεν το είχε προσέξει
    Με την αγωνία ζωγραφισμένη στα μέχρι εκείνη την στιγμή ανέμελα πρόσωπά τους

    Ο Βρασίδας κι ο Χαρίλαος προσπάθησαν να τραβήξουν τον Λούλη απ’ τα βάθη
    του ξεχασμένου πηγαδιού
    Μάταια όμως γιατί σχοινί δεν βρήκαν πουθενά για να τον βγάλουν έξω
    Παρ’ όλα αυτά ο Λούλης πέθανε εξηντατεσσάρων χρονών…

    Δημήτρης Πουλικάκος

    ***

    45.ΠΗΓΑΔΑΚΙΑ

    Εἶναι νὰ θαυμάζει κανεὶς
    τὴν ἀλληλεγγύη ποὺ δημιουργεῖ ἡ ἀνάγκη
    σὰν βλέπεις λογῆς λογῆς ἀλλοδαποὺς
    νὰ στήνουν πηγαδάκια
    ἔξω ἀπὸ τὶς δημόσιες βρύσες.
    Ἐνῶ ὁ Ἕλληνας –κυρίως ὁ παντρεμένος–
    στὰ μουλωχτὰ
    κι ὅσο πιὸ ἀθόρυβα
    θὰ κάνει τὴ δουλειά του.

    Στράτος Κοσσιώρης

  5. ΑΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    46. Ο ΑΓΙΟΣ

    Αυτός κοιτούσε βαθιά
    βαθιά
    μες στο πηγάδι
    το βάθος του
    δεν τέλειωνε
    σε τούτη τη ζωή

    οι σάρκες ξεκολλούσανε
    κι έπεφταν μία μία
    σε λίγο δε θα του έμενε
    παρά ο σκελετός

    —Το πήρα απόφαση –έλεγε–
    το πήρα πια απόφαση
    θα ζήσω μέσα στους πνιγμένους
    και μέσα στους λεπρούς

    ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, Το σκεύος

    ***

    47. Τ’ ΟΝΕΙΡΟ-ΓΥΑΛΙ

    Σε τούτο το φριχτό πηγάδι
    πέταξα τη μαύρη πέτρα
    πριν γίνω τ’ όνειρο-γυαλί
    γιατί τα σύμβολα σιγά σιγά ξεφτίζουν
    κι οι αναμνήσεις έρχονται καιόμενες
    γυναίκες.

    Σε μια πατρίδα γονατισμένη
    με τόσα ερείπια αισθήματα
    τόση σπατάλη σε όρκους και υποσχέσεις
    σε ξεπεσμούς ανθρώπων που λογάριασες
    ένα κομμάτι γυαλί σπασμένο
    είναι η γλώσσα μου.

    Ό,τι να πει ματώνει.

    Μάνος Ελευθερίου, Το μυστικό πηγάδι (1983)

    Χόρχε Μπουκάι: Η πόλη των πηγαδιών

  6. ΑΓΓΕΛΙΚΗ on said:

    ΣΙΓΑ Η ΠΗΓΗ

    Σιγὰ ἡ πηγὴ στὴ λαγκαδιὰ κυλᾶ μὲς στὰ χαλίκια,
    σιγὰ κι ἀργὰ τὰ ἰσκιώματα γλιστροῦν τοῦ δειλινοῦ
    στὰ θάμνα σκόρπια βόσκουνε πηδώντας τὰ κατσίκια
    στὸ βράχο τὸν ὀρθόψηλο τοῦ ἀπὸγκρεμνου βουνοῦ.

    Κι ἀνάρια τὰ κουδούνια τους ἀκούονται στὴ ράχη
    ὁλόηχα ἐδῶ, κομμένα ἐκεῖ, βραχνόφωνα ἄλλα ἡχοῦν,
    λὲς σήμαντρα πολύλαλα καὶ κρέμονται στὰ βράχη
    καὶ οἱ ἀχοί τους φεύγουνε ψηλὰ κι ἀνάερα ξεψυχοῦν.

    Καὶ τὸ ἀεράκι ἀνάλαφρο τὰ πεῦκα ἀργοαναδεύει
    καὶ ἱσκιώνουν κι ὅλο ἰσκιώνουνε τὰ πλάγια χαμηλὰ
    καὶ μιὰ κατσίκα ἀπ’ τὶς πολλὲς παράμερα ἀλαργεύει
    καὶ πάει καὶ ὁλόρθη στέκεται σὲ μιὰ κορφὴ ψηλά.

    Κι ἀκίνητη, σὰ χάλκινη στημένη ἐκεῖ καρφώνει
    ἀσάλευτο τὸ βλέμμα της σὰν πρὸς τὸν οὐρανό,
    ὅθε τὸ βράδυ πιὸ χλομὰ τὰ γιουλια του ὅλο ἁπλώνει
    κι ὅλο πιὸ ἀχνὰ τὰ ρόδα του σκορπίζει στὸ βουνό.

    Κι εἶναι, καθὼς ἐκεῖ θωρεῖ, σὰν κάτι νὰ κοιτάζη,
    κάτι στὰ μάκρη ἀλαργινό, ποὺ δὲ θωρεῖς ἐσύ·
    κι ὁλόρθη πάντα στέκεται – καὶ τὸ βουνὸ χλομιάζει
    μιὰ λάμψη μόνο τὴν κορφὴ τώρα φωτᾶ χρυσή.

    ῞Οσο ποὺ ἀργὰ καὶ σιγαλὰ σβήνει στερνὰ κι ἐκείνη
    κι ἁπλώνει ἕνα μισὸφωτο, θαμπά, χαλκὰ λευκό,
    μισόφωτο, ποὺ σούρουπο, σιγὰ σιγὰ ἔχει γίνει,
    ποὺ καὶ ἡ κατσίκα χάνεται χαλκὴ μὲς στὸ χαλκό.

    Κι ὅπως στὴ ράχη βόσκοντας μακραίνει τὸ κοπάδι,
    κάπου ἕνα μόνο ἀπόβαθα κουδούνι τώρα ἠχεῖ
    σὰν κλάμα, σὰν παράπονο, ποὺ σκέπασε τὸ βράδυ
    στ’ ἀλαργινὰ ὅ,τι ἀλαργινὸ ζητοῦσε μιὰ ψυχή.

    Κωνσταντίνος Χατζόπουλος (1868–1920)

Σχολιάστε