Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Πες το με ποίηση (247ο): «Μήνες 1ο: Ιανουάριος – Φεβρουάριος – Μάρτιος»

  1. Ιανουάριος – Γενάρης

 

-Παντελής Θαλασσινός – Ο χρόνος του Γενάρη

 

 

-Τάσος Λειβαδίτης, «Ιανουάριος» 

«Ένας καινούργιος χρόνος. Τι μας περιμένει; Τι θα μας φέρει; Όνειρα, φιλοδοξίες, έρωτες, αινίγματα. 

Κι ω φτωχά ημερολόγια που ύστερα από τόσες γιορτές τελειώνετε τις μέρες σας μέσα σ’ ένα ρείθρο.»

 (Από τη συλλογή «Τα Χειρόγραφα του φθινοπώρου») 

 

 

 

-Κ. Π. Καβάφης, «Ο Γενάρης του 1904»

A οι νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
που κάθομαι και ξαναπλάττω με τον νου
εκείνες τες στιγμές και σ’ ανταμώνω,
κι ακούω τα λόγια μας τα τελευταία κι ακούω τα πρώτα.

Aπελπισμένες νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
σαν φεύγ’ η οπτασία και μ’ αφήνει μόνο.
Πώς φεύγει και διαλύεται βιαστική —
πάνε τα δένδρα, πάνε οι δρόμοι, πάν’ τα σπίτια, πάν’ τα φώτα·
σβήνει και χάνετ’ η μορφή σου η ερωτική.

(Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)

 

 

 

-Ρένα Καρθαίου, «Ιανουάριος»

 

Του Γενάρη προσταγή :

Χιόνι σκέπασε τη γη !

 

Σκέπασε βουνά και δάση

η άνοιξη να μην περάσει .

 

Κρύο θέλει κι άλλο κρύο ,

κρύσταλλο όλο το τοπίο .

 

Να παγώσουνε τα πλοία !

Η δική μου βασιλεία ,

ένα μήνα θα κρατήσει

και κλαρί να μην ανθίσει .

 

Του Γενάρη προσταγή :

Μπάλα κάτασπρη όλη η γη .

 

(http://dreamskindergarten.blogspot.com/2011/06/blog-post_30.html)

 

 

 

-Γεώργιος Δροσίνης, «Του Γενάρη το ηλιοβασίλεμα»

 

Tου Γενάρη ηλιοβασίλεμα

γαλανό, καθάριο λάμπει,

στολισμένο με τα χρώματα

μιας μαγιάτικης αυγής.

Πρώιμη άνοιξη γιορτάζουνε

ο άλλος κόσμος άλλοι κάμποι:

T’ ουρανού τα ρόδα ανθίσανε

πριν ανθίσουνε της γης.

(https://pyroessa-logotimis.blogspot.com/2017/12/blog-post_28.html)

 

 

 

-Γιάννης Κοντός, «Απουσίες»

 

 Απογευματάκι Ιανουαρίου

 

δεν στρίβω γωνίες, αλλά παραπατάω

σε ευθείες. Σκέπτομαι τους πεθαμένους

ποιητές, που δεν βλέπουν αυτές τις ώρες:

το φως να κάθεται στα δέντρα

και να συγκρατεί τις αναμνήσεις,

τον καφέ εσπρέσο με το τσιγάρο,

τον σκούρο ουρανό και κάπου αλλού

να βρέχει. Θα φορούσαν βαρύ παλτό,

κασκόλ, και θα βάδιζαν γρήγορα

μη τους πιάσει η μπόρα.

Σε μια βιτρίνα καθυστερούν

και κοιτάζουν τα ρούχα της εποχής.

Θυμούνται τα ραντεβού τους

και τη ροή του έρωτα.

Τέλος πάντων, είναι άνθρωποι

και γυρίζουν σπίτι.

Όλα όμως τα παραπάνω

και άλλα πολλά τα γράψανε

στα παλιά τους τα παπούτσια

και πεθάναν.

(Γιάννης Κοντός, Ο αθλητής του τίποτα, Κέδρος)

 

 

 

  1. Φεβρουάριος – Φλεβάρης

 

-Παντελής Θαλασσινός – Φλεβάρης των φλεβών

 

-Νίκος Πενταράς, «Φλεβάρη, αδερφέ μου»

«Φλεβάρη αδελφέ μου,
μέσ’ απ’ την αδικία
που μας γέννησε,…
το κούρσεμα των ημερών
και των στιγμών μας
που Κουτσοφλέβαρο πάνω
Κουτσοφλέβαρο κάτω
σ’ ανεβοκατεβάζουν ειρωνικά
κι εσύ να τους απαντάς
πότε με διαμαρτυρίες καταιγίδες
και πότε με τις παγωμένες
νιφάδες της σιωπής σου
έλα, άπλωσε τ’ ανθισμένα
σαν τις μυγδαλιές σου χέρια
να σε πάρω και να πάμε
να χτυπήσουμε ξανά
του χρόνου την πόρτα
και να του ζητήσουμε
επιτακτικά τούτη τη φορά,
να μας επιστρέψει
τις κουρσεμένες μέρες
και στιγμές μας.
Έλα…»

(N.Π. «Σε φόντο φθινοπωρινό»)

 

 

 

-Κωστής Παλαμάς, «ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ» 

Απ’ το παράθυρο στα βάθη μακριά,
Ο κάμπος ξεχωρίζει,
Και φαίνεται η αποκριά
Μέσα στο δρόμ’ όλη βοή που τριγυρίζει
Είν’ ο καιρός όπου τρελή γιορτάζ’ η χώρα,
Και σιέται η μυγδαλιά με κάλλη ανθοφόρα.

 

Φτωχός ο κάμπος μας, μα όχι και γυμνός,
Αφού είν’ ασπροντυμένος.
Μοιάζει με νιο που αχαμνός
Κι απ’ την αρρώστια κάτασπρος ειν’ ο καημένος.
Στο δρόμο άμαξες, μεθύσι, προσωπίδες,
Και ρίχνει ο ουρανός βροχής ρανίδες.

 

Τι τάχα να είσαι θλιβερή, ψιλή βροχή,
Που αργά κι αγάλι ‘γαλι
Μας έρχεσαι την εποχή
Που τα νυφιάτικα η μυγδαλιά έχει βάλει;
Η φύσις κλαίει τη χειμωνιά που την παγώνει,
Ή κλαίει από χαρά στο Μάρτη που σιμώνει;

 

Σ’ εκείνο το παράθυρο μπροστά κρατεί
Η μάννα το παιδί της,
Πότε του δείχνει τη γιορτή,
Πότε την εξοχή με τη λευκή στολή της.
Αποκριάς χαρά φωτίζει τ’ αγγελούδι,
Κι η μάννα είν’ έμορφη, σα μυγδαλιάς λουλούδι.

 

Ρίχνει τα μάτια της και βλέπει τα βουνά
Μ’ ολόχιονο φουστάνι,
Και με το νου της αρχινά
Και χίλιους μύριους στοχασμούς άθελα κάνει,
Λιγάκι θλιβερούς σα νέφη του Φλεβάρη,
Μα πάντα καθαρούς, σαν του χιονιού τη χάρη.

 

Γιατ’ είναι μάνα με μυαλό και με καρδιά,
Και είναι η ζωή της
Λουλούδι με τριπλή ευωδιά
Που της σκορπά ο Θεός, ο κόσμος, το παιδί της.
Την ενθυμίζ’ η χειμωνιά κι η αγριάδα
Ότι κοντεύει του Μαρτιού να ρθει η λιακάδα.

 

Και νιώθει σαν γλυκιά μαρτιάτικη αυγή
Στα βάθη της ψυχής της,
Κι ακολουθά η συλλογή:
– Παρόμοια κι ο δυστυχής όπου η πίστις
Και τ’ ουρανού η ελπίς φωλιάζει στην καρδιά του,
Νιώθει μια δύναμη γλυκιά στη συμφορά του.

 

Ενώ μας δέρνουνε του κόσμου τα δεινά,
Βάλσαμο η πίστη χύνει.
Κι ενώ είναι χιόνι στα βουνά,
Για ιδές η μυγδαλιά τον κάμπο πώς τον ντύνει!
Μ’ απ’ το παιδί μου μακριά πίκρες και πόνοι,
Και το Θεό η χαρά να του θυμίζει μόνη.

 

Σε τέτοιους στοχασμούς ο νους της καταντά,
Και άλλα συλλογιέται.
Μα το παιδάκι της κοντά
Στην τρέλα της αποκριάς βουτιέται.
Ξεχνά τα τόσα του παιχνίδια, και το κρύο,
Κι έχει παράπονο, και πόθους χίλιους δύο.
Μεσ’ την καρδούλα του, αγάπες του χρυσές,
Σωριάζονται ωραίες
Και πλουμισμένες φορεσιές
Και μάσκες και σπαθιά και περικεφαλαίες.
Κυρίες το κοιτούν, τις ρίχνει ζαχαράτα,
Κανείς την έμορφη δεν ξέρει μασκαράτα…

 

Ακόμα στο παράθυρο μπροστά κρατεί
Η μάννα το παιδί της.
Ξεχνιέτ’ εκείνο στη γιορτή,
Κι αυτή στην εξοχή με τη λευκή στολή της.
Αποκριάς χαρά φωτίζει τ’ αγγελούδι,
Κι η μάνα είν’ έμορφη σα μυγδαλιάς λουλούδι.

(ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, περιοδικό ΕΣΤΙΑ, 27 Φεβρουαρίου 1883)

 

 

 

 

-Ουμπέρτο Σάμπα, «Βράδυ του Φλεβάρη»

Βγαίνει το φεγγάρι.
Στη λεωφόρο είναι ακόμα μέρα,
ένα βράδυ που πέφτει αργά.
Αδιάφορη νεολαία αγκαλιάζεται σφιχτά,
εκτρέπεται σε ευτελείς στόχους.
Και είναι η σκέψη
του θανάτου που, στο τέλος, σε βοηθάει να ζήσεις.

 (Ξένη ποίηση του 20ου αιώνα, Ελληνικά γράμματα)

 

 

 

-Κλείτος Κύρου, [Ήρθα ντυμένος φλεβαριάτικα] 

« Ήρθα ντυμένος φλεβαριάτικα ρούχα μια νύχτα ερειπωμένη
Αδιάκοπα ταξίδια, χιλιόμετρα αναμνήσεων κι ο σουβλερός
άνεμος στις παγωμένες λίμνες να ποδοπατεί χωρίς έλεος
την εσθήτα του καλοκαιριού
διαβαίνεις κάμπους και λαγκαδιές κρύσταλλα και
σταλαχτίτες ζεσταμένος από την πυροστιά των ματιών
της που θ’ ανθίσουν στη θέα σου
*
Μα κάποτε αλλάζει κι ο ρυθμός που σε κατέχει
Και οι απαντήσεις είναι πάντα τόσο φευγαλέες
Και το κορίτσι με το βιβλίο της βυζαντινολογίας ανοιχτό στα χέρια του
Δε θα σου πει τον καημό του
Κάθε βράδυ το φως θα δραπετεύει από τις γρίλιες για να
συναντήσει τον άσωτο που δεν έχει γυρισμό
και τα ερωτικά γράμματα σωρεύονται δένονται κατόπι με ροζ κορδέλες
κι ύστερα μια σιωπή μια σιωπή γιομάτη θλίψη σαν φτάνει η
ώρα η επίσημη που θα σκεφτείς εκείνον που αγαπάς
όταν εσύ που κατανίκησες τις αποστάσεις φεύγεις νικημένος
σαν ένα πλοίο με σβησμένα φώτα
ετοιμάζοντας ξανά το γυρισμό σου.»


(Κλείτος Κύρου, Εν όλω συγκομιδή, εκδ. ΑΓΡΑ)

 

 

 

 

 

 

  1. Μάρτιος – Μάρτης

 

-Παντελής Θαλασσινός, Ο Μάρτης Μάρτης μίλησε

 

 

-Ο. Ελύτης, [Μαρτίων οι ώρες]

 

«… Και με πέπλους των ξεχτένιστων ελπίδων που ατενίζουν τον

εαυτό τους πέρα στις μεταβλητές θωπείες των οριζόντων

Οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας

Σαν άσπρες ξεγνοιασιές ανεμομύλων

οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας

Με βήμα τελετουργικό σε λυγερή προϋπάντηση Μαρτίων οι ώρες

έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας!»

 

(Ο. Ελύτης, Προσανατολισμοί, Ίκαρος)

 

 

 

 

-Κωστής Παλαμάς, «ΜΑΡΤΙΟΣ»

 

Ροδίζ’ η πρώτη του Μάρτη μέρα,

Και στο παιδάκι της η μητέρα

Γελώντας πάει:

«Με μάρτη έρχομαι το λαιμό σου

Να στεφανώσω. Σαν άγγελός σου

Θα σε φυλάει.

 

«Από χρυσάφι, προτού να φέξει,

Με τι φροντίδα τον έχω πλέξει

Για σε, χρυσό μου!

Με κάθε χρώμα τον έχω ντύσει,

Ουράνιο τόξο, που θα στολίσει

Τον ουρανό μου.

 

«Αρχίζει ο ήλιος σαν πρώτα πάλι

Να τρέχει ελεύθερος στην αγκάλη

Γαλάζιου αιθέρα.

 

Λιώνουν τα χιόνια, κι όσ’ απομένουν

Άσχημα νέφη, κι αυτά μορφαίνουν

Μέρα τη μέρα.

 

«Αρχίζει ο ήλιο σαν πρώτα πάλι

Να ξετρυπώνει αγάλι αγάλι

Τα λουλουδάκια

Δειλά κρυμμένα μέσα στο χώμα.

Κι ύστερ’ απ’ τ’ άνθη, φροντίζει ακόμα

Για τα παιδάκια.

 

«Κι όποιο παιδάκι με μάρτη βλέπει,

Χρυσή στα χρόνια τ’ απλώνει σκέπη,

Το καμαρώνει.

Γιατί του Μάρτη η αλυσίδα

Μάνας χεράκι, μάνας φροντίδα

Του φανερώνει.

 

«Και όποιο πάλι το ιδεί να τρέχει

Δίχως στεφάνι Μαρτιού να έχει,

Δεν τ’ αγαπάει.

Κακό παλιόπαιδο το νομίζει,

Ακούς, παιδί μου; και το μαυρίζει

Και τ’ αρρωστάει.

 

«Μα το δικό σου σαν αντικρύσει

Λαμπρό στολίδι, θα σ’ αγαπήσει

Όσο κανένα.

Κι η ίδια ακτίνα του θα σε φιλήσει

Το πιο ωραίο που θα γεννήσει

Άνθος, κι εσένα!

«Ο Μάρτης θεία είν’ ευλογία!

Σα χελιδόνι ή ευτυχία

Στα σπίτια μπαίνει.

Και η υγεία σα μαϊστράλι

Στο γαλανόλευκο περιγιάλι

Μας ανασταίνει.

 

Αυτός, μ’ αγγέλου φτερά κινάει

Και το Χριστό της πρωτομηνάει

Στην Παναγία.

 

Και στην πατρίδα επαναστάτης,

Ο Μάρτης έφερε τη γλυκιά της

Ελευθερία.

«Να του σπιτιού μας το χελιδόνι

Εις την παλιά του φωλιά σιμώνει,

Και σε ζητάει.

Πρόβαλε, δέξου το… Στο λαιμό σου

Πώς μοιάζει ο μάρτης! σαν άγγελος

Θα σε φυλάει».

 

 

 

-ΡΙΤΑ ΜΠΟΥΜΗ-ΠΑΠΑ, «Ο ΜΑΡΤΗΣ ΚΑΙ Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ»

Τον γνωρίζετε το Μάρτη,
τον τρελό και τον αντάρτη;
Ξημερώνει και βραδιάζει
κι εκατό γνώμες αλλάζει.

Βάζει η μάνα του μπουγάδα,

σχοινί δένει στη λιακάδα,
τα σεντόνια της ν’ απλώσει,
μια χαρά να τα στεγνώσει.

Νά που ο Μάρτης μετανιώνει
και τα σύννεφα μαζώνει
και να μάσει η μάνα τρέχει
τα σεντόνια, γιατί βρέχει!

Νά ο ήλιος σε λιγάκι,
φύσηξε το βοριαδάκι,
κι η φτωχή γυναίκα μόνη
τα σεντόνια ξαναπλώνει.

Μια βροντή κι ο ήλιος χάθη
μες στης συννεφιάς τα βάθη,
ρίχνει και χαλάζι τώρα,
ποποπό, τι άγρια μπόρα!

Ώς το βράδυ φορές δέκα
άπλωσε η φτωχή γυναίκα
την μπουγάδα, κι όρκο δίνει

Μάρτη να μην ξαναπλύνει. 

(https://antonispetrides.wordpress.com/2014/03/01/martis/)

 

 

 

 

-Κική Δημουλά, «Ουτοπίες»

 

“Καθ’ οδόν/ (7 και 30’ πρωινή προς εργασίαν)

συναντώ τον Μάρτιο/ ευδιάθετον,

υπαινιγμών πλήρη/ περί ανοίξεως και λοιπά.

 

Αναβάλλω την υπόστασή μου

ανακόπτω τη σύμβασή μου/ με το χειμώνα

και διασπείρομαι σε χώμα.

Μια μικρή γη φυσική συντελούμαι,

ξαπλωμένη, απλωμένη/ απέναντι στο

καθ’ όλα σύμφωνο/ σύμπαν.

Φυτεύομαι άνθη,/ ανθίζω συναισθήματα,

και είμαι πολύ καλά

εις άπλετον προορισμόν/ και τοποθέτησιν.

 

«Απαγορεύεται η άνοιξις!»

ξάφνου μια πινακίδα – σύννεφο

απειλεί. Αμέσως

μια βροχή άρχισε κι έλεγε

εις βάρος της ανοίξεως/ και εις βάρος μου,

ένας δύσθυμος άνεμος/ μου κατάσχει τα άνθη,

μου κατάσχει τα συναισθήματα

και μ’ οδηγεί στο Γραφείο.

 

Παράβασις, λοιπόν, βαρεία,

και μάλιστα καθ’ οδόν,

από κυρία σχεδόν ώριμη

με οικογενειακές υποχρεώσεις,

και πολυετή θητείαν

εις Δημοσίαν θέση

και χειμώνες.”

 

(Κική Δημουλά, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος)

 

 

 

-Φ. Γκ. Λόρκα, «Μαρτιάτικος κήπος»

 

Η μηλιά μου

έχει κιόλα ίσκιο και πουλιά.

Πώς πηδάει το όνειρό μου

από το φεγγάρι στον άνεμο!

Η μηλιά μου

δίνει τα μπράτσα της στο πράσινο.

Από το Μάρτη πώς βλέπω

το άσπρο μέτωπο του Γενάρη!

Η μηλιά μου…

(χαμηλός άνεμος)

(Φ. Γκ. Λόρκα, Ποιητικά άπαντα, Εκάτη)

 

 

Single Post Navigation

5 thoughts on “Πες το με ποίηση (247ο): «Μήνες 1ο: Ιανουάριος – Φεβρουάριος – Μάρτιος»

  1. 1. ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ

    Κρουστή ευωδιά άσπρων ναρκίσσων:
    Ιανουάριος, χιόνι παντού.
    Παγώνουν οι σωλήνες απ’ το κρύο.
    Τα σκαλιά της εισόδου γλιστράνε. Προσοχή!
    Τη νύχτα το σπίτι τρίζει.

    Έμπαινες κι έβγαινες κατά βούληση,
    όμως τέτοια εποχή έμενες μέσα,
    ευτραφής μέσα στη γούνα σου, νεκροθάφτη.
    Ονειρευόσουνα ήλιο,
    μακελεμένα σπουργίτια,
    μαύρε γάτε που δεν είσαι πια εδώ.

    Αν, αν, μπορούσες να γυρίσεις πίσω
    απ’ το ποτάμι όπου τα λουλούδια έχουν παγώσει,
    από το δάσος όπου δεν υπάρχει τίποτα να φας,
    αν μπορούσες να μπεις πάλι μέσα,
    απ’ το παράθυρο που ’χει πιάσει πάγο,
    πάλι μέσα από τον κλειδωμένο αεραγωγό.

    MARGARET ATWOOD ( «The Door», 2007) ΜΕΤ: ΜΑΡΙΑ ΤΣΑΤΣΟΥ

    ***

    2. ΓΕΝΑΡΙΑΤΙΚΟ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙ

    Βαθύ, βουβό το μεσονύχτι
    στη γεναριάτικη ερημιά.
    Χρυσοπλεμένο η Νύχτα δίχτυ
    κρεμάει στην ακροποταμιά.

    Κι η αγάπη κάτου από τ’ αστέρια
    κεντάει του Ονείρου τραχηλιές,
    μ’ άσπρα φτερά από περιστέρια
    και μ’ άνθια απ’ άσπρες μυγδαλιές.

    ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ (1887-1950) «Τραγούδια της νύχτας (1929)

    ***

    3. ΒΡΑΔΥ ΤΟΥ ΓΕΝΑΡΗ. ΚΡΥΑ ΞΑΣΤΕΡΙΑ
    (Μόλντε 1955)

    Βράδυ του Γενάρη. Κρύα ξαστεριά. Κουδούνισμα του πάγου
    λεπτό σαν τις αγορίστικες φωνές μας
    μες στο σκοτάδι: η ελκηθροπαρέα σκαρφάλωσε
    ως το Κρίνγκσιο, το χωράφι του προπάππου μου
    ψηλά κάτω από τ’ άστρα,

    και ξάφνου γλιστράει! Ολόγυρα πετιούνται σπίθες
    όταν η λάμα βρίσκει σε κόκκους άμμου, το έλκηθρο κάνει
    στο πλάι, γυρίζει γύρω-γύρω, εγώ πέφτω πίσω
    στον κατάμαυρο γλιστερό πάγο με το κεφάλι ανάμεσα στο Βόρειο Σέλας
    και τ’ άστρα

    στο απύθμενο χάος των άστρων και της νύχτας: το
    Άπειρο με διαπέρασε σαν βροντή, το χωράφι του προπάππου γλίστρησε
    λοξά, στριφογυρνώντας πάνω από όλες τις πλαγιές
    αλλά ξανακάθισε στη θέση του, αστροφέγγοντας.
    Αστροφέγγοντας ήρθαν προς το μέρος μου, σαν νιφάδες
    στο σκοτάδι ψηλά πάνω απ’ του Μόλντε την πόλη: ο Ματίας, ο Όλε Μπγιορν,
    ο Ρούνε, η παιδική μου ελκηθροπαρέα

    που άκουσε το Θεό ν’ ανασαίνει
    ανάμεσα στο Βόρειο Σέλας και τ’ αστέρια,
    που είδε το χωράφι του προπάππου να ταξιδεύει χάνεται
    μέσα στο άπειρο,
    που είδε τα κορμιά μας να τρεμολάμπουν
    σαν φώτα μυστικά μες στο σκοτάδι

    μια βραδιά του Γενάρη το ’55 στο Μόλντε.

    Κνουτ Έντεγκορντ (Knut Ødegaard, γεν. 1945 στο Μόλντε της Νορβηγίας)
    μετάφραση: Σωτήρης Σουλιώτης

    ***

    4. ΕΙΠΕ

    Βραδιάζει του Γενάρη η μέρα
    κ’ απ’ το άφραχτο το κοιμητήρι πέρα,
    κάποια γυναίκα ακολουθάει το δρόμο,
    σκυφτή, κρατώντας φόρτωμα στον ώμο.
    Δεν είναι ξύλων και κλαδιών δεμάτια,
    μα είναι από σάπια φέρετρα κομμάτια.
    Θα δροσοσταλάζουν κόκκινα τα κούμαρα,
    κυκλαμιές θ’ ανθούν στο χώμα ταίρια-ταίρια,
    θα καπνίζουν σφαλιστά τα χωριατόσπιτα
    και θ’ αρχίσουν τα σπιτιάτικα νυχτέρια.

    Θα σωπάσ’ ο τζίτζικας κι ετοιμοτάξιδα
    γι’ άλλων τόπων ’νοιξη, μακριά απ’ τα χιόνια,
    βράδυ βράδυ ώς τα μεσούρανα θα χύνωνται
    μαύροι φτερωτοί σταυροί τα χελιδόνια.

    Ω χαρά μας! το Χειμώνα θα προσμένωμε
    δίχως πάγους και χιονιές να φοβηθούμε:
    Της ζωής μας το στερνό ταξίδι κάναμε
    και την ’νοιξη άλλων τόπων δεν ποθούμε.

    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ

    Ο ΑΓΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ, Πέτρη Σαλπέα – 1972

    5. ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

    Φεβρουάριος! Πιάσε μελάνη και κλάψε!

    Θρηνώντας για τον Φλεβάρη γράψε,

    Ενώ η λασπουριά βροντοκοπάει

    Και καίγεται την μαύρη άνοιξη.

    Βρες παϊτόνι. Δεκάρες δώσε έξι

    Με τον ήχο της καμπάνας, με των τροχών την κλαγγή

    Πήγαινε εκεί, όπου η νεροποντή

    Βροντοκοπάει πιο πολύ από τα δάκρυα και τη μελάνη.

    Εκεί, σαν καρβουνιασμένα αχλάδια,

    Χιλιάδες κουρούνες από τα δέντρα

    Στους λάκκους θα πέσουν, θα καταστρέψουν

    Τη στεγνή θλίψη στο βυθό των ματιών.

    Σαν μαύρα στίγματα εκεί που έλιωσαν τα χιόνια,

    Αυλακωμένος ο αγέρας από τα κρωξίματα,

    Όσο πιο τυχαία, τόσο πιο σωστά

    Θρηνώντας γράφονται τα ποιήματα.

    1912 Μπορίς Παστερνάκ, Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης (C)

    ***

    6. ΒΛΕΦΑΡΑ ΤΟΥ ΦΛΕΒΑΡΗ

    Βλέφαρα του Φλεβάρη
    κινούνται κι ανασαλεύουν
    βάρη τεράστια βάρη
    που την ματιά φορτώνουν
    και την καρδιά τρυπούν

    Χάνονται μέσα σ’ άγριες εικόνες τα όνειρά μας
    τα χείλια μας ενώνονταν κάποτε φανερά
    Τώρα έμεινε για μας μονάχα η σκιά μας
    κι ένα ασημένιο μενταγιόν να το φοράς κρυφά

    Αν όμορφες στα μάτια σου φάνταζαν οι κραυγές μου
    και αν μες στο κόκκινο του αίματος βούλιαζαν τα αυτιά
    την μπόχα αν χέρια αγγίζανε από καμένη σάρκα
    το μοβ άρωμα αν γεύτηκες στον ήχο του φωτός
    αν μπέρδεψες την γεύση και την όραση με την αφή
    και με το άρωμά σου έφτιαξες πολύχρωμη φωνή
    τώρα μυρίζεις γεύεσαι κοιτάς μα δεν αγγίζεις
    τα χρώματα που βγήκανε από ζεστό λαρύγγι
    αφήνοντας στο στόμα σου να καίει μια μυρωδιά
    που άλλοτε ποτέ δεν είχες ξαναγγίξει

    Και κάθε που μεσάνυχτα είναι ακούγεται η φωνή σου
    «Δεν έχω χέρια να μου χαϊδέψουν το πρόσωπο»

    Θάνος Ανεστόπουλος

    ΜΑΡΤΗΣ ✿ ΡΕΝΑ ΚΟΥΜΙΩΤΗ

    7. ΜΕΡΑ ΜΕ ΒΡΟΧΗ

    Πρώτη Φεβρουαρίου σήμερα και η πρώτη
    βροχούλα του μήνα μαζεύει ήσυχα-ήσυχα
    τα νερά της στη βεράντα. Στάλα-στάλα
    μέσα σ’ ένα χρόνο είδα την επιθυμία
    να γίνεται έκσταση, την έκσταση πίκρα
    κι απογοήτευση, τα επί πολύ ποθούμενα
    αμελητέες αναμνήσεις, το πάθος να κατα-
    ποντίζεται σε μια πίστωση χρόνου που
    χορηγήθηκε ευπροσήγορα κι ανέμελα,
    τις υποσχέσεις για μια βέβαιη επιτυχία
    να μετατίθεντα συνεχώς στο άμεσο μέλλον,
    τα θαυμαστικά να γίνονται ερωτηματικά :
    όπως καθρεφτίζονται ανάποδα σήμερα
    τα κάγκελα πάνω στα νερά της βεράντας.

    Σωτήρης Παστάκας, Ύποπτος φυγής, αυτο-ανθολόγηση 48 ποιημάτων

    ***

    8. Καλέ μου Μάρτη – Έλα μέσα

    Πόσο χαρούμενη είμαι-

    Ήλπιζα για σένα πριν-

    Βγάλε το καπέλο σου-

    Πρέπει να περπάταγες-

    Πόσο ξέπνοος είσαι-

    Καλέ μου Μάρτη, πως είσαι, και τα Λοιπά-

    Άφησες στην ησυχία της τη Φύση-

    Ω, Μάρτη, Έλα, πάμε πάνω μαζί-

    Έχω τόσα πολλά να σου πω-

    Έλαβα το Γράμμα σου, και τα Πουλιά-

    Τα Σφεντάμια δεν είχαν ιδέα ότι ερχόσουν-

    Το δηλώνω –πόσο Κόκκινα έγιναν τα Πρόσωπά τους-

    Αλλά Μάρτη, συγχώρα με-

    Και όλοι εκείνοι οι Λόφοι που άφησες εμένα να τους Βάψω-

    Δεν υπήρχε το κατάλληλο Μωβ-

    Το πήρες εσύ όλο μαζί σου-

    Ποιος χτυπά; Εκείνος ο Απρίλης-

    Κλείδωσε την Πόρτα-

    Δεν αφήνω να με καταδιώκουν-

    Έμεινε ένα Χρόνο μακριά χωρίς νέα-

    Όταν είμαι απασχολημένη-

    Αλλά οι τσακωμοί μοιάζουν τόσο ασήμαντοι

    Από τη στιγμή που έχεις έλθει

    Που η κατηγόρια είναι το ίδιο γλυκιά όσο ο Έπαινος

    Και ο Έπαινος τόσο λίγος, όσο η Κατηγόρια.

    Emily Dickinson (1830-1886) Απόδοση στα Ελληνικά: Ειρήνη Βεργοπούλου

    ***

    9. ΜΑΡΤΙΑΙ ΕΙΔΟΙ

    Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή.
    Και τες φιλοδοξίες σου να υπερνικήσεις
    αν δεν μπορείς, με δισταγμό και προφυλάξεις
    να τες ακολουθείς. Κι όσο εμπροστά προβαίνεις,
    τόσο εξεταστική, προσεκτική να είσαι.

    Κι όταν θα φθάσεις στην ακμή σου, Καίσαρ πια·
    έτσι περιωνύμου ανθρώπου σχήμα όταν λάβεις,
    τότε κυρίως πρόσεξε σαν βγεις στον δρόμον έξω,
    εξουσιαστής περίβλεπτος με συνοδεία,
    αν τύχει και πλησιάσει από τον όχλο
    κανένας Αρτεμίδωρος, που φέρνει γράμμα,
    και λέγει βιαστικά «Διάβασε αμέσως τούτα,
    είναι μεγάλα πράγματα που σ’ ενδιαφέρουν»,

    μη λείψεις να σταθείς· μη λείψεις τους διαφόρους
    που χαιρετούν και προσκυνούν να τους παραμερίσεις
    (τους βλέπεις πιο αργά)· ας περιμένει ακόμη
    κ’ η Σύγκλητος αυτή, κ’ ευθύς να τα γνωρίσεις
    τα σοβαρά γραφόμενα του Αρτεμιδώρου.

    Κ. Π. Καβάφης

    Μάρτιος – Ορφέας Περίδης

    10. ΜΑΡΤΗΣ

    Ξάφνιασμα εὐχάριστο.
    Σήμερα στὶς ἐξήμισι πὶ μὶ
    – ἀντὶ ἑπτὰ ὥς χτὲς –
    σβήσανε τὰ φῶτα τοῦ Δήμου.
    Σκόνταφταν λίγο τὰ πουλάκια
    ἐπάνω στὸ θαμπὸ κελάηδισμά τους
    ἀλλὰ εὐθὺς
    ἕνα ὅλο καὶ πιὸ δυνατὸ χεράκι τοῦ φωτὸς
    τὰ ὄρθωνε ψηλά.

    Ἄρα μεγάλωσε ἡ μέρα.
    Κατὰ μισὴ ὡρίτσα θὰ μοῦ πεῖς.
    Λίγο εἶναι;
    Γιά θυμήσου τὰ χρονοβόρα.
    Ἐντέλει δυὸ λεπτὰ χρειάστηκαν
    καὶ οὔτε.

    Κι εἶχες μετὰ δική σου
    ἄπλετη ὅλη τὴν ὑπόλοιπη μπόρα.

    ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ, Χλόη θερμοκηπίου, Ίκαρος 2005

    Jan Garbarek Group – Brother Wind March

    11. Ο ΜΑΡΤΗΣ

    Ο Μάρτης βάλλει τ’ Απριλιού τα γλαμπυρά φορέματα,

    και καταβαίν’ απ’ τ’ αψηλά με των βουνών τα ρέματα,

    κι αυτού που είν’ οι κάμποι

    φωτοβολά και λάμπει.

    Στο σπιτικό τους τα δενδρά ριγούν και συμμαζεύονται,

    τ’ άνθη στους κόρφους των βαθιά κοιμούνται κι ονειρεύονται,

    και τα λουλούδια ‘κόμα

    δεν βγήκαν απ’ το χώμα.

    – Δενδρά, ο Μάρτης τα λαλεί, για αφήστε τα καμώματα!

    Άνθη, τα μάτια ανοίξετε και βγείτ’ από τα στρώματα!

    Να ιδείτε τι σας φέρει

    το μαγικό μου χέρι!

    Εγώ μ’ ο μήνας, που γυρνά σε κάθε χρόνου κύλημα,

    και φέρει μόσχους και θωριές εις τ’ άνθη μ’ ένα φίλημα,

    και φέρ’ εις κάθε κόρη

    ένα καλό αγόρι.

    Τ’ ακούνε τ’ άνθη και κοτούν κι ανοίγουν τα χειλάκια τους·

    και μισανοίγουν τα δενδρά τα πράσινα ματάκια τους·

    τα ρόδα που κοιτάζουν

    φθονούν κι αυτά και σχάζουν.

    Τ’ ακούει κ’ η αμυγδαλιά, κορίτσι κουτοπόνηρο,

    κι από τον ύπνο πλανευτή, ερωτεμέν’ απ’ όνειρο,

    πα στα γυμνά της κάλλη

    νυφιάτικ’ άνθη βάλλει.

    – Καλό στον εύμορφο το νιό, που ψες τον ονειρεύθηκα,

    που στο γλυκό μου τ’ όνειρο είδα πως τον πανδρεύθηκα!

    Σαν τι καλά με φέρει

    το γκαρδιακό μου ταίρι;

    Της φέρνει στρώμ’ απ’ το Χιονιά κι απ’ το Βοριά παπλώματα·

    τη νύχτα κάμνουν τη χαρά, και πα στα ξημερώματα

    της αγκαλιάς του η πάχνη

    την εύμορφην αδράχνει!

    Της κάμνει σάβανο χλωμό το νυμφικό της φόρεμα·

    της βάνει μοιρολογητή ένα ψυχρό θολόρεμα·

    κ’ εκείνο κλαί’ και σκάφτει,

    και ρίχνει και την θάφτει.

    Γεώργιος Βιζυηνός

    Kai Engel – February

  2. *Χρήστος Νικολόπουλος – Μανώλης Λιδάκης – Ξημέρωμα 1ης Ιανουαρίου 2000 μ.Χ

    *Και δυο ποιήματα μ’ αναφορά στο Γενάρη….

    -Νικηφόρος Βρεττάκος – Γράμμα
    Δὲν ἔχω ἕνα φύλλο ἀπ᾿ τὰ παλιὰ πράσινα δέντρα.

    Σοῦ γράφω τὴ λύπη μου σ᾿ αὐτὸ τὸ χαρτί.
    τόσο ἐλαφριὰ ποὺ νὰ στὴ φέρει ὁ ἄνεμος,
    τόσο καλὴ καὶ τρυφερὴ ποὺ νὰ μὴ παραξενευτεῖ ὁ ἥλιος,
    εὐγενικὴ σὰν τὴ σιωπὴ ποὺ περπατεῖ στὸ χορτάρι
    τὴ νύχτα, ἁπλὴ καὶ καθαρὴ σὰν τὸ νεράκι ποὺ τρέχει
    καὶ δὲ μαντεύεις πὼς τὸ γέννησε ἡ χτεσινὴ καταιγίδα.

    Πολλοὶ σκοτώθηκαν. Πολλοὶ ζοῦμε. Ὅλοι μας εἴμαστε
    λαβωμένοι. Εἶναι βαρὺς ἀπὸ τὸν πόνο μας ὁ κόσμος.

    Μὲ τὴ σιωπὴ τῆς θάλασσας θὰ λάβεις τὴ λύπη μου.
    Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ αἰώνιό μου Μή με λησμόνει!
    Εἶναι ἕνα φῶς διπλωμένο ἀνάμεσα σ᾿ ἕνα μικρὸ συννεφάκι.
    Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ ἀρνάκι, μιὰ κ᾿ εἶσαι κοντὰ στὸ θεό,
    νὰ τ᾿ ὁδηγήσεις σ᾿ ἕνα πράσινο κῆπο του.

    Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ βρέφος μὲ τὸ τσακισμένο ποδαράκι.
    Ἀνεβασέ το στὸ παράθυρο μὲ τὸν αὐγερινό,
    κοντὰ στὸν κόσμο, κοντὰ στὸ ὄνειρο,
    κοντὰ στὴν καλοσύνη σου, ποὺ εἶναι ζεστὴ σὰ μιὰ ἀνάσα μητέρας,
    κοντὰ στὸ τζάκι ποὺ ὀνειρεύεσαι μὲ τὸ χέρι στὸ μέτωπο
    τὴν εὐτυχία τοῦ πεινασμένου, τοῦ στρατιώτη, τοῦ ἄρρωστου.
    Βάλτο κοντὰ στὴν πράσινη σημαία. Κοντὰ στὸ κόκκινο
    ἄλογο. Στὴ μητέρα σου πλάι, ποὺ τριγυρισμένη
    ἀπ᾿ τοῦ ΓΕΝΑΡΗ τοὺς σπουργῖτες, γνέθει τὴν ἐλπίδα.
    Βάλτο κοντὰ στὸ στεναγμὸ τῆς φιλίας. Κοντὰ-κοντά.
    Βάλτο νὰ κάτσει, κι ἄνοιχτου σὰν ἕνα γέλιο τὸ παράθυρο
    νὰ ἰδεῖ τὸν κόσμο.

    (https://tetradia.blogspot.com/2016/02/Nikiforos-Vrettakos-Gramma.html)

    -Τίμος Μωραϊτίνης, «ΤΟ ΠΟΥΛΑΚΙ»

    Ένα πουλάκι αρρώστησε μια νύχτα του Γενάρη
    Και τη ψυχούλα του άφησε πρωί πρωί.
    Και ο Θεός εμήνυσε στην ανοιξιάτικη πνοή
    Να ξεκινήση μ’ένα ανθόφυλλο και να την πάρη
    Έτσι μαζώχτηκε ο βορηάς και πριν έρθει το δείλι
    Μέσα στα χιόνια εφύσηξε ο ζέφυρος του Απρίλη.

    (http://www.timos-moraitinis.gr/%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7/)

  3. Γιάννη, τσεκάρισε το μέιλ σου.
    Το Postmaster μου τα στέλνει όλα πίσω.
    Μήπως χρειάζεται άδειασμα;

  4. *Ορφέας Περίδης – Φεβρουάριος

    -Ζωής Δικταίου , «Αμυγδαλιά ανθισμένη, κόντρα στον Φλεβάρη»

    Παλιέ μου φίλε
    Με φωνές, τα χρόνια δεν γυρίζουν πίσω
    Ποτέ δεν ρώτησες, γιατί με φέρνει η βροχή
    Σ’ άλλο ουρανό δεν θα γυρέψω πεπρωμένα
    Στην αγκαλιά σου
    Θα γυρίσω απόψε, δίχως ενοχή
    Κι έχω τα φρένα της καρδιάς σπασμένα.

    Παλιέ μου φίλε
    Πως πέρασε, άθελα μας ο καιρός
    Άλλα, στο βλέμμα που νικήθηκε
    Κι’ άλλα ορκίζεται η νύχτα στη Σελήνη.
    Στο έρημο κάστρο
    Η ψυχή, απ’ την αγάπη πλύθηκε
    Για να χορέψει η μοναξιά και ότι γίνει.

    Θα στάξω μέλι
    Στο ποτήρι, τώρα γελά η αμυγδαλιά
    Γύρη σκορπίζει στου χειμώνα το σεντόνι
    Έγινε η σκέψη μου πατρίδα του χιονιά
    Πόσα τραγούδια
    Το φεγγάρι, στο ανθισμένο σου μπαλκόνι
    Θα πει για μας, μέχρι να φύγει η παγωνιά.

    Παλιέ μου φίλε
    Στο υπόγειο της καρδιάς, σκοτάδι
    Μα και η δική σου, σβήνει μοναχή
    Μια σπίθα, κοίτα, απ’ τη στάχτη μου ξεθάβω
    Μες την ομίχλη
    Έχω στα χείλη πεταλούδα την ψυχή
    Καινούριο φως, απ΄ το παλιό να μεταλάβω.

    Λιώνει το ψέμα
    Είμαι δικό σου, χάρτινο καράβι
    Μ’ ένα ανεκπλήρωτο φιλί, θα ονειρευτώ
    Αμυγδαλιά ανθισμένη, κόντρα στον Φλεβάρη
    Παλιέ μου φίλε
    Χάρισε μου, τελευταίο έναν χορό
    Μετά, ποτέ δεν θα ζητήσω άλλη χάρη…

    Για το Φλεβάρη που έρχεται…
    Αύριο… εν ονόματι της Αγάπης

    (http://fractalart.gr/amygdalia-anthismeni-kontra-ston-flevari/)

Σχολιάστε