Λόγος Παράταιρος

«Παράταιρος ο λόγος ο δυνατός/ μέσα σε μια πολιτεία που σωπαίνει» (Γ. Ρίτσος)

Πες το με ποίηση (193ο): «Μαχαίρι»

 

-«Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι
(Κ. Π. Καβάφης)

 

 

 -«Εκείνη τη νύχτα άδειασα τόσο, που όταν μου πέταξαν το μαχαίρι δε βρήκε που να καρφωθεί.»

(Τάσος Λειβαδίτης)

 

****

 

 

-«…Ώσπου σε μια στιγμή

Άνοιξε κάποιος το μαχαίρι

Κι έσκισε το πουκάμισό του

Κι είδανε τ’ όνομά του γραμμένο στο στήθος

Πάνω ακριβώς στο μέρος της καρδιάς.»

(Μ. Αναγνωστάκης)

-«Κάποιος

Θα  πλύνει    κάποτε

Το  αίμα   απ’ το  μαχαίρι

Κάποιος

Που  δε  θα  ξέρει

Ούτε  και   θα’  χει  υποπτευθεί

Έτσι  θα  γίνει

Βέβαια , μπορεί

Και  να  πετάξει   το  μαχαίρι

Στα   σκουπίδια

Και   θά΄ ναι   κρίμα

Όχι  για  το  αίμα – φυσικά

Αλλά  για  την  υπέροχη  λαβή

Τη  λίγο σκαλιστή

Στα   δύο  γράμματα

Τα  αρχικά

Τα  αιματοκυλισμένα»

(Αγγελική Ελευθερίου, από το βιβλίο «Θα καπνίζω»)

 

 

*****

 

 

-Αργύρης Χιόνης, «Περί μαχαιριών»

  1. Ένα μαχαίρι που ακονίστηκε αμέτρητες φορές, που ακο-

νίστηκε ως την εξαφάνιση, ειν’ ένα μαχαίρι εξαϋλωμένο, ειν’

ένα μαχαίρι εξιλεωμένο.

 

 

  1. Ένα μαχαίρι που έκοψε, έκοψε αμέτρητες φορές, ώσπου η

αιχμή του στόμωσε, όσο κι αν φαίνεται άχρηστο, είναι σοφό

μαχαίρι. Έπαψε πλέον να μοιράζεται σε χίλιες δυο εντυπώ-

σεις, καρπούς και σάρκες τεμαχίζοντας, από χυμούς και αίμα

μεθώντας. Απόκτησε εσωτερική ζωή και στη μοναδική αλή-

θεια του θανάτου συγκεντρώθηκε. Η κόκκινη σκουριά, που

ιδρώνει η λάμα του, μιλάει για τη μέσα του αγωνία.

 

 

  1. Ένα μαχαίρι που πετά και στον στόχο καρφώνεται ειν’

ένας αετός μ’ αλάνθαστο ράμφος.

Ένα μαχαίρι που πετά και στη μέση της πτήσης του πέφτει

ειν’ ένα κουρασμένο χελιδόνι.

 

 

  1. Ένα μαχαίρι ακουμπησμένο στο τραπέζι, πλάι στο πι-

ρούνι ή το κουτάλι, ένα καθ’ όλα ήμερο μαχαίρι, ένα κοινό

επιτραπέζιο σκεύος, παρ’ όλα τα φαινόμενα, καμιά δεν έχει

σχέση με το υπόλοιπο σερβίτσιο. Για να το νιώσεις, φτάνει να

προσέξεις τη σαρκαστικήλ λάμψη της κόψης του, να δεις πως

σπαρταρά μόλις σερβιριστεί το κρέας.

 

 

  1. «Κοιμισμένο στο συρτάρι της κουζίνας, το ταπεινό μαχαίρι

ονειρεύεται πως γίνεται σπαθί κι αστράφτει απειλητικά

μέσα στον κουρνιαχτό της μάχης.
Την άλλη μέρα, τεμαχίζοντας καρότα, μέσα στους

υδρατμούς και στις κλαγγές σκευών, θαρρεί πως

ξανακούει το κάλεσμα της σάλπιγγας κι ορμάει,

ξαφνικά, ακάθεκτο και κόβει της νοικοκυράς το

δάχτυλο.»

 

 

  1. Υπάρχουνε μαχαίρια που ζήσαν πολυτάραχη ζωή κι

αλλάξαν πλήθος χέρια πριν καταλήξουν, θλιβεροί απόμαχοι,

στη σκονισμένη σιωπή των παλαιοπωλείων, αιμοσταγή μα-

χαίρια που πωλούνται, τώρα, κι αγοράζονται ως χαρτοκόπτες.

 

 

  1. Φτωχό μαχαίρι, στομωμένο, άλλοτε για την κόψη σου κα-

μάρωνες, τώρα, για τη λαβή σου.

 

 

 

  1. Το δίκοπο μαχαίρι δεν μπορεί ν’ αλλάξει γνώμη, δεν μπο-

ρεί τα νώτα του να στρέψει στη σφαγή.

 

 

  1. Πες μου με τι μαχαίρι θα κοιμηθείς για να σου πω με τι

πληγή θα ξυπνήσεις.

 

 

  1. «Μάχαιρα έδωσες, μάχαιρα θα λάβεις» έλεγαν οι παλιοί και

εννοούσαν, φυσικά, τη φιλική χειρονομία του δώρου και του

αντίδωρου που, δυστυχώς, έχει εκλείψει πλέον.

 

 

  1. Διόλου τυχαίο που το χέρι ομοιοκαταληκτεί με το μαχαίρι,

μαζί στο φόνο καταλήγουν.

 

 

  1. Χαρούμενα βελάζουμε, μα χέρι φονικό μαχαίρι ετοιμάζει.

 

(Αργύρης Χιόνης, Η φωνή της σιωπής, Νεφέλη)

 

 

 

-Αργύρης Χιόνης, [Είναι δυο άνθρωποι]

«Είναι δυο άνθρωποι. Ο ένας με μαχαίρι, ο άλλος άοπλος.
Αυτός με το μαχαίρι λέει στον άλλο: «Θα σε σκοτώσω».

«Μα γιατί;», ρωτά ο άοπλος «τι σου ‘χω κάνει; Πρώτη φορά βλεπόμαστε. Ούτε σε ξέρω ούτε με ξέρεις».

«Γι’ αυτό ακριβώς θα σε σκοτώσω. Αν γνωριζόμασταν, μπορεί να σ’ αγαπούσα», λέει αυτός με το μαχαίρι.

«Ή και να με μισούσες», λέει ο άοπλος. «Να με μισούσες τόσο, που με χαρά μεγάλη θα με σκότωνες. Γιατί να στερηθείς μια τέτοια απόλαυση; Έλα να γνωριστούμε!»

«Κι αν σ’ αγαπήσω», επιμένει ο οπλισμένος, «αν σ’ αγαπήσω, τι θα κάνει ετούτο το μαχαίρι;»

«Ω, μη φοβάσαι», λέει ο άοπλος, «σκοτώνει ακόμη κι η αγάπη. Και τότε είναι ακόμη πιο μεγάλη η απόλαυση».»

(Αργύρης Χιόνης, Η φωνή της σιωπής, Νεφέλη)

 

 

-Άρης Αλεξάνδρου, «Το μαχαίρι»

«Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι

έτσι αργούν κι οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο.

Στο μεταξύ

όσο δουλεύεις στον τροχό

πρόσεχε μην παρασυρθείς

μην ξιπαστείς

απ’ τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων.

Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι.»

 

(http://www.poiein.gr/archives/648)

 

 

 

-Φ. Γκ. Λόρκα (μτφ. Οδυσσέα Ελύτη), «ΤΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ»

Καταμεσής στη ρεματιά
λάμπουνε τα μαχαίρια

 

Ωσάν ψάρια αστραφτερά

που κανείς δεν τα προφταίνει
και το αίμα τα ομορφαίνει

 

Μες στις άγριες πρασινάδες
ανεβαίνουν με το πλάι
πάνω σ’ αψηλές φοράδες

 

Άγγελοι μαύροι έφερναν

μέσα στο φως το αγριωπό
μαντίλες και χιονόνερο

 

Ο Χουάν Αντόνιο στην πλαγιά
πέφτει με μια λαβωματιά

 

Έχει ανεμώνες στο πλευρό

και ρόδι έχει στον κρόταφο

 

Κατάκοπο από τις φωνές

το απόβραδο μες στις συκιές
σωριάζεται λιπόθυμο

 

Κι οι μαύροι άγγελοι ολοένα

με τα μεγάλα τους φτερά

πετούσαν μες στο ηλιόγερμα.

 

(Ο. Ελύτης, Ποίηση, Ίκαρος)

 

 

 

-Φ. Γκ. Λόρκα, «θρήνος από τον «Ματωμένο Γάμο»»

Μάνα:
Γειτόνισσες: μ’ ένα μαχαίρι,
μ’ ένα μικρό-μικρό μαχαίρι,
μέρα πικρή κι αφορεσμένη,
καν δυο, καν τρεις θα ‘ταν η ώρα,
δυο άντρες σκοτωθήκανε γι’ αγάπη.
Μ’ ένα μικρό-μικρό μαχαίρι,
π’ ούτε το χέρι δεν το πιάνει,
μα κείνο μπαίνει παγωμένο
στη ξαφνιασμένη μας καρδιά,
και σταματά εκεί που τρέμει
θολή κι αξήγητη για πάντα
η σκοτεινή μας ρίζα της κραυγής.
Κι είναι, σας λέω, ένα μαχαίρι,
ένα μικρό-μικρό μαχαίρι,
ψάρι χωρίς ποτάμι, χωρίς λέπια,
π’ ούτε το χέρι δεν το πιάνει.
Κι όμως μι’ αφορεσμένη μέρα,
καν δυο, καν τρεις θα ‘ταν η ώρα,
με τούτο το μικρό μαχαίρι
δυο παληκάρια μείναν κάτου
με πανιασμένα τους τα χείλια.
Ούτε το χέρι δεν το πιάνει
μα κείνο μπαίνει παγωμένο
στη ξαφνιασμένη μας καρδιά,
και σταματά εκεί που τρέμει
θολή κι αξήγητη για πάντα
η σκοτεινή μας ρίζα της κραυγής.

(https://www.vakxikon.gr/)

 

 

-Έκτωρ Κακναβάτος, «Όπως ο Αίας»

«Ανάμεσα σε πέτρες που δεν είδανε
τον ίσκιο τους ποτές
που δεν ακούσαν τη φωνή του
τόσο υψίσυχνη μες στα φωνηεντόληκτα, είπα:
Κλείστε τις ποριές, όχι άλλοι «σωτήρες»·
μεσολάβησαν τα Τρωικά. Ο λόγος μου
δίχως πια τα άμφιά του, γυμνός
όπως η πότνια βάτος
αναθρώσκοντας τά που του σφίγγανε το
υπογάστριο
«ιερά, εθνικά» και άλλα τέτοια χάχανα
χύθηκε κατεπάνω στο μαχαίρι του
όπως ο Αίας.»

(Έκτωρ Κακναβάτος. 2010. Ποιήματα (1943–1987). Αθήνα: Άγρα.)

 

 

 

-Δημήτρη Πέτρου, ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΤΗΝ ΠΗΓΗ

«Το αίμα
ξεπλένεται με νερό
Αντίθετα απ’ ό,τι λένε
Ανάποδα απ’ όσα διδάσκουν
τα βιβλία και οι διηγήσεις
Έτσι κάνεις
το μαχαίρι στην πηγή
και πάει έφυγε
Έβαψε κόκκινο τον κάμπο
Τις φωλιές των αγριμιών
έβαψε
Τις κρύπτες στα πέτρινα τα σπίτια
Κι όποιον κακότυχο βρεθεί
στο δρόμο
Και δεν σβήνει την αυγή
Με τη νέα μέρα δεν ξεχνιέται
το μαύρο στην πληγή
Το μαύρο, λέω,
δεν ξεχνιέται.»

(http://apoikia.gr/kokkinos-kampos-poiimata-dimitris-petrou/)

 

 

 

Single Post Navigation

10 thoughts on “Πες το με ποίηση (193ο): «Μαχαίρι»

  1. Σταύρος Μίχας |
    Αητός Νίκος Γκάτσος

    Τρέχα φύγε αητέ.
    Πού να πάω;

    Στη τσακισμένη πέτρα.
    Τι να φάω τι να πιω;

    Ένα κόκκινο αηδόνι.
    Πώς να το σφάξω;

    Με μαχαίρι απ’ το φεγγάρι.
    Πού ’ναι το μαχαίρι;

    Οι φωτιές το κάψαν.
    Οι φωτιές που πήγαν;

    Οι βροχές τις σβήσαν.
    Οι βροχές που πάνε;

    Τα βουνά τις ήπιαν.
    Τα βουνά τι γίναν;

    Οι θεοί τα γκρέμισαν.
    Οι θεοί πού είναι;

    Χάθηκαν στον ουρανό.

  2. Δημήτρης Πέτρου
    ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΤΗΝ ΠΗΓΗ

    Το αίμα
    ξεπλένεται με νερό
    Αντίθετα απ’ ό,τι λένε
    Ανάποδα απ’ όσα διδάσκουν
    τα βιβλία και οι διηγήσεις
    Έτσι κάνεις
    το μαχαίρι στην πηγή
    και πάει έφυγε
    Έβαψε κόκκινο τον κάμπο
    Τις φωλιές των αγριμιών
    έβαψε
    Τις κρύπτες στα πέτρινα τα σπίτια
    Κι όποιον κακότυχο βρεθεί
    στο δρόμο
    Και δεν σβήνει την αυγή
    Με τη νέα μέρα δεν ξεχνιέται
    το μαύρο στην πληγή
    Το μαύρο, λέω,
    δεν ξεχνιέται.

  3. Αν το φαρμακι κι η φωτια κι η βια και το μαχαιρι
    δεν εχουνε τα φανταχτα κεντιδια ακομα κανει
    στο προστυχο της μοιρας μας και αθλιο καμβοπανι
    ειναι που λειπει απ’την ψυχη μας το θαρρος-κι απ’το χερι.
    ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ

  4. Μπράβο, Γιάννη! Με εντυπωσίασες με την επιλογή σου.
    Πολύ όμορφα ποιήματα, εκλεκτά. Και τα τραγούδια ταιριαστά.
    (Τι, μπρίκια κολλάμε τώρα;)
    Σπεύδω να βρω ό,τι απόμεινε-αν απόμεινε τίποτα.

    ΕΝΝΙΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ

    1. Η ΟΨΗ ΣΟΥ ΟΤΑΝ ΡΩΤΑΣ

    Θυμήσου· τὸ μαχαίρι μου ἀσκεῖται
    συνέχεια στὸ δίκαιον.

    Ρωτᾶς γιὰ τὴ ρωγμὴ στὸν τοῖχο
    ποὺ στάζει τὸν ἀμίλητο.
    Ρωτᾶς γιὰ ἔξοδο, γιὰ τὴ ρωγμή σου.

    Ἡ ὄψη σου ὅταν ρωτᾶς νησὶ τῆς ἄβυσσος.
    Πῶς σέρνεται μὲ τὴ λαβωματιὰ σὲ θάμνα
    καὶ ἀχνάρια πίσω του τὰ αἵματα;

    Αὐτὸ ποὺ τρίζει μέσα στὴ σιωπὴ
    εἶναι τὸ μονοπάτι σου
    ποὺ τώρα μόνο πάει καὶ πάει.

    1967 ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ

    Τα μαχαίρια-Κώστας Μακεδόνας

    2. ΕΞΙ ΡΙΜΕΣ ΓΙΑ ΔΩΔΕΚΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ
    Στη Λένα και τον Γιώργο Σαββίδη

    α’
    Πάνω σε κάμα δίκοπη θα γράψω τ’ όνομά σου
    να την καρφώσω στην καρδιά με την κορμοστασιά σου.

    β’
    Μην τα πετάς τα λόγια σου σαν τ’ άχερο στ’ αλώνι·
    μου ‘καμες πέτρα την καρδιά κι η κάμα σου στομώνει.

    γ’
    Χώρισα το ροδάκινο με τούτο το μαχαίρι
    πως μ’ άνοιξες τον κόρφο σου στον ήλιο μεσημέρι.

    δ’
    Κοπέλα μαυρομαντιλού, μην παίζεις με τα ψάρια
    μπορεί μαχαίρια να γενούν και σφάζουν παλικάρια.

    ε’
    Λεπίδι που με χτύπησες, ήσουν το νέο φεγγάρι
    στη γέμισή του κόκκινο στη χάση του κουφάρι.

    στ’
    Το δαφνόφυλλο άστραψε σαν αναμμένο βάτο,
    ο εχτρός το καταράστηκε κι ο φίλος ευλογά το.

    Αμοργός, 4. 9. 1961
    ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

    ΑΦΟΙ ΚΑΤΣΙΜΙΧΑ – Του Έρωτα (Της αγάπης μαχαιριά)

    3. ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ (Της αγάπης μαχαιριά)

    Άει σκοτεινό φως του έρωτα τρεμάμενο αίμα του έρωτα
    μες τη γητειά σου ελησμόνησα τους φονιάδες καιρούς
    γέννησα ρόδινα μωρά σε μέλλον με αστέρια
    άει σκοτεινό φως του έρωτα

    Άει της αγάπης μαχαιριά στης νιότης το κρουστό κορμί
    πληγή που ανάβλυζε ευωδιές φιλιών και μουσική
    ντύνοντας το γυμνό έρημο κόσμο
    άει της αγάπης μαχαιριά

    Άει της αγάπης μαχαιριά άει της αγάπης μαχαιριά
    άει της αγάπης μαχαιριά άει της αγάπης μαχαιριά

    ΛΕΝΑ ΠΑΠΠΑ

    ***

    4. «Κάθε λέξη μια μαχαιριά
    στο στόμα
    κάθε λέξη το βλέμμα
    το άγγιγμα
    κι η παρουσία του νεκρού

    κάθε λέξη το βλέμμα
    της αγάπης
    η αγκαλιά του κόσμου
    κάθε λέξη μια υπόσχεση
    στον πόνο
    στο άφατο

    Γιώργος Θ. Γιαννόπουλος, Λόγια θανάτου και αγάπης, Εκδόσεις Ένεκεν 2015

    Τα κορμιά και τα μαχαίρια-Αρβανιτάκη Ελευθερία

    5. ΤΑ ΚΟΡΜΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ

    Τα κορμιά και τα μαχαίρια άντε κάποτε αλλάζουν χέρια,
    τα σημάδια τους αφήνουν που πονανε και δε σβήνουν.

    Άγγιξέ με, φίλα με, μύρισέ με
    κρύψου μέσα μου, κατοίκησε με,
    σαν παλιό κρασάκι φύλαξέ με
    ένα κορμί δεν είναι μόνο αγκαλιά,
    αχ! ένα κορμί δεν είναι μόνο αγκαλιά
    είναι μια πατρίδα που θα γίνει ξενιτιά.

    Τα πουλιά και τα τριζόνια άντε τραγουδάνε τόσα χρόνια
    κι από την ανατριχίλα κοκκινίζουνε τα μήλα.
    Τα κορμιά και τα μαχαίρια άντε μη βρεθούν σε λάθος χέρια,
    κάποιο φονικό θα γίνει και ποιός παίρνει την ευθύνη.
    Μέσα στης γιορτής το κέφι άντε πιο ψηλά κρατάει το ντέφι
    όποιος πόνεσε και ξέρει γλύκα που ‘χει το μαχαίρι

    ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ

    ***

    6. «Όταν βγαίνουν τα μαχαίρια που σου κάρφω-
    σαν
    ο τρόμος είναι μεγαλύτερος
    θα διαλυθείς.
    Να προτιμάτε τα γρήγορα χέρια
    Και να αντιστέκεστε εύκολα».

    ΕΥΓΕΝΙΑ ΒΑΓΙΑ, “Lailapse”, εκδόσεις Ενδυμίων

    ΤΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ – ΜΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ

    7. Σε τέτοιους καιρούς
    η αυτοκτονία θεωρείται πολιτική πράξη
    Στις παρελάσεις πηγαίνεις μόνο με πρόσκληση
    Οι άνθρωποι τρώνε απ´ τα συσσίτια ή άπ´ τα σκουπίδια

    Σε τέτοιους καιρούς
    οι πολιτικοί διαφθείρουν τους πολίτες
    τα παιδιά ζητιανεύουν μέσα στα τρένα
    οι σύντροφοι ευρωπαίοι μας περιφρονούν.

    Σε τέτοιους καιρούς
    αναζητάς μια άλλη ποίηση
    πιο δυνατή
    που να μπήγει το μαχαίρι σε σκληρές καρδιές
    που να γίνεται η ίδια μαχαίρι
    και να κόβει κομματάκια τη διαφθορά.

    ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ

    ***

    8. ΕΡΩΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΗ

    στον έρωτα
    αν αποφασίσουμε να ξεφύγουμε
    καλύτερα να το κάνουμε
    προς τα εμπρός

    περνώντας από σφαίρες και μαχαίρια

    Φερνάντεθ, Φεράν, Δώδεκα ενθουσιαστικά ποιήματα σε απόγνωση, Το Δέντρο, τεύχ. 159-160, χειμ. 2007-2008, σελ. 260-263.Συντάκτρια-μεταφράστρια: Βίκυ Ρούσκα

    ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ – Δε σου γύρεψα μαχαίρι

    9. Ο ΜΑΧΑΙΡΩΜΕΝΟΣ

    Σ’ ένα κρεβάτι λαϊκού νοσοκομείου
    μαχαιρωμένος, με ορούς να με κρατούν
    βλέπω για χάρη σου να χάνεται η ζωή μου
    κι οι φίλοι γύρω να σιωπούν, να μην μιλούν.

    Δεν είναι τόσο η μαχαιριά
    όσο της μάνας μου η ματιά …
    Ντρέπομαι να’ χω σώμα
    που σ’ αγαπάει ακόμα.

    Έπαιξες θέατρο και πας σ’ άλλο σανίδι
    Τρυπάει το ψέμα πιο βαθειά απ’ τη μαχαιριά
    ήμουν για σένα ο σταθμός σ’ ένα ταξίδι
    και σαν ταχεία η ζωή μου προσπερνά.

    Δεν είναι τόσο η μαχαιριά
    όσο της μάνας μου η ματιά…
    Ντρέπομαι να’ χω σώμα
    που σ’ αγαπάει ακόμα.

    ΚΙΡΜΕΛΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ

    Καλύτερα μια μαχαιριά, Γιώτα Νέγκα

    10. ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΜΟΥ ΜΑΧΑΙΡΙ

    Το βλέμμα μου μαχαίρι ακονισμένο
    σ’ ακολουθεί απ’ την κουζίνα στο σαλόνι,
    το ράδιο η Αννούλα χαμηλώνει
    με ύφος μας κοιτάει απορημένο.

    Μου είπες «Φεύγω, μη ζητάς να με κρατήσεις
    το σπίτι άλλο πια δε με σηκώνει»
    κι ό,τι σαν άντρας δεν τολμάς να ομολογήσεις
    γίνεται όπλο φονικό και μας σκοτώνει.

    Στο ράδιο μιλούν για καταλήψεις
    κάποιος κρεμάστηκε στο πάρκο με σκοινί
    μα τελοσπάντων πώς να πούνε στις ειδήσεις
    για τη μιζέρια που’ χει η ώρα η στερνή.

    Βροντάς την πόρτα πίσω σου και βγαίνεις
    και η Αννούλα μας ζαρώνει στη γωνία
    το τραγικό είν’ ότι δεν καταλαβαίνεις
    πως η Πηνελόπη ήταν πάντα μόνο μία.

    ΚΙΡΜΕΛΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ

  5. Σ’ ευχαριστώ πολύ, Γρηγόρη!!!!!

    -«νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί,
    με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί»
    (Ν. Γκάτσος, Κεμάλ)

    -«…Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία.
    Να μη με κατηγορήσουν για ευκολία, πως δεν έσκαψα βαθιά,
    πως δε βύθισα το μαχαίρι στα πιο γυμνά μου κόκαλα·
    όμως είμαι άνθρωπος και γω, επιτέλους κουράστηκα, πώς το λένε,
    κούραση πιο τρομαχτική από την ποίηση υπάρχει;..»
    (Ντ. Χριστιανόπουλος)

  6. Ciao, Aggeliki!…. Grazie mille!!!!

    -«Να δραπετεύεις και να πληθύνεσαι στη μοναξιά σου
    σε μια ερημιά φανταχτερή με στίλβοντα μαχαίρια»
    (Ν. Καρούζος)

    -«Δε δίνω λέξεις παρηγόρια,
    δίνω μαχαίρι σ’ ολουνούς·
    καθώς το μπήγω μες στο χώμα
    γίνεται φως, γίνεται νους.»
    (Κ. Βάρναλης)

    -ΠΕΡΕ ΖΙΜΦΕΡΡΕΡ, «Μαχαιριά τον Απρίλη»

    «Μισώ τους έφηβους. Οι άλλοι
    πολύ εύκολα τους συμπονούν.
    Ανθός στα δόντια τους παγώνει
    και πως, σαν κλαίνε, μας θωρούν.

    Μα εγώ το πάω πολύ πιο πέρα.
    Στο βλέμμα τους διακρίνω κήπους.
    Το φως στις πλάκες πελεκάει
    την τσακισμένη άρπα του ενστίκτου.

    Με βια με κλείνουν, με μαντρώνουν
    της μοναξιάς τ’ άγρια πάθη
    που τα’ άγουρα κορμιά κλαδεύουν
    κι όλα τα καιν’ σ’ ένα δεμάτι.

    Πρέπει ό, τι αυτά κι εγώ να πάθω;
    (Σταθμός εδώ είναι της ζωής.)
    Φλέγεται στη σιωπή ένας θάμνος.
    Άξιζε να, ‘μαστε ευτυχείς.»

    (Σύγχρονη ισπανική ποίηση, ΓΝΩΣΗ)

    -Μίλτου Σαχτούρη, «Το ψωμί»

    Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φραντζόλα ζεστό
    ψωμί είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
    ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι
    έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω
    όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος κι αυτή
    μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε κομμάτια γνήσιο ουρανό
    κι όλοι τώρα τρέχαν σ’ αυτή, λίγοι πηγαίναν στο ψωμί,
    όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ουρανό
    Ας μη το κρύβουμε διψάμε για ουρανό!
    [πηγή: Μίλτος Σαχτούρης, Ποιήματα (1945-1971), Κέδρος]

    -Λίλιαν Μπουράνη «Ερωτικό»

    Τις φλέβες που ακουμπάς,
    σαν τίποτα να μη συμβαίνει
    παίζοντας με τα δάχτυλα
    τον άναρχο σφυγμό τους,
    χίλιες φορές τις έκοψαν
    του έρωτα οι κοφτερές λεπίδες
    κι άλλες τόσες τις έραψα μόνη
    μόνη! ακούς;
    με γρήγορες ραφές
    να μην προλάβει ο πόνος
    να χυθεί ζεστός στο πάτωμα
    και χάσω τις «αισθήσεις».
    Μα πάντα επιζώ
    για την επόμενη σφαγή μου
    από κάποιο χέρι αγαπημένο,
    σαν τώρα το δικό σου
    που αφήνω – τάχα – ανυποψίαστη
    να με διατρέχει,
    να με εξερευνά
    και να με δοκιμάζει.

    Σαν σε φωνάζω έρωτα
    γυαλίζει το μαχαίρι.

    (http://www.palmografos.com/permalink/17048.html)

  7. Γιάννη, …κρατάω μαχαίρι (κι ετοιμάζομαι για την επόμενη ανάρτηση, έχε το νου σου!)

    11. ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΙΑΣΟΝΟΣ ΚΛΕΑΝΔΡΟΥ· ΠΟΙΗΤΟΥ ΕΝ ΚΟΜΜΑΓΗΝΗ·595 μ.Χ

    Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
    είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
    Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά.
    Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
    που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
    νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.

    Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.—
    Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως,
    που κάμνουνε —για λίγο— να μη νοιώθεται η πληγή.

    K.Π. Kαβάφης. (Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)

    ΣΗΜ. Ο αρχικός τίτλος του ποιήματος ήταν μονολεκτικός: «Μαχαίρι»

    ***

    12. ΛΟΓΙΑ ΜΑΧΑΙΡΙΑ

    Λόγια μαχαίρια
    τρυπάνε τη καρδιά
    σε κάθε της κτύπο
    σιωπηρά με ρυθμό.

    Λες και το αίμα
    θα βγει πιο αργά
    μη και λερώσει
    το μαύρο πέπλο
    που σκέπασε
    τον έρωτα
    τις μέρες που έρχονται

    ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΚΟΚΚΙΝΟΣ

    *

    Επειδή μαχαίρια είναι και τα σπαθιά, ιδού και η πασίγνωστη υπέροχη μελωδία του Άραμ Χατσατουριάν:

    Ο χορός των σπαθιών-Aram Khachaturian

    13. ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΑΥΤΟ

    Τι να κάνουμε με το μαχαίρι αυτό
    δεν είναι κοφτερό αρκετά
    το ψωμί να κόψει
    δεν είναι μορφωμένο
    να ξεχωρίσει τις σελίδες
    δεν υπολήπτεται αρκετά
    το δέντρο να κλαδέψει
    δεν είναι καλό, δεν είναι

    τι να κάνουμε με αυτό το κουτό μαχαίρι
    που ένοχο κάθεται εδώ, ένοχο
    που ένοχα σωπαίνει σαν μαχαίρι

    τι να κάνουμε με αυτό
    δεν είναι κοφτερό αρκετά
    την ανοησία να κόψει
    μεταξύ μας
    ίσως θα ήταν καλύτερα
    στο χώμα να το θάψουμε
    προτού αθόρυβα στη σάρκα βυθιστεί

    Patricia Nikolova, Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα
    Επιμέλεια: Κλαίτη Σωτηριάδου

    ***

    14. ΤΟ ΥΨΟΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΩΝ

    Σφαγμένη λέξη,
    με μια ρωγμή καλά κρυμμένη.
    Όπως γέρνεις πάνω της και ψάχνεις
    ίσα που διακρίνεται το σκίσιμο.

    Το κοφτερό μαχαίρι δεν βρήκε εμπόδιο,
    έτσι εισχώρησε βαθιά
    και υποχώρησε η σάρκα υπάκουα.
    Το ποίημα τώρα πρέπει
    να σταθεί στο ύψος του.

    Χώρο κατάλληλο να βρει
    και άλλες λέξεις συναφείς
    να δέσουνε το νόημα.
    Αλλιώς ούτε μια κηδεία της προκοπής
    δεν θα γραφεί.

    ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

    Πάρε μαχαίρι κόψε με , Γιάννης Πουλόπουλος

    15. TO ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΤΑΒΕΡΝΑΣ

    Πάρε μαχαίρι κόψε με
    και ρίξε τα κομμάτια μου
    μάτια μου
    και ρίξ’ τα μέσα στον γιαλό
    Απ’ την στιγμή που μ’ άφησες
    τον κόσμο αυτόν σιχάθηκα,
    χάθηκα
    και δεν ελπίζω πια καλό

    Αν βάζεις τώρα τ’ άσπρα σου
    και τα μαλαματένια σου
    έννοια σου
    θα ‘ρθει ο καιρός που θα θρηνείς,
    που θα σταθείς στο μνήμα μου
    να πεις ένα παράπονο
    κι άπονο
    κα με βρεις όσο κι αν πονείς

    Πάρε φωτιά και κάψε με
    κι αντάμα με την στάχτη μου
    τ’ άχτι μου
    μες στα πελάγη να σκορπάς
    Να μη σε βρει το κρίμα μου
    μαριόλα Ηπειρώτισσα
    ρώτησα
    και μου `παν άλλον αγαπάς.

    ΑΡΓΥΡΗΣ ΕΦΤΑΛΙΩΤΗΣ

    Γλυκά πονούσε το μαχαίρι – Τόλης Βοσκόπουλος

    16. Φύτρωναν μαχαίρια όλη νύχτα
    Τα διαλαλούσαν μικροπωλητές
    Πιο ψηλά έκαιγε τ’ άστρο
    Ο σκοτεινός οιωνοσκόπος
    Χρησμοδοτούσε

    «Ο χρόνος μαραίνεται
    Έξω απ’ τ’ αγάλματα
    Στο κρεβάτι θα σπείρετε
    Αθέριστα στάχια»

    ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΙΑΡΧΟΣ

    ***

    17. Η ΠΟΙΗΣΗ ΜΟΥ

    Η ποίησή μου είναι το μαχαίρι μου
    Όσο βαθύτερα εισδύει, τόσο πιο άφθονο ρέει υγρό
    Η ψυχή μου είναι ένα πεύκο
    Καθώς η λάμα αναμερίζει το φλοιό της,
    Έγκατο στάζει υγρό
    Διάφανο σαν το δάκρυ, βαρύ σαν το παράπονο,
    Κολλώδες σαν την ηδονή, Εύπλαστο σαν τις προσδοκίες,
    Πολύτιμο, όπως τα όνειρα

    ΕΛΕΝΑ ΨΑΡΑΛΙΔΟΥ

    **

    18. Μιλώ με πιο ξυράφια λέξεις
    Το κοφτερό μαχαίρι φωτιά αναβλύζει
    Ό,τι αγάπησες φλέγεται
    Οδύνης τοκετός, τόκος θανάτου
    Στη φλόγα της καρδιάς μου εξαγνίζομαι

    ΕΛΕΝΑ ΨΑΡΑΛΙΔΟΥ

    ΣΚΟΤΩΣΕ ΜΕ (ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ) – ΧΙΩΤΗΣ – ΤΩΝΗΣ ΜΑΡΟΥΔΑΣ

    19. Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ

    Μη με ζητάτε εκεί που ξέρατε κάποτε.
    Εκεί που η σιωπή άνθιζε σαν χαμόγελο
    σε περήφανη μουσική.

    Γιατί όλα αλλάζουν μια μέρα σε κάποιους.
    Τόσο που δεν ξέρω αν είναι φωνή αυτή που χτυπάει πίσω απ’
    τα δόντια μου
    ή αν είναι ένα μυστρί που ζητάει να με χτίσει.

    Όμως πρέπει σε κάποιον κάποτε να μιλήσω.
    Και δεν βρίσκω άλλη στιγμή πιο κατάλληλη από τούτη
    που είμαι σαν τον πνιγμένο.
    Σαν τον χωμένο μέχρι το κάτω χείλι σε μια στέρνα γεμάτη
    που πια δεν τον τρομάζει η βροχή.

    Πολλοί είχαμε τότε κινήσει. Πολλοί γυρίσαμε πάλι.
    Οι λίγοι έμειναν εκεί πάνω.
    Σαν τις όρθιες πέτρες που σημαδεύουν τους δρόμους.
    Δείχνοντας πόσο απέχει απ’ την κάθε πράξη μας
    η τιμή …

    Πάλι δεν καταφέρνω να συνεχίσω.
    Όχι επειδή είναι τόσα πολλά που στριμώχνονται μέσα μου.
    Μα φαίνεται κάποτε πως η πιο μεγάλη βρωμιά
    βρίσκεται στην ελπίδα.
    Κι εγώ ελπίζω ακόμα.

    Γυρίζω στους δρόμους χτυπώντας τις πόρτες.
    ζητώντας και βρίσκοντας, όπως κάποιος που τον έχουν κυ-
    κλώσει τα πάθη του.
    Μα θα’ ρθει μια μέρα που κανένας δε θα μου δώσει.
    Και θα πέσω στη μέση του δρόμου ουρλιάζοντας.
    χτυπώντας τα στήθια μου. βγάζοντας όλα τ’; αγρίμια που
    κρύβονται μέσα μου.

    Ακόμα δεν έχω μάθει τι χτυπάει πρωτύτερα.
    Ο πόνος για η μαχαιριά.

    ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ, Ο Γυρισμός, 1962

    Ελένη Βιτάλη -Λες και κράταγες μαχαίρια

    20. ΒΡΟΧΗΔΟΝ (απόσπασμα)

    ο θάνατος θα ’ρθεί να με γλεντήσει
    μαχαίρι προσφυγιάς, πιρούνι ανέμου
    (ακούω στρεβλές τις λέξεις μου να τρέμου-
    νε προς την κάπως εύρυθμή του κλήση)·

    προς τον αιτούντα τ’ Όνομα αναφέρω
    να μην βελάζει Παραδείσου φήμη
    (κι έχει κακοφορμίσει πλάνο ενθύμι-
    ο: μ’ όρισε μεσήλικα και γέρο)·

    ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΙΟΣ, Πράξη υποταγής, 2000

    ***

    21.[…]μού ‘δινες μαχαίρι να μοιράσω το ψωμί
    χάρη δε ζητούσες δε ζητούσες πληρωμή.

    Τώρα είσαι ξένος τα πουλιά δε χαιρετάς
    σ’ άλλα περιβόλια φτερουγίζεις και πετάς.[…]

    ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ

  8. 22. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΣΠΙΤΙΚΟΥ ΜΑΧΑΙΡΙΟΥ

    Λάμπει τη νύχτα στο νεροχύτη.
    Με τρίμματα τυριού στην κόψη του
    –φεγγαριού ήθελα να πω-
    η κουζίνα το περιβάλλει με τρυφερότητα,
    σπάνια πηγαίνει σε άλλα δωμάτια.

    Η λάμα του κόβει, καθαρίζει και βυθίζεται
    με μεγάλη επιδεξιότητα στα πορτοκάλια
    και στα άλλα εσπεριδοειδή. Με αυτά
    και άλλα φρούτα θυμάται την εξοχή,
    όταν ήτανε ένα ανώνυμο μέταλλο
    στο χώμα. Προτού γνωρίσει εργοστάσια
    και επεξεργασίες.

    Όταν κόβει και μοιράζει ψωμί
    έχει μια θρησκευτικότητα, που δεν θέλει
    να την αποκρύψει. Το κρέας το αποφεύγει,
    του θυμίζει φόνο. Ακούει φωνές και οιμωγές.
    Του κοκκινίζει τον ουρανό και ξεπλένεται
    με τις ώρες. Ξέρει την αποστολή του,
    δεν υποχωρεί αλλά κάνει το αθώο.

    Πολλαπλασιάζει το ένα, κόβοντας
    το χρόνο σε μικρά κομμάτια.
    Κάθε μέρα ξεχωρίζει τα ώριμα φρούτα
    από τους λειμώνες του ψυγείου.
    Πλένεται και σκουπίζεται, πολλές φορές
    την ημέρα. Νιώθει συγγένεια με τα κουτάλια,
    τα πιρούνια, τα πιάτα.

    Σε αρχαίους τάφους μεταφέρει ιστορία,
    χρήση, μπορεί και φόνους.
    Μερικοί τα αγαπάνε πολύ
    και τα παίρνουνε μαζί τους στα ταξίδια τους.
    Μερικές φορές με κόβει στα δάκτυλα
    για να μου θυμίσει τα λάθη μου.

    Έχει στυλ, φαντασία και ταμπεραμέντο.
    Στα χέρια σου εξημερώνεται.
    Τότε κόβει μόνον χόρτα ή έτσι τα βλέπει.
    Με το δέρμα σου χαϊδεύεται και παίζει.
    Πράγμα περίεργο για τόσο παγωμένο
    και επικίνδυνο οικιακό σκεύος.

    Πάντα πρόθυμο και καθαρό,
    λαγοκοιμάται στην κουζίνα
    συμμετέχοντας στην καθημερινότητα
    και στο όνειρο.

    ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤόΣ

    • Πολύ καλό, Αγγελική!!!

      *Στείλε μου το νέο υλικό για την ανάρτηση…

      -Γ. Ρίτσος, «Κ Ρ Ι Σ Η»

      «Καιρός ναυτίας, –έλεγε–
      δηλώσεις, τυμπανοκρουσίες, μετέωρα επίθετα,
      νύχτες βαθιές, ξαγρυπνισμένες
      μπροστά σ’ έναν τεράστιον ουρανό,
      απόρθητον από έλλειψη ενδιαφέροντος.
      Έχω –είπε–
      ένα χρυσό μαχαίρι. Δεν ξέρω
      σε ποιόν να το χαρίσω,
      δεν ξέρω πού να το καρφώσω.
      Τ’ άφησε στο τραπέζι.
      Ύστερα, αφηρημένος, άρχισε να κόβει
      τα φύλλα ενός βιβλίου, ακούγοντας έξω
      τα βήματα των δυο πλανόδιων μουσικών.»
      (Γ. Ρίτσος, Υπερώον, Κέδρος)

      -Ν. Καρούζος, «Σίμων ο Κυρηναίος»
      (απόσπασμα)

      «Λουλούδια ή μαχαίρια να κρατούσα χρειαζόταν
      την ώρα που συνάντησα τους Ιουδαίους;
      Πώς θρόνιασε στο νου μου το μεγάλο τούτο
      ρώτημα…
      Όχι λουλούδια, Χριστέ μου!
      Πόσο θα ήταν φοβερό για μένα:
      Έπρεπε να τα κόψω απ’ τον πόνο Σου.
      Τότε- μιλούσα μόνος μου ο φτωχός-
      μαχαίρια να κρατούσα χρειαζόταν
      την ώρα εκείνη που τους είδα.
      Ούτε μαχαίρια Χριστέ μου!
      Πόσο θα στέναζα για πάντα στους αιώνες!
      Έπρεπε να τα κλέψω απ’ το κήρυγμά Σου,
      εχθρός να γίνω του Σταυρού που σήκωσα Κύ-
      ριε.
      Αντίκρυ μου ο Φαρισαίος ανασταίνεται!
      Κι οι έμποροι τρέχουν στο Ναό
      σαν σκυλιά που τους έβγαλαν την αλυσίδα!
      Ο Φαρισαίος με δείχνει στους υποκριτές, Κύριε.
      «Αυτός!» τους λέει. Χύθηκαν κατά πάνω μου…
      (https://genesis.ee.auth.gr/dimakis/neaest/1748/7.html)

  9. 23. Τ Ο Β Α Ρ Υ Μ Α Χ Α Ι Ρ Ι

    Όταν έπεσε το βαρύ μαχαίρι
    και μου άνοιξε τη βαθιά πληγή που έχω στο στήθος
    δε μπορούσα, βέβαια, να καταλάβω τη σημασία του:
    έπρεπε ο χρόνος να διαγράψει την τροχιά του.

    Έκτοτε έπαθα και έμαθα πολλά –κυρίως
    αυτό: πως πρέπει πλέον να συνηθίσω
    ν’ αγαπήσω την πληγή
    ν’ αγαπήσω το βαρύ μαχαίρι.

    ΑΝΕΣΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ

Σχολιάστε